Εβδομήντα δύο χρόνια. Δεκαοχτώ «Ολυμπιάδες». Τόσο απέχουν το σημερινό τζάμπολ μεταξύ Ελλάδας και Καναδά στο στάδιο της Λιλ, από το ιστορικό πρώτο τζάμπολ της εθνικής Ελλάδας μπάσκετ στο ολυμπιακό ντεμπούτο της το 1952 στο γήπεδο του Ελσίνκι, έχοντας στην σύνθεση της ονόματα που αναδείχθηκαν σε «θρύλους» του ελληνικού μπάσκετ.
Εκείνο το καλοκαίρι (14 Ιουλ-3 Αυγ 1952) η πρωτεύουσα της Φινλανδίας φιλοξένησε την 15η Ολυμπιάδα και η ελληνική ομάδα μπάσκετ συμμετείχε στα προκριματικά των Θερινών Ολυμπιακών Αγώνων, διεκδικώντας ένα από τα 6 εισιτήρια για στην τελική φάση του αθλήματος.
Αυτήν την χρονική απόσταση, των 72 χρόνων, διήνυσε ο κ. Σωτήρης Θεολογίδης, δημοσιογράφος- συγγραφέας του βιβλίου «Το άγνωστο ελληνικό μπάσκετ», 1942-1979 για να «επιστρέψει» στην εποχή που το ραδιόφωνο δεν μετέδιδε αγώνες κι η τηλεόραση δεν είχε έρθει ακόμη στην Ελλάδα προκειμένου να διασώσει φωτογραφίες, μαρτυρίες από τους πρωταγωνιστές και άλλα ντοκουμέντα και να καταγράψει έτσι τις πρώτες συγκλονιστικές στιγμές της σημερινής «επίσημης αγαπημένης» των Ελλήνων.
Κι όταν λέμε «συγκλονιστικές» εννοούμε και «άγνωστες» και «δύσκολες» και σε εποχές…άγριες. Οι όποιες μάλιστα επιτυχίες της εθνικής μπάσκετ στον αγωνιστικό χώρο ετύγχαναν μεν της ανάλογης προβολής από τα μέσα της εποχής αλλά γρήγορα έμπαιναν στο περιθώριο καθώς συνέπεσαν με εξαιρετικής σημασίας διεθνή και εσωτερικά γεγονότα , με σημαντικότερο εξ αυτών τον πόλεμο στην Κορέα(1950-1953) όπου αντιπαρατάχθηκαν για πρώτη φορά στρατιωτικά οι δύο υπερδυνάμεις ΗΠΑ και ΕΣΣΔ στο πλευρό των εμπλεκόμενων.
«Η ελληνική ομάδα που βρέθηκε στο Ελσίνκι πάντως ήταν η καλύτερη εθνική ομάδα μπάσκετ όλων των εποχών… και καμμία άλλη δεν προετοιμάστηκε τόσο καλά όσο εκείνη..» λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Σωτήρης Θεολογίδης αλλά δυστυχώς όλα, στο τέλος, πήγαν στραβά…
Μια ομάδα, πολλά υποσχόμενη
Το 1952, η FIBA αριθμούσε 61 κράτη μέλη και στους 15ους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ελσίνκι, συμμετείχαν ομάδες από 23 χώρες. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει ο Σ.Θεολογίδης στο βιβλίο του , στο κεφάλαιο για τους Ολυμπιακούς Αγώνες, το ελληνικό και το παγκόσμιο μπάσκετ, η ελληνική ομάδα του 1952 είχε στη σύνθεσή της το καλύτερο έμψυχο υλικό της εποχής: Φ. Ματθαίου, αδερφούς Σπανουδάκη, Αρ. Ρουμπάνη, Τ.Ταλιαδώρο, Γ.Λάμπρου, Ντ.Παπαδήμα, Θ.Χολέβα, Ν. Μήλα, Στ.Αρβανίτη, Π.Μανιά, Βλ Βάλλα(αρχηγός αποστολής) , Νικ Καραβιά(προπονητής) και Μ.Στεφανίδη (σ.σ. προλογίζει και το συγκεκριμένο βιβλίο για «Το άγνωστο ελληνικό μπάσκετ, 1942-1979). Μεταξύ των παικτών και ο επίσης Θεσσαλονικιός Αν. Πεταλίδης η συμμετοχή του οποίου είχε εξασφαλιστεί την τελευταία στιγμή.
Είχαν ξεκινήσει προετοιμασία τρείς μήνες νωρίτερα και στο τουρνουά του Μιλάνο θριάμβευσαν. Είχαν νικήσει όχι μόνο την διοργανώτρια χώρα αλλά και τα άλλα μεγαθήρια του ευρωπαϊκού μπάσκετ: Γαλλία, Γιουγκοσλαβία ενώ δια περιπάτου η ελληνική ομάδα είχε σαρώσει αντιπάλους που ποτέ πριν δεν είχε νικήσει: την Ελβετία και την Τουρκία» τονίζει ο δημοσιογράφος-συγγραφέας.
