Έρευνα Prorata: Το 46% πιστεύει ότι η ΝΔ θα πάει καλύτερα με άλλον ηγέτη – Το 67% θέλει νέο αριστερό πολιτικό φορέα

Έρευνα Prorata: Το 46% πιστεύει ότι η ΝΔ θα πάει καλύτερα με άλλον ηγέτη – Το 67% θέλει νέο αριστερό πολιτικό φορέα

Η έρευνα επιβεβαιώνει ότι το κόμμα της Ζωής Κωνσταντοπούλου «ήρθε για να μείνει», είτε ως κόμμα αντιπολίτευσης, είτε ως κόμμα που δεν αποκλείεται να αποκτήσει κυβερνητική κλίση

Η εταιρεία ερευνών Prorata πραγματοποίησε εκτενή πανελλαδική έρευνα για το Dnews.gr, επικεντρωμένη στα κόμματα, τον κομματικό ανταγωνισμό και τις μελλοντικές προοπτικές διακυβέρνησης.

Τα αποτελέσματα της δημοσκόπησης είναι, χωρίς αμφιβολία, αποκαλυπτικά. Σύμφωνα με τα ευρήματα, το 46% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι η ΝΔ θα τα πήγαινε καλύτερα υπό την ηγεσία άλλου πολιτικού προσώπου. Επίσης, το 67% επιθυμεί την ίδρυση νέου πολιτικού φορέα της Αριστεράς. Όσον αφορά το μέλλον της Ζωής Κωνσταντοπούλου, οι απόψεις είναι επίσης ενδιαφέρουσες και διαφέρουν σημαντικά.

Ποιος προσλαμβάνεται από την κοινή γνώμη ως παράγοντας απειλής για την πολιτική σταθερότητα της χώρας, βάσει της στάσης που τηρεί γύρω από την υπόθεση των Τεμπών; Περίπου 2 στους 3 (63%) απαντάει «η κυβέρνηση», ενώ περίπου 1 στους 3 (30%) «η αντιπολίτευση», τεκμηριώνοντας σε επίπεδο κοινωνίας μια περίπου αντεστραμμένη εικόνα σε σχέση με την αντίστοιχη κυβερνητική αφήγηση.

Έπειτα, ως προς ένα βασικό ερώτημα που τίθεται στο δημόσιο διάλογο κατά την τρέχουσα περίοδο, επηρεάζοντας απολύτως τις σχετικές πολιτικές αναλύσεις, είναι αν η Νέα Δημοκρατία μπορεί να εξασφαλίσει αυτοδυναμία στις επόμενες βουλευτικές εκλογές. Και σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, μια τέτοια προοπτική δεν πιθανολογείται ως ιδιαίτερα πιθανή. Πιο συγκεκριμένα, το 14% θεωρεί πολύ πιθανό ένα τέτοιο ενδεχόμενο, το 20% σχετικά πιθανό, ενώ η πλειοψηφία (63%) θεωρεί πως είναι σχετικά ή πολύ απίθανο να συμβεί.

Τι θα έπρεπε, ωστόσο, να συμβεί κατά την περίπτωση αδυναμίας σχηματισμού αυτοδύναμης κυβέρνησης στις επόμενες βουλευτικές εκλογές; H μεγαλύτερη μερίδα (30%), θεωρεί ότι θα έπρεπε να προκηρυχθούν νέες έως ότου προκύψει αυτοδύναμη κυβέρνηση, ενώ αντίστοιχη μερίδα (29%), θεωρεί ότι δεν θα έπρεπε να προκηρυχθούν νέες κάλπες αλλά εφόσον κάτι τέτοιο ήταν εφικτό, να σχηματιστεί κυβέρνηση συνεργασίας κεντροαριστερών και αριστερών δυνάμεων. Δύο άλλα, πιθανώς εφικτά σενάρια, δηλαδή αυτό του σχηματισμού κυβέρνησης της ΝΔ με το ΠΑΣΟΚ αλλά και κυβέρνησης συνεργασίας της ΝΔ με άλλα δεξιά κόμματα, φαίνεται πως αποτελούν την βέλτιστη δυνατή λύση, για περιορισμένα κοινά, συγκεντρώνοντας ποσοστά της τάξης του 17% και 14%, αντίστοιχα.

