Αρνητική έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Ελλάδα

Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ επικαλείται δημοσιεύματα, έρευνες και καταγγελίες από το 2017 μέχρι και το 2022.

Μέσα από μια έκθεση 46 σελίδων η οποία είναι περίπου 10.000 λέξεις, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ κάνει αναλυτική αναφορά στις καταγγελίες που υπάρχουν για παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ελλάδα.

propoli

«Δεν υπήρξαν σημαντικές αλλαγές στην κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους. Τα σημαντικά ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων περιλάμβαναν αξιόπιστες αναφορές για: σκληρή, απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κρατουμένων στις φυλακές και μεταναστών και αιτούντων άσυλο από τις αρχές επιβολής του νόμου- εγκλήματα που περιλαμβάνουν βία με στόχο μέλη εθνικών, φυλετικών ή εθνοτικών μειονοτικών ομάδων- και εγκλήματα που περιλαμβάνουν βία ή απειλές βίας με στόχο λεσβίες, ομοφυλόφιλα, αμφιφυλόφιλα, τρανσέξουαλ, ομοφυλόφιλα ή ίντερσεξ άτομα.

Η κυβέρνηση λάμβανε τακτικά μέτρα για τη διερεύνηση, τη δίωξη και την τιμωρία αξιωματούχων που διέπρατταν παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, είτε στις δυνάμεις ασφαλείας είτε αλλού στην κυβέρνηση. Υπήρχαν, ωστόσο, καταγγελίες από μη κυβερνητικές οργανώσεις και διεθνείς οργανισμούς σχετικά με την αποτυχία της κυβέρνησης να διερευνήσει αποτελεσματικά τις καταγγελίες για αναγκαστικές επιστροφές αιτούντων άσυλο και να θέσει τους υπεύθυνους προ των ευθυνών τους» αναφέρει το εισαγωγικό σημείωμα της έκθεσης.

Στην έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ γίνονται αναφορές σε δημοσιεύματα ως πηγές για την επιβεβαίωση των καταγγελιών που υπάρχουν. Πιο συγκεκριμένα, γίνεται αναφορά σε ένα δημοσίευμα της ισπανικής εφημερίδας «El Pais» η οποία μιλούσε για 374 περιστατικά απώθησης τα οποία είχαν να κάνουν με ελληνικές δυνάμεις ασφαλείας στα σύνορα του Έβρου με την Τουρκία.

Πρόκειται για περιστατικά που έγιναν το διάστημα από 2017 μέχρι και το 2022.

Σε άλλο σημείο της έκθεσης υπάρχει αναφορά σε δημοσίευμα των New York Times το οποίο περιλάμβανε βίντεο της που φέρεται να δείχνει την Ελληνική Ακτοφυλακή να μεταφέρει 12 μετανάστες και αιτούντες άσυλο, συμπεριλαμβανομένων μικρών παιδιών από ένα φορτηγό σε μια σχεδία, να τους βγάζει στη θάλασσα και να τους εγκαταλείπει.

Στην ίδια έκθεση υπάρχει και το αποτέλεσμα της έρευνας του Δικτύου Παρακολούθησης της Βίας στα Σύνορα το οποίο δείχνει ότι το 65% έχουν βίωσαν ή έγιναν μάρτυρες βίας από τις Αρχές.

Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αναφέρει ότι «μια έκθεση του Μαΐου από την Εξεταστική Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σχετικά με τη χρήση λογισμικών κατασκοπείας διαπίστωσε ότι η χώρα δεν χρησιμοποιούσε spyware «ως μέρος μιας ολοκληρωμένης αυταρχικής στρατηγικής», αλλά χρησιμοποιούσε το κατασκοπευτικό λογισμικό εναντίον «δημοσιογράφων, πολιτικών και επιχειρηματιών», και εξήγαγε το spyware σε χώρες με φτωχές επιδόσεις στο σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Κατά τη διάρκεια του έτους, δεν υπήρξαν νέες αναφορές για περιπτώσεις χρήσης spyware.

