Έντονη ανησυχία επικρατεί τις τελευταίες ημέρες στη χώρα και ιδιαίτερα στην περιοχή της Θεσσαλίας, για την πιθανή εξάπλωση διαφόρων λοιμωδών νοσημάτων, με τα στάσιμα νερά και τα νεκρά ζώα να έχουν δημιουργήσει μια υγειονομική βόμβα στον κάμπο.
Ρεπορτάζ: Γιώργος Φακής
Συγκεκριμένα, εδώ και μερικά 24ωρα οι επιστήμονες προειδοποιούν για τη μόλυνση του νερού, το οποίο σε πολλά μέρη έχει χαρακτηριστεί επικίνδυνο ακόμα και για πλύσιμο των χεριών, πόσο μάλλον για κατανάλωση. Μάλιστα, υπό αυτό το πρίσμα, η κατάσταση γίνεται ακόμα πιο δύσκολη όσο συνεχίζουν να μην μαζεύονται τα πτώματα των ζώων, με τη Θεσσαλία να έχει μετατραπεί σε ένα γιγάντιο έλος. Σύμφωνα με τις τελευταίες καταγραφές, τα νεκρά ζώα ανέρχονται σε δεκάδες χιλιάδες σε όλη τη Θεσσαλία, με τον ακριβή αριθμό να μην μπορεί να υπολογιστεί προς το παρόν. Το πρόβλημα είναι έντονο σε συγκεκριμένες περιοχές, ωστόσο μπορούν να δημιουργήσουν υγειονομικά προβλήματα σε όλο το εύρος του κάμπου και όχι μόνο.
Για τους κινδύνους που υπάρχουν για τη δημόσια υγεία μιλά στην Politic η Μαρία Εξηντάρη, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Β’ Εργαστήριο Μικροβιολογίας της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Όπως εξηγεί η κα. Εξηντάρη, δεν υπάρχει λόγος για πρόκληση πανικού στον κόσμο, αρκεί να τηρούνται οι κανόνες υγιεινής. «Πράγματι υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να αναπτυχθούν λοιμώδη νοσήματα από τα χιλιάδες νεκρά ζώα που έρχονται σε επαφή με το νερό εδώ και τόσες ημέρες. Τα ζώα είναι σε κατάσταση σήψης και εξαπολύουν μικρόβια, τα οποία μέσω του νερού φτάνουν σε χωράφια, σπίτια και δρόμους. Στη Θεσσαλία έχει αναπτυχθεί ένα ανεξέλεγκτο έλος, με τους κινδύνους ασφαλώς να μην είναι μόνο από τα ζώα», τονίζει αρχικά.
Γίνεται εύκολα κατανοητό ότι πολλά νοσήματα προκαλούνται από τα στάσιμα νερά, τα σκουπίδια που υπάρχουν εντός αυτών, αλλά και από σορούς ανθρώπων που ενδεχομένως ακόμα αγνοούνται από τις Αρχές. Πάντως, η αναπληρώτρια καθηγήτρια του ΑΠΘ υπογραμμίζει ότι δεν προβλέπει μεγάλη εξάπλωση λοιμωδών νοσημάτων: «Είμαστε νοήμων λαός και ξέρουμε πώς να προστατευόμαστε. Το τι ασθένειες θα έρθουν στην επιφάνεια θα το δούμε, κυρίως, από τη συμπεριφορά των ανθρώπων και την προσοχή που θα δείξουμε όλοι. Είναι αναγκαίο να φυλαγόμαστε, όπως θα κάναμε αν βλέπαμε ένα οποιοδήποτε πτώμα σε σήψη, μόνο που τώρα η μόλυνση αφορά το νερό».
Είναι γεγονός ότι σε περιοχές που από τις πλημμύρες χάθηκαν πολλά ζώα, αλλά και από τα στάσιμα νερά, η μυρωδιά που υπάρχει στην ατμόσφαιρα είναι ανυπόφορη, όμως δεν φαίνεται πως αυτό μπορεί να προκαλέσει κάποια ασθένεια σε έναν άνθρωπο. «Δεν υπάρχει κίνδυνος από τον αέρα, αλλά τα νερά είναι επικίνδυνα και μολυσμένα. Μην ξεχνάμε ότι υπάρχουν και φυτά βυθισμένα, τα οποία καθημερινά σαπίζουν. Προς το παρόν δεν φαίνεται να είμαστε σε τόσο απελπιστική κατάσταση, ώστε να φοβόμαστε τον αέρα και να πρέπει να φοράμε μάσκες για να προστατευτούμε. Μάσκες φορούν όσοι κάνουν αποκομιδές νεκρών ζώων και σορών ανθρώπων, όσοι μαζεύουν σκουπίδια και καθαρίζουν περιοχές», αναφέρει χαρακτηριστικά η Μαρία Εξηντάρη.