Μετά και τις τελευταίες εξελίξεις, που τραυματίζουν σύμφωνα με τα δημοσκοπικά δεδομένα, την εμπιστοσύνη σημαντικής μερίδας εκλογέων απέναντι στην κυβέρνηση, τίθεται στο δημόσιο διάλογο το ερώτημα, αν πράγματι το κυβερνών κόμμα θα καταγράψει στις επόμενες εκλογές καλύτερο αποτέλεσμα υπό την ηγεσία του Κυριάκου Μητσοτάκη ή υπό την ηγεσία κάποιου άλλου προσώπου. Σε αυτό το ζήτημα, η μεγαλύτερη μερίδα της κοινής γνώμης (46%) μάλλον αναμενόμενα – λόγω του αντικυβερνητικού κλίματος της περιόδου που σε μεγάλο βαθμό αντανακλάται στο πρόσωπο του Κυριάκου Μητσοτάκη – εκτιμάει ότι η ΝΔ θα πετύχει καλύτερα αποτελέσματα με αλλαγή ηγεσίας, ενώ μια μικρότερη αλλά σημαντικά μεγαλύτερη της εκλογικής επιρροής του κόμματος (36%) εκτιμάει ότι θα πετύχει το καλύτερο δυνατό με τον νυν ηγέτη της στο τιμόνι του κόμματος, ποσοστό, το οποίο εκτινάσσεται στο 84% μεταξύ όσων θεωρούν πιθανότερο να στηρίξουν το κυβερνών κόμμα στις επόμενες εκλογές εθνικής κλίμακας.

Ποιες στάσεις, ωστόσο, κυριαρχούν απέναντι στην προοπτική που στον δημόσιο διάλογο έχει εμπεδωθεί ως «εναλλακτική προοδευτική λύση» στη διακυβέρνηση της χώρας; Σαφώς, η νοηματοδότηση ενός τέτοιου πολιτικού ορίζοντα ποικίλλει και ως προς το περιεχόμενο της και ως προς τους εν δυνάμει επιθυμητούς εμπλεκόμενους πολιτικούς δρώντες. Η παρούσα έρευνα επιχείρησε, ωστόσο – πέρα από επιμέρους διαφοροποιήσεις ως προς τη νοηματοδότηση και άρα περιορισμούς ως προς την ερμηνεία των αποτελεσμάτων – να διερευνήσει το εύρος της κοινωνικής απήχησης ενός τέτοιου ορίζοντα αλλά και της επιθυμίας για εμπλοκή συγκεκριμένων πολιτικών κομμάτων σε αυτόν. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, ο σκληρός πυρήνας των υποστηρικτών μιας τέτοιας προοπτικής ανιχνεύεται στο 25% (σσ. «συμφωνώ με την άποψη ότι η χώρα χρειάζεται εναλλακτική προοδευτική λύση στη διακυβέρνηση της χώρας»), ενώ αγκαλιάζει συνολικά το 45% της κοινής γνώμης, δεδομένου ότι ένα επιπλέον 20% «μάλλον συμφωνεί» με την άποψη ότι η χώρα χρειάζεται μια τέτοια λύση. Την ίδια στιγμή, μια σημαντική μερίδα (46%) «διαφωνεί» ή «μάλλον διαφωνεί» με μια τέτοια προοπτική, ενώ το 9% δεν έχει σχηματίσει άποψη επί του θέματος.

Εστιάζοντας, μεταξύ της μερίδας που διάκεται επί της αρχής θετικά προς έναν τέτοιο πολιτικό ορίζοντα (45%), τα ευρήματα είναι αποκαλυπτικά: Δεν υπάρχουν πολιτικοί παίκτες που με τρόπο σαφή αποκλείονται από μια τέτοια πιθανή πολιτική κίνηση, με το κόμμα της Ζωής Κωνσταντοπούλου, την Πλεύση Ελευθερίας, να αναδεικνύεται οριακά, ως η πιο επιθυμητή προς συμμετοχή σε μια τέτοια διαδικασία, περίπτωση πολιτικού κόμματος.

Την ίδια στιγμή, οι σχετικές συζητήσεις περί δημιουργίας νέου πολιτικού φορά στον ευρύτερο μη δεξιό χώρο, επιμένουν στη δημόσια σφαίρα. Πως όμως στέκεται απέναντι σε μια τέτοια προοπτική το κοινό που βλέπει θετικά την προοπτική «εναλλακτικής προοδευτικής λύσης» στη διακυβέρνηση της χώρας; Οι περισσότεροι/ες, θεωρούν ότι θα πρέπει να δημιουργηθεί νέος φορέας, είτε με ανοιχτές στην κοινωνία εκλογές, είτε με συνεργασία των υφιστάμενων κομμάτων, ενώ μια μικρή αλλά όχι αμελητέα μειοψηφία αυτών θεωρεί ότι δεν χρειάζεται να δημιουργηθεί νέο πολιτικό υποκείμενο στο χώρο.

Επανερχόμενοι/ες, στην μεγάλη εικόνα του γενικού πληθυσμού, η έρευνα επιχείρησε να αποτυπώσει και τις μεγαλύτερες κατά την πρόσληψη της κοινής γνώμης «αδυναμίες» των κομμάτων που συναποτελούν με την ευρεία έννοια αυτό που στον δημόσιο διάλογο χαρακτηρίζεται ως «προοδευτικός χώρος». Σε αυτό τον άξονα διερεύνησης, η μεγαλύτερη μερίδα της κοινής γνώμης (37%) εκτιμάει ότι ο χώρος υστερεί σε επίπεδο διατύπωσης οράματος και εναλλακτικού προγράμματος διακυβέρνησης, ενώ ακολουθεί το ζήτημα της έλλειψης «ηγετικών φυσιογνωμιών» (29%) και της ύπαρξης «ικανών στελεχών».

