(ΚΩΣΤΑΣ ΤΖΟΥΜΑΣ/EUROKINISSI)

Πονοκέφαλος για την τιμή της φέτας: «Θα φτάσει ακόμα και στα 20 ευρώ – Η ακρίβεια οδηγεί τους καταναλωτές σε άλλα τυριά»

Η Θεσσαλία υπέστη τεράστιες καταστροφές από τις κακοκαιρίες του Σεπτεμβρίου, ενώ τα δεδομένα που προϋπήρχαν καθιστούν σχεδόν αδύνατη τη μείωση της τιμής της φέτας που εμφανίζει αυξητικές τάσεις.

Ρεπορτάζ: Γιώργος Φακής

propoli

Τον… ανήφορο έχει πάρει εδώ και 1,5 χρόνο η τιμή της φέτας, χωρίς να φαίνεται στον ορίζοντα κάποιο ενδεχόμενο αποκλιμάκωσης της υπάρχουσας κατάστασης, με τους κτηνοτρόφους να εμφανίζονται προβληματισμένοι για το πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα τους προσεχείς μήνες. Είναι ενδεικτικό ότι στα σούπερ μάρκετ η τιμή της φέτας ξεκινά από τα 11,50 ευρώ και ξεπερνά τα 14 ευρώ, με τις καταστροφές στη Θεσσαλία να φέρνουν νέα -έντονη- ανησυχία.

Στη συγκεκριμένη περιοχή παράγονται διαχρονικά τα περισσότερα μαλακά τυριά, με τη Θεσσαλία -ως γνωστόν- να έχει την πρωτοκαθεδρία και στη φέτα. Μάλιστα, οι πλημμύρες από τον «Daniel» και οι ζημιές που προκλήθηκαν, οδήγησαν μέχρι και τους «Financial Times» να αναφερθούν στο πώς μπορεί να επηρεαστεί η φέτα από τις κακοκαιρίες.

EUROKINISSI

Προς το παρόν τα δεδομένα που υπάρχουν δεν είναι ικανά να οδηγήσουν σε ασφαλή συμπεράσματα, διότι δεν έχουν ανακοινωθεί οι τιμές αγοράς πρόβειου και κατσικίσιου γάλακτος. Συνεπώς, οι κτηνοτρόφοι και οι αντίστοιχοι συνεταιρισμοί δεν γνωρίζουν επακριβώς το που θα κινηθεί η τιμή ανά κιλό, καθώς έχει διαμορφωθεί μία ιδιάζουσα κατάσταση μετά και τις τεράστιες καταστροφές στη Θεσσαλία.

Η κακοκαιρία «Daniel» είχε ως αποτέλεσμα να χαθεί ένα πολύ μεγάλο μέρος του ζωικού κεφαλαίου, καθώς τα νεκρά αιγοπρόβατα υπολογίζονται περίπου σε 100.000. Ο γενικός γραμματέας της Πανελλήνιας Ένωσης Κτηνοτρόφων, Νίκος Παλάσκας, μέσω της Politic τονίζει ότι με το υπάρχον κόστος παραγωγής, η τιμή της φέτας δεν θα μειωθεί: «Η μηδική έχει φτάσει στα 0,40 το κιλό, ενώ όλα τα σιτηρά κινούνται σε τιμές άνω των 0,30 ευρώ. Είναι αναγκαίο να ληφθούν μέτρα που θα επιδοτούν τις ζωοτροφές, ενώ θα πρέπει να μειωθεί το κόστος στα καύσιμα και το ηλεκτρικό ρεύμα. Με τα υπάρχοντα δεδομένα, δεν είναι εφικτό να μειωθεί η τιμή του γάλακτος».

Αυτό που επισημαίνουν συνεχώς οι κτηνοτρόφοι είναι ότι τα κόστη έχουν αυξηθεί σε όλους τους τομείς, γεγονός που αυτομάτως αυξάνει και τις δικές τους απαιτήσεις, προκειμένου να είναι ρεαλιστική η παραμονή τους στον πρωτογενή τομέα. «Δύο χρόνια πριν, το ρεύμα ήταν στα 650 ευρώ το δίμηνο. Τώρα είναι 2.000 ευρώ. Η κτηνοτροφία είναι προς εξαφάνιση και το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης επιβάλλεται να σκύψει πάνω από τον κλάδο. Πολύ πριν τις καταστροφές στη Θεσσαλία είχε μειωθεί σημαντικά το ζωικό κεφάλαιο, ενώ μετά τις πλημμύρες τα πράγματα έγιναν χειρότερα. Η παραγωγή γάλακτος θα είναι μειωμένη κατά 30% για τον επόμενο έναν χρόνο», σημειώνει ο Νίκος Παλάσκας.

