«Έρχεται ο πρώην πεθερός μου, πρώην αστυνομικός, και ο σύζυγος, και αρχίζουν να με βαράνε με απίστευτη μανία».
Άγρια επίθεση δέχτηκε μια μητέρα δύο παιδιών από τον πρώην σύζυγό της και τον πατέρα αυτού, στον προαύλιο χώρο του Αστυνομικού Τμήματος Χολαργού.
Η γυναίκα μιλώντας στο OPEN, θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία της, αναφέρθηκε στο περιστατικό του 2022, σημειώνοντας πως «είναι παρόμοιο» με εκείνο που έλαβε χώρα στους Αγίους Αναργύρους και δήλωσε πως θεωρεί «πως ζω από τύχη».
Την ημέρα της επίθεσης, όπως εξήγησε, βρισκόταν στο σπίτι με το άρρωστο παιδί της, όταν ήρθε ο πρώην σύζυγός της μαζί με τον πατέρα του και συνοδεία αστυνομικών. Επειδή το ανήλικο ήταν με πυρετό, δεν το έδωσε στον πατέρα του και εκείνος κάλεσε τις Αρχές.
«Έρχεται ο πρώην σύζυγος να επικοινωνήσει με το μικρό παιδί, το οποίο εκείνη την ημέρα ήταν άρρωστο. Έχω τα χαρτιά, επίσημα, από το Παίδων που φαίνεται πως το παιδάκι είναι άρρωστο. Ο πατέρας του λοιπόν είναι πρώην αστυνομικός, έρχεται συνοδεία πάντα με τον πατέρα του, για να έχει την εύνοια» περιέγραψε.
Όταν κατέβηκε από το σπίτι, ο πρώην σύζυγός της, όπως είπε, ζήτησε από τους αστυνομικούς να τη συλλάβουν για παραβίαση της δικαστικής απόφασης όσον αφορά στο πότε θα βλέπει τα παιδιά.
«Κατεβαίνω εγώ κάτω για να δείξω τα χαρτιά πως το παιδί είναι άρρωστο και, ελαφρά την καρδία, γυρνάει ο πρώην σύζυγος και λέει στον αστυνομικό “συλλάβετε την για παραβίαση”».
Ο ένστολος τής ζήτησε να τον ακολουθήσει και όλοι μαζί πήγαν στο πλησίον Τμήμα του Χολαργού.
«Πηγαίνουμε στο Τμήμα, είμαι στο τηλέφωνο και μιλάω με τους δικηγόρους μου για το τι θα γίνει. Ήμασταν στον προαύλιο χώρο και ήταν πολύ εριστικός και είπα να μας χωρίσουν (…) και να με βάλουν σε άλλο χώρο, μην γίνει κάτι κακό. Έρχεται από πίσω ο πρώην πεθερός μου, πρώην αστυνομικός, και ο σύζυγος, και αρχίζουν να με βαράνε με απίστευτη μανία» περιέγραψε.
Η επίθεση έγινε «στον προαύλιο χώρο του Α.Τ. Χολαργού», μπροστά στα μάτια του φρουρού.
«Μας χωρίσανε, μας πήγαν στο τμήμα ενδοοικογενειακής βίας στην Αγία Παρασκευή και γίνανε τα προβλεπόμενα. Την επόμενη ημέρα, πηγαίνοντας με μια διάταξη της εισαγγελίας να γίνει άρση των καμερών, η απάντηση ήταν πως οι κάμερες δεν δουλεύανε εκείνη την ώρα. Όταν πήγαμε με δεύτερη άρση γιατί δεν δουλεύανε (…) μας είπαν πως οι κάμερες ναι μεν δουλεύανε και κατέγραφαν, αλλά δεν πιάσανε τη συγκεκριμένη γωνία, που ήταν ακριβώς κάτω από την κάμερα. Είναι αστείο, αν δείτε τις κάμερες» δήλωσε η μάρτυρας, για τα όσα ακολούθησαν.
Μέχρι και σήμερα περιμένει την εκδίκαση της υπόθεσης και «μη έχοντας τις κάμερες και μία βαρβάτη ιατροδικαστική, υπάρχει κίνδυνος να αθωωθεί αυτός ο άνθρωπος».