Η «Αθλητική Ηχώ» μάλιστα αφιέρωσε πεντάστηλο τίτλο μετά την νίκη επί της Τουρκίας «για τον πέμπτο θριαμβευτικό αγώνα» της εποχής. Παίκτες και ο προπονητής είχαν μάλιστα θέσει στόχο να μην δεχθεί η ομάδα σε κανένα παιχνίδι της περισσότερους από 50 πόντους σε κάθε αγώνα…. Δεν πρέπει να δεχθούμε, περισσότερους από 40 πόντους σε κάθε αγώνα τόνιζε σε δηλώσεις του ο αρχηγός της ομάδας Γ. Λάμπρου. Αν δεχθούμε έλεγε 37 πόντους θα βάλουμε 38 και θα κερδίσουμε. Αν δεχθούμε πάνω από 50 , δε θα το κατορθώσουμε…». Με λίγα λόγια η ομάδα που μπορούσε επάξια να σταθεί απέναντι σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή ομάδα καλούνταν να αλλάξει τα συστήματά της και να προσέξει πολύ την άμυνά της. Γι αυτό το λόγο άλλωστε είχε ζητηθεί από το…πολυβόλο της επίθεσης Τ.Ταλιαδώρο «να περιοριστεί μόνο στα αμυντικά του καθήκοντα». Οι διεθνείς είχαν συνειδητοποιήσει ότι οι περισσότερες ήττες μέχρι τότε οφείλονταν στην έλλειψη καλής φυσικής κατάστασης καθώς η ομάδα κατέρρεε κυριολεκτικά στο τελευταίο 10λεπτο. Για την βελτίωση της φυσικής κατάστασης των παικτών είχε ζητηθεί και η συνδρομή του Ούγγρου αρχιπροπονητή της εθνικής ομάδας στίβου, του περιβόητου Οττο Σίμιτσεκ.
Περιγράφοντας στο ΑΠΕ ΜΠΕ τα χαρακτηριστικά της ομάδας μπάσκετ που θα έπαιρνε πρώτη φορά μέρος στους Ολυμπιακούς, ο κ Θεολογίδης σχολίασε:
«Ήταν όλοι τους ταλαντούχοι. Πρωταγωνιστούσαν στους συλλόγους τους. Μονοπωλούσαν τις επιθετικές προσπάθειες χωρίς να μοιράζονται ρόλους και να κατεβάζουν το «εγώ» τους. Γι αυτό και πριν το Ελσίνκι άλλαξαν φιλοσοφία. Η ζώνη ως αμυντικό σύστημα για πρώτη φορά εγκαταλείφθηκε και την διαδέχθηκε το man to man με τους παίχτες να αποκτούν μεγαλύτερη αντοχή».
Αγωνιστικά όλα είχαν προβλεφθεί εκείνο όμως που δεν πρόσεξαν ήταν το πρόγραμμα της μετάβασης στο Ελσίνκι αφού οι διεθνείς έφτασαν στην Φινλανδική πρωτεύουσα και ρίχτηκαν στην μάχη της προσπάθειας για την πρόκριση από το …αεροδρόμιο, καθώς αφίχθησαν στο «ΤennisPalatsi» λίγες ώρες πριν από τον αγώνα. Όπως ανέφεραν στον συγγραφέα οι Ματθαίου και Στεφανίδης σε μια κατοπινή συζήτηση για εκείνη την περίοδο «κανένας μας δεν είχε προλάβει να δει το γήπεδο». Την απευθείας συμμετοχή στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ελσίνκι είχαν εξασφαλίσει η διοργανώτρια Φινλανδία, οι 6 πρώτες ομάδες της προηγούμενης Ολυμπιάδας(1948, Λονδίνο) ΗΠΑ, Γαλλία, Βραζιλία, Μεξικό Ουρουγουάη, Χιλή, η πρωταθλήτρια κόσμου του 1950(Αργεντινή) και οι δύο πρώτες των Πανευρωπαϊκών του 1951(ΕΣΣΔ και Τσεχοσλοβακία. Οι επόμενες 6 θέσεις ήταν υπόθεση αυτών που θα καταλάμβαναν τις δύο πρώτες θέσεις σε τρεις ομίλους όπου συμμετείχαν συνολικά 13 χώρες. Η Ελλάδα στους προκριματικούς είχε κληρωθεί με Ουγγαρία, Ισραήλ και Φιλιππίνες. Στον πρώτο αγώνα με τους Ούγγρους η εθνική έχασε με 38- 75. Την επομένη έπαιξε με το Ισραήλ και νίκησε (54-52) καθώς στην ομάδα είχε προστεθεί και ο ταλαντούχος Ρουμπάνης μέλος και της ομάδας στίβου που είχε φτάσει στο Ελσίνκι λίγες ώρες πριν τον αγώνα. Τελικά, η ολυμπιακή ομάδα του 52 , σε δεύτερο παιχνίδι, ουσιαστικά «σε μια δεύτερη ευκαιρία», με την Ουγγαρία, έχασε την πρόκριση από εκεί που δεν το περίμενε: Από τις προσωπικές βολές. Το ματς έληξε 44-47. Οι Έλληνες έχασαν 21 βολές και οι Ούγγροι μόλις 7. Στα μειονεκτήματα και η απουσία Στεφανίδη, του πρώτου σκόρερ της εντυπωσιακής ομάδας του Πανελληνίου, παρών μεν στο Ελσίνκι αλλά χωρίς να έχει αποθεραπευτεί από προηγούμενο τραυματισμό.