(EUROKINISSI)

Ασφαλώς, ένα μεγάλο ζήτημα που έχει προκύψει από το 2021, αλλά έγινε πολύ πιο έντονο το 2022 και συνεχίζεται μέχρι και σήμερα, είναι η δυσκολία που παρουσιάζει η εξεύρεση εργατικών χεριών, στοιχείο που επηρεάζει άμεσα τις δυνατότητες παραγωγής. Επιπλέον, ανησυχία υπάρχει για τις ενισχύσεις, με μεγάλο ποσοστό κτηνοτρόφων να «κινδυνεύει» να τις δει… πετσοκομμένες κατά 25%, κάτι που αν συμβεί θα φέρει νέα δεδομένα στην τιμή του γάλακτος και κατ’ επέκταση της φέτας.

Εκτός από το ζωικό κεφάλαιο που χάθηκε από τις πλημμύρες στη Θεσσαλία, τεράστιες ήταν οι καταστροφές σε μονάδες παραγωγής, αλλά και σε ζωοτροφές, οι οποίες -όπως είναι λογικό- είχαν αγοραστεί και πληρωθεί, προκειμένου να ταϊστούν τα ζώα. «Όλα όσα έχουν συμβεί τον τελευταίο 1,5 χρόνο “χτυπούν” τον κτηνοτρόφο -αρχικά- και τον καταναλωτή τελικά. Αν το κράτος δεν παρέμβει, τότε θα τελειώσει η κτηνοτροφία. Έχουμε αναφέρει τα προβλήματα στον Λευτέρη Αυγενάκη. Αν δεν αλλάξει κάτι, τότε η φέτα μπορεί να φτάσει ακόμα και τα 20 ευρώ. Μειωμένη παραγωγή, ακρίβεια και έλλειψη εργατικών χεριών δημιουργούν μία πολύ δύσκολη πραγματικότητα για εμάς. Το ΥΠΑΑΤ έχει κατανοήσει το πρόβλημα, ωστόσο ακόμα δεν έχουμε δει κάτι χειροπιαστό», καταλήγει ο Νίκος Παλάσκας.

(ΚΩΣΤΑΣ ΤΖΟΥΜΑΣ/EUROKINISSI)

Μεταφορά ζωικού κεφαλαίου από την Κρήτη στη Θεσσαλία

Μέσα στο αρνητικό κλίμα που έχει διαμορφωθεί από τις συνθήκες των τελευταίων μηνών, ως θετικό στοιχείο μπορεί να χαρακτηριστεί το γεγονός ότι αιγοπρόβατα θα μεταφερθούν, σε νεαρή ηλικία, στη Θεσσαλία, προκειμένου να ενισχύσουν την παραγωγή γάλακτος. «Πράγματι, είναι ένα πρώτο θετικό στοιχείο, την ώρα που η αγορά φαίνεται στάσιμη και κανένας δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα το τι θα γίνει τους επόμενους μήνες. Είναι ακόμα νωρίς να μιλήσουμε για την τιμή της φέτας, καθώς πολλά θα εξαρτηθούν από τις απαιτήσεις των γαλακτοπαραγωγών. Υπάρχει μία στάση αναμονής. Το ενδιαφέρον για αγορά “μωρών” αιγοπροβάτων είναι έντονο στην περιοχή της Θεσσαλίας και έτσι σε αυτό το κομμάτι πρόκειται να υπάρξουν συμφωνίες με άλλες περιοχές», σημειώνει ο πρόεδρος της Διεπαγγελματικής Οργάνωσης για την Προστασία της Φέτας (Δ.Ο.Φ).