Τέλος, η έρευνα καταπιάστηκε και με το κόμμα που – δικαίως ή αδίκως – συζητιέται όσο κανένα άλλο κατά την τρέχουσα περίοδο. Διάφορα ερωτήματα έχουν τεθεί στον δημόσιο διάλογο: Τι πραγματικά είναι πολιτικά το κόμμα της Ζωής Κωνσταντοπούλου; Είναι ένα κόμμα που μπορεί να αποκτήσει δυναμική αμφισβήτησης της Νέας Δημοκρατίας; Και, εν τέλει, «θα έχει διάρκεια στην πολιτική ζωή της χώρας»; Σύμφωνα, με την πλειοψηφία της κοινής γνώμης (57%), η Πλεύση Ελευθερίας είναι ένα κόμμα «επικαιρότητας», το οποίο δεν θα παρουσιάσει ανθεκτικότητα στη μακρά περίοδο, σύμφωνα με το 22% είναι ένα κόμμα το οποίο «ήρθε για να μείνει» αλλά χωρίς δυνατότητα να μετασχηματιστεί σε κόμμα κυβερνητικής κλίσης, ενώ σύμφωνα με την μικρότερη αλλά κοινωνικά ορατή μερίδα της κοινής γνώμης (18%), το κόμμα της Ζωής Κωνσταντοπούλου θα έχει διάρκεια στην πολιτικής ζωή της χώρας, χωρίς να αποκλείεται το ενδεχόμενο να αποκτήσει και κυβερνητική κλίση.

Εν κατακλείδι, σε μια πρώτη ανάγνωση των ευρημάτων μιας εξαιρετικά πλούσιας – και χρήσιμης για την κατανόηση του κομματικού ανταγωνισμού και των προοπτικών διακυβέρνησης της χώρας – έρευνας, μπορεί κανείς με ασφάλεια να συμπεράνει τα ακόλουθα:

Πρώτον, η κυβέρνηση – δικαίως ή αδίκως – δείχνει να γίνεται αντιληπτή από την κοινωνία ως παράγοντας πολιτικής αποσταθεροποίησης, βάσει της στάσης της στην υπόθεση των Τεμπών, την ίδια στιγμή που το σενάριο σχηματισμού αυτοδύναμης κυβέρνησης δεν αποκλείεται από τους πολίτες, αλλά ως εκτίμηση δείχνει να αγκαλιάζει μειοψηφική μερίδα της κοινωνίας. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός δείχνει να απολαμβάνει την στήριξη της συντριπτικής πλειονότητας της σημερινής εκλογικής βάσης του κόμματος, η οποία, εν τούτοις, φαίνεται να περιορίζεται αυστηρά στο συγκεκριμένο υποσύνολο της κοινωνίας.

Δεύτερον, μια σημαντική μερίδα της κοινωνίας βλέπει με θετική ματιά την προοπτική σύγκλισης δυνάμεων – ενδεχομένως και ετερόκλητων – που έχουν αναφορές στον χώρο της πληθυντικής Αριστεράς, και κυρίως φαίνεται πως προσβλέπουν σε έναν εναλλακτικό αριστερού / προοδευτικού προσανατολισμού πολιτικό ορίζοντα, ο οποίος όμως θεωρείται ότι θα πρέπει να σχηματιστεί με τρόπο οραματικό και συγκεκριμένη – εναλλακτική της κυρίαρχης – προγραμματική ατζέντα. Σε αυτή τη διαδικασία – τουλάχιστον σε ότι αφορά τα κόμματα τα οποία συμπεριλήφθηκαν στη διερεύνηση – φαίνεται πως αρχικά δεν αποκλείεται κάποιος πολιτικός φορέας (ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, ΠΑΣΟΚ, Πλεύση Ελευθερίας, Νέα Αριστερά) ως κομμάτι του παραπάνω ορίζοντα.

Τρίτον, επιβεβαιώνεται η γενικευμένη αίσθηση ότι το κόμμα της Ζωής Κωνσταντοπούλου «ήρθε για να μείνει», είτε ως κόμμα αντιπολίτευσης χωρίς κυβερνητική προοπτική, είτε ως κόμμα το οποίο δεν αποκλείεται στην πορεία να αποκτήσει κυβερνητική κλίση, δεδομένου ότι αθροιστικά οι δύο παραπάνω εκτιμήσεις αγκαλιάζουν το 40% της κοινής γνώμης.

Πηγή: Dnews.gr

Loading

Play