Μετά τον αποκλεισμό, οι υπεύθυνοι της Ολυμπιακής αποστολής διεμήνυσαν στους παίκτες να επιστρέψουν στην Ελλάδα, πλην του Ρουμπάνη που ως μέλος της ομάδας στίβου συμμετείχε στον ακοντισμό και μάλιστα αγωνιζόταν με τενοντίτιδα(την αποκαλούσαν τότε και ακοντίτιδα). Οι διεθνείς αντέδρασαν και παρέμειναν στο Ελσίνκι για τους αγώνες, (τρεις μόνο πειθάρχησαν). Η άρνησή τους θεωρήθηκε κάτι σαν ανταρσία και όλοι τους τιμωρήθηκαν από το ΣΕΓΑΣ. Οι παίχτες υποστήριξαν ότι το ταξίδι τους έπρεπε να είχε οργανωθεί το ίδιο καλά όπως η προετοιμασία τους που ήταν επίπονη και πολύμηνη και γρήγορα στο πλευρό τους βρέθηκαν όλοι οι μεγάλοι σύλλογοι της χώρας όπου αγωνίζονταν οι διεθνείς και ο πανεπιστημιακός γυμναστής και πατέρας του Αρ. Ρουμπάνη, Σάββας Ρουμπάνης γράφει ο Σωτήρης Θεολογίδης και τελικά η ποινή τους ανακλήθηκε μεν αλλά η εθνική ομάδα του μπάσκετ τα επόμενα 7-8 χρόνια είχε- όχι τυχαία- την πιο μικρή συμμετοχή σε διεθνείς διοργανώσεις.
Σημειολογικά το Παρίσι ωστόσο κι όχι το Ελσίνκι είναι αυτό που σηματοδοτεί την πρώτη συμμετοχή της εθνικής ομάδας μπάσκετ σε μεγάλες διεθνείς διοργανώσεις. Στην πόλη του Φωτός όπου διεξάγονται οι φετινοί Ολυμπιακοί Αγώνες έκανε την πρώτη της επίσημη εμφάνιση- μετά τον Β Π.Π.- η εθνική ομάδα μπάσκετ, τον Μάιο του 1951 στο Πανευρωπαικό Πρωτάθλημα ,όπου συμμετείχαν συνολικά 29 χώρες.Μέλη της όλοι σχεδόν οι παραπάνω αναφερόμενοι. Εκείνη η συμμετοχή καταγράφεται ως το πρώτο πραγματικό «κρας-τεστ» της ελληνικής ομάδας μπάσκετ.
Κατοχή μπάλας στα 30 δευτ.
Το βιβλίο για το «Άγνωστο Ελληνικό Μπάσκετ» διατρέχει παράλληλα και την ιστορία του Παγκόσμιου Μπάσκετ για το οποίο η Ολυμπιάδα του Ελσίνκι(1952) αποτέλεσε σημείο καμπής καθώς οριοθετεί το τέλος μιας εποχής. Κι αυτό επειδή μέχρι τότε, με τους ισχύοντες κανονισμούς, σημειώνει ο Σ.Θεολογίδης κάθε ομάδα είχε το δικαίωμα να κρατήσει στην κατοχή της την μπάλα για απεριόριστο χρόνο. Στον τελικό των Ολυμπιακών του 52, μεταξύ ΗΠΑ και ΕΣΣΔ, οι Σοβιετικοί για να μην ηττηθούν με πολλούς πόντους εφάρμοσαν …φρίζινγκ, «πάγωμα» δλδ χρόνου και ρυθμού, τακτική που εκμηδένιζε το θέαμα και την ουσία του παιχνιδιού. Λίγους μήνες μετά η FIBA έβαλε τέλος, με την θέσπιση του χρονικού περιορισμού των 30΄΄που θα είχε πια στην διάθεσή της κάθε ομάδα για να εκδηλώσει επίθεση.