Η αγωνία και η ασάφεια του μεσοπολέμου στις «Τρεις γυναίκες» του Ρόμπερτ Μούζιλ

Η αγωνία και η ασάφεια του μεσοπολέμου στις «Τρεις γυναίκες» του Ρόμπερτ Μούζιλ

Ο Ρόμπερτ Μούζιλ (1880-1942) γεννήθηκε στην Αυστρία και είναι ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς της γερμανόφωνης λογοτεχνίας του 20ού αιώνα. Σπούδασε μηχανικός στο Μπρνο και το 1903 άρχισε σπουδές Φιλοσοφίας και Ψυχολογίας στο Βερολίνο. Το 1906 δημοσιεύτηκε το πρώτο του πεζογραφικό έργο «Οι αναστατώσεις του οικότροφου Ταίρλες» και το 1911 η συλλογή διηγημάτων «Δεσμοί», ενώ το 1921 το θεατρικό του έργο «Οι ονειροπόλοι» και το 1924 οι «Τρεις γυναίκες». Από το 1930 μέχρι και τον θάνατό του, δούλεψε με τη μεγάλη του σύνθεση «Ο άνθρωπος χωρίς ιδιότητες», χωρίς πάντως να καταφέρει να την ολοκληρώσει. 

Με τραγική ματιά, αλλά και με ειρωνικό και ταυτοχρόνως ανατρεπτικό βλέμμα, ο Μούζιλ πάτησε εξαρχής στο ναρκοθετημένο έδαφος του μοντερνισμού και κανένα του έργο δεν είναι ούτε εύκολο ούτε ιδιαιτέρως βατό. Το ίδιο συμβαίνει με τις «Τρεις γυναίκες», που κυκλοφόρησαν πρόσφατα σε πολύ καλή μετάφραση της Μαρίνας Αγαθαγγελίδου από τους Αντίποδες. Γραμμένα υπό τον αστερισμό του γερμανικού μεσοπολέμου, τα τρία κείμενα του βιβλίου εκπέμπουν, το καθένα με τον τρόπο του, κάτι από το χλωμό φως και από τη συγκεχυμένη οικονομική και κοινωνική του ατμόσφαιρα. Το πολιτικό άγχος, η ανασφάλεια της καθημερινής ζωής και η ανησυχία για το μέλλον, που έχουν πλήξει τόσο τη Γερμανία όσο και την Αυστρία, θα αποτυπωθούν στις «Τρεις γυναίκες» εμμέσως πλην σαφώς.

Μπορεί οι άντρες και οι γυναίκες που πρωταγωνιστούν στα τρία εκτεταμένα πεζά, τιτλοφορημένα «Γκρίτζα», «Η Πορτογαλίδα» και «Τόνκα», να μη μοιάζουν, σε μια πρώτη τουλάχιστον προσέγγιση, ιδιαιτέρως μεταξύ τους, με πιο απόμακρο το ζεύγος του ιππότη και της Πορτογαλίδας συζύγου του, τα στοιχεία, ωστόσο, τα οποία τα συνδέουν βαθύτερα δεν θα αργήσουν να φανερωθούν. Οι άντρες δεν δείχνουν ποτέ την παραμικρή εμπιστοσύνη στον εαυτό τους και στην ατομική τους υπόσταση. Μπλεγμένοι σε πολέμους και σε ατέρμονες περιπλανήσεις, σπεύδουν να κινηθούν σε δρόμους αγνωστικισμού, συνεχούς αμφιβολίας και αδιάκοπων δισταγμών για τις επιλογές και τις αποφάσεις τους.

Όσο για τις γυναίκες, είτε συμβίες είτε ερωμένες, θα παραμείνουν σε παρομοίως ασταθές πλαίσιο. Δεν θα καταφέρουν, όπως άλλωστε και οι άντρες, να εκφράσουν καθαρά τα αισθήματά τους ή να βεβαιώσουν τους συντρόφους τους για την καλή τους πίστη. Τι ακριβώς συμβαίνει, λοιπόν; Οι γυναίκες παραπαίουν ποικιλοτρόπως και οι άντρες δεν μπορούν να σταθούν στα δικά τους πόδια. Το φάσμα της πιθανής απιστίας τους κυνηγά ασταμάτητα, με τα παιδιά που ετοιμάζονται να έλθουν στον κόσμο να μην είναι σε θέση να υποσχεθούν οτιδήποτε.

Να γιατί η συνείδηση και ο ορθολογικός νους δεν θα ανθίσουν και δεν θα ευεργετηθούν στις σελίδες των «Τριών γυναικών». Η συνείδηση δεν θα σωθεί από τους διχασμούς, την πολυδιάσπαση και τη ρευστότητά της και ο νους δεν θα επιτύχει να επανακτήσει τον έλεγχο και την εποπτεία του στα πράγματα. Το νόημά του υφίσταται ένα είδος παρακράτησης, όχι επειδή η πλοκή είναι μπερδεμένη ή γιατί η μυθοπλασία κρύβει τους αρμούς της, αλλά εξαιτίας του ότι το σύμπαν και τα αισθήματα των πρωταγωνιστών είναι έτοιμα να χάσουν εκ των προτέρων τους εσωτερικούς τους δεσμούς ή να σβήσουν πριν από την ώρα τους τα ίχνη των όποιων διασυνδέσεών τους.

Και ο μοντερνισμός αποδεικνύεται έτσι, όχι μόνο τεχνική και καλλιτεχνική ροπή της μεσοπολεμικής Ευρώπης, αλλά ο πυρήνας και το δράμα της έλλειψης επικοινωνίας σε μια εποχή η οποία λίγα μόνο χρόνια αργότερα θα οδηγήσει στον ζωντανό όλεθρο.

Loading

Play