Ρόναν Σέιμπερν: «Η Ελλάδα προσφέρει μοναδικές ποικιλίες σταφυλιών παγκόσμιας κλάσης»

Ρόναν Σέιμπερν: «Η Ελλάδα προσφέρει μοναδικές ποικιλίες σταφυλιών παγκόσμιας κλάσης»

Το 2001, ο σομελιέ Ρόναν Σέιμπερν πρότεινε δύο ελληνικά κρασιά στους πελάτες του εστιατορίου του διάσημου σεφ Γκόρντον Ράμσεϊ στο Λονδίνο, ο οποίος είχε τρία αστέρια Μισελέν. Η ανταπόκρισή τους ήταν μάλλον χλιαρή. «Τους έλεγα θα πρέπει να δοκιμάσεις αυτό το κρασί από την Ελλάδα. Κι η αρχική απάντησή τους ήταν: καλύτερα όχι, δεν μου αρέσει η ρετσίνα». Σήμερα, τα πράγματα έχουν αλλάξει, κυρίως χάρη στο ασύρτικο από τη Σαντορίνη και στην αναζήτηση νέων γευστικών εμπειριών από τους λάτρεις του κρασιού. Όπως αναφέρει ο Σέιμπερν, CEO του Court of Master Sommeliers Europe, «η Ελλάδα διαθέτει φανταστικές, παγκόσμιας κλάσης ποικιλίες σταφυλιών, που δεν τις βρίσκεις πουθενά αλλού στον κόσμο, όπως το Ασύρτικο, το Ξινόμαυρο και το Αγιωργίτικο, καθώς και η Μαλαγουζιά, το Βιδιανό και το Λιάτικο.

Αυτές οι ποικιλίες καθιστούν την ελληνική αγορά κρασιού συναρπαστική. «Δεν χρειαζόμαστε περισσότερο Chardonnay στον κόσμο, ούτε περισσότερο Sauvignon Blanc… Κάθε φορά που επισκέπτομαι την Ελλάδα γνωρίζω ότι θα μάθω κάτι νέο για τις ποικιλίες σταφυλιών και τα κρασιά της», παρατηρεί. Παράλληλα, τόνισε τη σημασία των Ελλήνων οινοπαραγωγών, που χρησιμοποιούν αυτές τις ποικιλίες είτε μόνες τους είτε σε συνδυασμούς με γαλλικές, δημιουργώντας ενδιαφέροντα κρασιά.

Ο Σέιμπερν ανακάλυψε τα ελληνικά κρασιά το 2000 στο Λονδίνο, όταν δοκίμασε τη Μαλαγουζιά του Γεροβασιλείου και το Ξινόμαυρο του Κτήματος Άλφα. Γύρω στο 2002, όταν επισκέφτηκε το οινοποιείο του Πάρι Σιγάλα στη Σαντορίνη, ερωτεύτηκε τα ελληνικά κρασιά. «Το ασύρτικο από τη Σαντορίνη, με τη μοναδικότητά του, άλλαξε την εικόνα των ελληνικών κρασιών ανά τον κόσμο», προσθέτει.

Συναντήσαμε τον Σέιμπερν στη Θεσσαλονίκη, όπου συμμετέχει στην επιτροπή αξιολόγησης του διαγωνισμού «Thessaloniki Wine & Spirits Trophy 2025», που διοργανώνει η Ένωση «Οινοποιοί Βορείου Ελλάδος». Οι συμμετοχές φέτος έσπασαν ρεκόρ, φτάνοντας τις 1.030 από Ελλάδα και Κύπρο.

Η Θεσσαλονίκη είναι μόνο ένας από τους σταθμούς των ταξιδιών του, καθώς ο ίδιος έχει αγαπήσει το κρασί από μικρή ηλικία. «Όταν σπούδαζα γεωλόγος, άρχισα να δουλεύω σε μια παμπ, κάτι που με έφερε σε επαφή με το κρασί», λέει. Στη συνέχεια, εργάστηκε για οκτώ χρόνια ως Executive Head Sommelier στα εστιατόρια του Γκόρντον Ράμσεϊ.

Αφού αποφάσισε να πάρει ένα διάλειμμα, πήγε στην Ταϊλάνδη, όπου εργάστηκε ως δάσκαλος καταδύσεων. «Είναι ωραίο να ανανεώνεσαι και να είσαι έτοιμος να συνεχίσεις», σημειώνει.

Ο Σέιμπερν έχει διατηρήσει τη γνώση του για τη γη και τα ηφαίστεια, στοιχεία που επηρεάζουν την παραγωγή κρασιών. «Καταλαβαίνω γιατί το κρασί της Σαντορίνης έχει τόσο ωραία γεύση, επειδή προέρχεται από μια ποικιλία που ευδοκιμεί στο ηφαιστειογενές έδαφος», λέει με ενθουσιασμό.

Ποιες είναι οι πιο συναρπαστικές φιάλες που έχει κρατήσει; «Θα έλεγα κρασιά όπως ένα Chateau Lafite του 1873, ένα Chateau d’ Yquem του 1890 και ένα Chateau Margaux του 1900».

Σε ερώτηση για το ρόλο του σομελιέ σε ένα εστιατόριο, ο Σέιμπερν υπογραμμίζει τη σπουδαιότητά του, επισημαίνοντας ότι μπορεί να επηρεάσει την οικονομική ευημερία της επιχείρησης.

Επίσης, έχει ελληνικά κρασιά στο κελάρι του, κυρίως χάρη στον Κωνσταντίνο Λαζαράκη, ο οποίος του προσφέρει συνεχώς εξαιρετικά κρασιά.

Loading

Play