Η αύξηση στην τιμή της φέτας μείωση τη ζήτηση σε Ελλάδα και εξωτερικό

Όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, στον τομέα της μεταποίησης επικρατεί στάση αναμονής, καθώς το προσεχές διάστημα θα ανακοινωθούν οι τιμές αγοράς του γάλακτος από τους παραγωγούς, με τις ποσότητες εισκόμισης αυτή τη στιγμή να είναι μικρές. «Γίνονται ζυμώσεις και προς το παρόν τίποτα δεν έχει οριστικοποιηθεί. Η μεταποίηση γνωρίζει τις δυνατότητες της αγοράς και πρέπει να καταλήξουμε (με τους κτηνοτρόφους) σε μια τιμή που θα είναι συμφέρουσα, τόσο για τον πρωτογενή τομέα, όσο και για το τελικό κοστολόγιο, προκειμένου οι καταναλωτές να αγοράσουν το προϊόν. Το σίγουρο είναι ότι τα αποθέματα που υπάρχουν στις μεταποιητικές μονάδες -τον φετινό Οκτώβριο- είναι μεγαλύτερα σε σχέση με το αντίστοιχο χρονικό διάστημα πέρυσι και αυτό μας προβληματίζει», αναφέρει αρχικά ο πρόεδρος της Ένωσης Ελληνικών Τυροκομείων, Νίκος Τάχας.

EUROKINISSI

Υπενθυμίζεται ότι η περσινή τιμή αγοράς αιγοπρόβειου γάλακτος ήταν στο 1,65 ευρώ, απόρροια του υψηλού κόστους παραγωγής, με το οποίο ήταν (και είναι) αντιμέτωποι οι κτηνοτρόφοι. Η αύξηση κυμάνθηκε περίπου στο 30% γεγονός που προκάλεσε «ασφυξία» στους καταναλωτές, οι οποίοι επέλεξαν να βάλουν στο τραπέζι τους άλλα είδη λευκών τυριών, με τη φέτα να… παραγκωνίζεται. «Στο πίσω μέρος του μυαλού μας θα πρέπει να έχουμε τους καταναλωτές. Ας μην ξεχνάμε ότι περίπου το 65% της συνολικής παραγωγής φέτας εξάγεται στο εξωτερικό. Πέρυσι παράχθηκαν 140.000 τόνοι και οι 90.000 πήγαν στο εξωτερικό. Πλέον, όμως, βλέπουμε να μεταποιείται εισαγόμενα αγελαδινό γάλα, από το οποίο παράγονται άλλα λευκά τυριά, τα οποία δεν έχουν τα θρεπτικά στοιχεία της φέτας, χωρίς -βέβαια- αυτό να σημαίνει ότι δεν είναι καλής ποιότητας. Η κατανάλωση μετατοπίστηκε από τη φέτα στα άλλα τυριά, ενώ κάτι αντίστοιχο είχε συμβεί στο παρελθόν με τη κασέρι, το οποίο σε μεγάλο βαθμό “αντικαταστάθηκε” από το κασέρι», σημειώνει ο πρόεδρος της Ένωσης Ελληνικών Τυροκομείων.

Δείγμα της ακρίβειας που έχει πλήξει τα νοικοκυριά, είναι η μειωμένη κατανάλωση φέτας, αλλά αυτό είναι ένα στοιχείο που καταγράφηκε και στο εξωτερικό. Σε πολλές χώρες, μέσα στο 2023, καταναλώθηκε λιγότερη φέτα, σε σύγκριση πάντα με το τι γινόταν στο παρελθόν, απόρροια της μεγάλης αύξησης που παρουσίασε η τιμή.

Από εκεί και πέρα, πολλές μεταποιητικές μονάδες υπέστησαν σοβαρές καταστροφές από τις πλημμύρες του Σεπτεμβρίου, με τις ζημιές να απαιτούν ένα σεβαστό χρονικό διάστημα για να αποκατασταθούν. «Ουσιαστικά έχουμε να αντιμετωπίσουμε προκλήσεις σε τρία διαφορετικά μέτωπα. Το ένα είναι οι εγκαταστάσεις μας που υπέστησαν ζημιές, το δεύτερο είναι το χαμένο ζωικό κεφάλαιο που αυτομάτως μειώνει την παραγωγή και το τρίτο είναι οι ζωοτροφές που καταστράφηκαν με τις πλημμύρες και επίσης θα φέρουν νέα δεδομένα στον πρωτογενή τομέα, που άμεσα θα επηρεάσουν και εμάς. Ασφαλή συμπεράσματα για το που βαδίζει ο κλάδος της τυροκομίας θα υπάρχουν το φθινόπωρο του 2024. Πάμε βήμα – βήμα και με συνεννόηση πιστεύω ότι θα βρεθεί η χρυσή τομή, είτε με τους κτηνοτρόφους, είτε με την αγορά», διευκρινίζει ο κ. Τάχας.

Δείτε επίσης: Στέλιος Αγγελούδης: Που θα δώσει προτεραιότητα ο νέος δήμαρχος Θεσσαλονίκης;

Loading