Καθημερινά, σχεδόν, ο αριθμός των νεκρών ανεβαίνει, με πολλούς ανθρώπους ακόμα να παραμένουν αγνοούμενοι, οπότε κανένας δεν γνωρίζει πόσοι έχασαν τη ζωή τους από τις φονικές πλημμύρες της κακοκαιρίας «Daniel». Από τις σορούς των ανθρώπων που παραμένουν μέσα στο νερό υπάρχει σοβαρός κίνδυνος μολύνσεων, αλλά όχι στο επίπεδο που αυτό μπορεί να γίνει από τα νεκρά ζώα.
Όπως είναι λογικό, οι τελευταίες εξελίξεις έχουν φέρει μεγάλη ανησυχία στις τάξεις του κόσμου σχετικά με το αν είναι επικίνδυνο ή όχι το νερό από τη βρύση, τουλάχιστον στις περιοχές της Θεσσαλίας, με τη Μαρία Εξηντάρη να ξεκαθαρίζει ότι σε αυτό το κομμάτι τα πάντα εξαρτώνται από τις οδηγίες που δίνουν οι τοπικοί δήμοι. «Αν η ενημέρωση που υπάρχει κάνει λόγο για καθαρό νερό, τότε μπορούμε να το πιούμε. Αυτά, φυσικά, αλλάζουν καθημερινά με βάση τα δεδομένα που έχουμε. Τα μικρόβια παραμένουν στο χώμα, στη λάσπη, στο νερό και αυτή θα είναι η πραγματικότητα ακόμα και αν μαζευτούν τα νεκρά ζώα. Προφανώς και δεν θα φύγουν αμέσως και τα μικρόβια. Χρειάζεται πολλή προσοχή, αλλά δεν είναι κάτι τραγικό», σημειώνει η κα. Εξηντάρη.
Γενικότερα δεν χρειάζεται να υπάρχει κλίμα φόβου, ωστόσο σε πολλές περιπτώσεις οι εν λόγω ασθένειες, που προκαλούνται από τα μολυσμένα νερά, μπορεί να αποβούν μοιραίες για ανθρώπους κυρίως μεγαλύτερης ηλικίας, αλλά και για τις ευπαθείς ομάδες. «Η υγεία του καθένα καθορίζει και το πώς θα περάσει ένα λοιμώδες νόσημα. Όποιος έχει το παραμικρό σύμπτωμα ή εξάνθημα και κατοικεί σε περιοχή της Θεσσαλίας, καλό είναι να επικοινωνήσει με τον γιατρό του ή να επισκεφθεί το πλησιέστερο νοσοκομείο», προτρέπει η αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιατρικής του ΑΠΘ.
Τέλος, σχετικά με τα μέτρα προστασίας, η κα. Εξηντάρη επισημαίνει ότι θα πρέπει να τηρούνται οι γνωστοί τρόποι υγιεινής, όπως το καλό πλύσιμο των χεριών με καθαρό νερό εφόσον υπάρχει, η χρήση γαλότσας και γαντιών σε όσους καθαρίζουν τις περιουσίες τους, ενώ σημαντικό είναι να αποφευχθεί η οποιαδήποτε επαφή με το νερό, ειδικά αν υπάρχουν πληγές και δερματικές αλλοιώσεις σε οποιοδήποτε σημείο. «Συστήνεται η χρήση οινοπνεύματος ή αντισηπτικού για τον καθαρισμό των χεριών μας. Επίσης, οφείλουμε να προσέχουμε και τα ζώα που έχουμε, ιδιαίτερα τα οικόσιτα. Δεν πρέπει να έρθουν σε επαφή με το νερό», καταλήγει η αναπληρώτρια καθηγήτρια του ΑΠΘ.
Δύσκολη η γρήγορη απομάκρυνση όλων των ζώων σε μια τέτοια καιρική καταστροφή
«Ένα νεκρό ζώο μπορεί να αποτελεί κίνδυνο για τη δημόσια υγεία, γιατί έχουμε πολλαπλασιασμό κοινών βακτηρίων, τα οποία αυξάνονται υπέρμετρα, καθώς έχει εκλείψει η ανοσία του ζώου», σημειώνει χαρακτηριστικά στην Politic ο Σπύρος Κρήτας, καθηγητής Κτηνιατρικής στο ΑΠΘ, στον τομέα της μικροβιολογίας και των λοιμωδών νοσημάτων των ζώων.