Κατά τη διάρκεια του έτους, η Άρτεμις Σίφορντ, πρώην υπάλληλος της Meta με διπλή ελληνική και αμερικανική υπηκοότητα, ο οποίος, σύμφωνα με δημοσίευμα των New York Times της 20ης Μαρτίου, εργαζόταν σε θέματα πολιτικής κυβερνοασφάλειας, ισχυρίστηκε ότι παρακολουθείτο από την Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών μέσω κατασκοπευτικού λογισμικού Predator στο κινητό της τηλέφωνο από τον Σεπτέμβριο έως τον Νοέμβριο του 2021. Αντιπολίτευση και διεθνής Τύπος δημοσιεύματα υποστήριξαν ότι το μοτίβο των αποδεικτικών στοιχείων ενέπλεκε τις αρχές της χώρας.

Τον Ιούλιο η Ελληνική Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα παρουσίασε πορίσματα που υποδηλώνουν ότι ότι το 2022 τουλάχιστον 92 Έλληνες πολίτες είχαν υποστεί απόπειρες
να εγκαταστήσουν κατασκοπευτικό λογισμικό Predator στις προσωπικές τους συσκευές. Η αρχή δήλωσε ότι δεν δεν έχει στοιχεία που να υποδεικνύουν την προέλευση αυτών των προσπαθειών, αλλά πρόσθεσε ότι η έρευνα παραμένει σε εξέλιξη».

Για τη συγκεκριμένη έκθεση του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ τοποθετήθηκε και το υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας.

Στην ανακοίνωση που εξέδωσε επισημαίνει ότι «η έκθεση καταγράφει, χωρίς περαιτέρω διερεύνηση, καταγγελίες μη κυβερνητικών οργανώσεων για τις οποίες δεν πραγματοποιείται ανεξάρτητος έλεγχος».

Στη συνέχεια τονίζεται ότι η «ελληνική κυβέρνηση θα συνεχίσει να υπηρετεί με συνέπεια τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου στην Ελλάδα, εμβαθύνοντας την ουσιαστική ισότητα των πολιτών και τα ατομικά και κοινωνικά τους δικαιώματα και βελτιώνοντας το επίπεδο ζωής τους».

«Η έκθεση καταγράφει, χωρίς περαιτέρω διερεύνηση, καταγγελίες μη κυβερνητικών οργανώσεων για τις οποίες δεν πραγματοποιείται ανεξάρτητος έλεγχος.

Ακριβώς λόγω της αδιάκριτης αυτής καταγραφής, εμφανίζεται ότι σε όλες τις χώρες με ανεπτυγμένο κράτος δικαίου υφίστανται σοβαρά ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ιδιαίτερα σημαντικό για την ακεραιότητα, την αξιοπιστία και την αντικειμενικότητα της έκθεσης είναι το γεγονός ότι δεν ζητήθηκε η άποψη της ελληνικής πολιτείας σε σχέση με τα αναφερόμενα θέματα.

Αν και αναγνωρίζεται σε πολλά επίπεδα η πρόοδος σε σχέση με την προστασία δικαιωμάτων στην Ελλάδα, ⁠η έκθεση παραγνωρίζει ή και τελείως αγνοεί ρυθμιστικές παρεμβάσεις και εθνικές στρατηγικές των τελευταίων ετών για τη διασφάλιση δικαιωμάτων ευάλωτων κατηγοριών πολιτών, όπως ΑμεΑ, ΛΟΑΤΚΙ και ασυνόδευτα ανήλικα.

Διαχρονικά, οι εκθέσεις για την Ελλάδα παρουσιάζουν ανάλογα θέματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ιδιαιτέρως την περίοδο 2016-2019 παραθέτονταν σοβαρότατες καταγγελίες, οι οποίες σταδιακά εξέλιπαν.

Η ελληνική κυβέρνηση θα συνεχίσει να υπηρετεί με συνέπεια τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου στην Ελλάδα, εμβαθύνοντας την ουσιαστική ισότητα των πολιτών και τα ατομικά και κοινωνικά τους δικαιώματα και βελτιώνοντας το επίπεδο ζωής τους».

Loading