Τα ζώα φέρουν φυσιολογικά βακτήρια, τα οποία αριθμητικά είναι πολλαπλάσια σε σχέση με τα κύτταρά τους, ωστόσο όταν εξαλειφθεί η ανοσία π.χ. λόγω θανάτου, τα βακτήρια μυπερπολλαπλασιάζονται.
Με δεδομένο ότι επί τόσες μέρες χιλιάδες νεκρά ζώα δεν έχουν απομακρυνθεί, θεωρείται σίγουρο ότι μολύνουν το νερό, τόσο επιφανειακά, όσο και στον υδροφόρο ορίζοντα. «Υπάρχει κίνδυνος για τη δημόσια υγεία και χρειάζεται η παρέμβαση των αρμόδιων Αρχών. Είναι κατανοητό ότι δεν είναι εύκολη υπόθεση η απομάκρυνση των πτωμάτων, διότι υπάρχει μια μαζική καταστροφή. Η πολιτεία πρέπει να συλλέξει τα ζώα, αλλά ακόμα και να γίνει αυτό, η συνέχεια πάλι δεν θα είναι εύκολη, καθώς υπάρχουν πολύ λίγα αποτεφρωτήρια στην Ελλάδα, οπότε η διαδικασία θα κυλήσει με αργούς ρυθμούς. Πρέπει να κατανοήσουμε ότι σε μια τόσο μεγάλη καιρικά καταστροφή, είναι σίγουρο ότι θα υπάρξουν πολλά νεκρά ζώα, τα οποία θα αποτελέσουν κίνδυνο για τη δημόσια υγεία. Είναι κάτι ανάλογο με τους μεγάλους σεισμούς, όπου εκεί οι κίνδυνοι μπορεί να προέρθουν π.χ. από πτώματα ανθρώπων και ζώων που παραμένουν θαμμένα κάτω από τα χαλάσματα», εξηγεί ο κ. Κρήτας.
Για να ανταπεξέλθουν οι Αρχές, γίνεται παράλληλα υγειονομική ταφή των υπολοίπων
ζώων, σε τάφρους (υπό την επίβλεψη των αρμοδίων) που θα καλυφθούν με πλαστικό ή ασβέστη, μέσα από μια συγκεκριμένη διαδικασία. «Οι άνθρωποι των περιοχών που επλήγησαν από τις πλημμύρες πρέπει να είναι προσεκτικοί και να μην κυκλοφορούν σε μέρη που υπάρχουν κουφάρια. Βέβαια το άθικτο δέρμα μας συνιστά έναν προστατευτικό φραγμό, αλλά αν είναι ταλαιπωρημένο (υπερβολική υγρασία, τραυματισμοί) τότε είναι δυνατόν να διέλθει κάποιο μικρόβιο μέσα στον οργανισμό μας», τονίζει ο καθηγητής Κτηνιατρικής του ΑΠΘ.
Από εκεί και πέρα, πολλά ερωτηματικά υπάρχουν σε σχέση με το μέλλον, για το αν είναι εφικτό να εξυγιανθεί μια περιοχή που έχει μολυνθεί από εκατοντάδες ή χιλιάδες νεκρά ζώα, ώστε να είναι ακίνδυνη η επιστροφή των ανθρώπων στα χωριά τους.
Ο Σπύρος Κρήτας ξεκαθαρίζει ότι «είναι εξαιρετικά δύσκολη η απολύμανση της οργανικής ύλης, π.χ. χώμα, και δύσκολα θα υπάρξει το επιθυμητό αποτέλεσμα. Οι μικροοργανισμοί κάποια στιγμή θα εξαφανιστούν. Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί και να καθαρίζουμε τα πάντα με καθαρό νερό. Είναι πολύ σημαντικό να λαμβάνονται ατομικά μέτρα προστασίας. Πάντως, η διαχείριση του ζητήματος της απομάκρυνσης των νεκρών ζώων φαίνεται να είναι σε καλό δρόμο, με βάση τη μεγάλη καταστροφή που έχει συντελεστεί και συγκριτικά με άλλες χώρες».
Δείτε επίσης: Τα μέτρα στήριξης της Θεσσαλίας – Τα δάνεια, η δωρεά και η ευρωπαϊκή βοήθεια