Ξέπλυμα είναι να ρίχνουμε υπονοούμενα για «χρήματα» και «χλιδάτη ζωή»
Ξέπλυμα συνιστά να χαρακτηρίζεις «Απαράδεκτη» την ενέργεια του ξυλοδαρμού αλλά να υπερασπίζεσαι ότι ο δράστης έχει ανδρικά χαρακτηριστικά γιατί «παραδέχθηκε την πράξη του».
Δεν υπάρχει τίποτα “αντρικό” στο να ρίχνεις μπουνιές στο κεφάλι της συζύγου σου, να σε παρακαλάει να την πας νοσοκομείο, να την αναγκάζεις να πάει σπίτι να πλυθεί πρώτα, να της παίρνεις από τα χέρια το κουμπί πανικού και να την οδηγείς τελικά στην κλινική αφού σου έχει υποσχεθεί το θύμα ότι θα πει ότι έπεσε από τις σκάλες.
Ξέπλυμα συνιστά να μιλάς για το περιστατικό της ωμής βίας και να λες για το δράστη ότι είναι «αυτοδημιούργητος» ότι «έχει καταστραφεί από δικές του επιλογές», ότι «μία καριέρα στο ζενίθ της πλήττεται» και ότι «δεν γνωρίζουμε τι συμβαίνει μέσα σε ένα σπίτι».
Ξέπλυμα είναι να υποστηρίζεις στην υπερασπιστική σου γραμμή το αφήγημα «την έδειρα, την υπεραγαπώ, είμαι άρρωστος, θα ζητήσω βοήθεια, θα θεραπευτώ». Πρόκειται για την κλασική περίπτωση ψυχιατρικοποίησης της συμπεριφοράς των δραστών ώστε να μειωθούν οι συνέπειες των πράξεών τους. Η έμφυλη βία δεν βασίζεται σε καμία βιολογική προδιάθεση, όπως ακούσαμε πρόσφατα, αλλά στη νοσηρή αντίληψη ότι η γυναίκα είναι κτήμα του συντρόφου της.
Ξέπλυμα είναι να ρίχνουμε υπονοούμενα για «χρήματα» και «χλιδάτη ζωή». Το θύμα έχει κάθε δικαίωμα ακόμα και να μην μιλήσει. Ακόμα και να μην είναι γενναία. Όσο κάνουμε victim blaming τόσο μετατοπίζεται η ευθύνη από εκεί που πραγματικά θα έπρεπε να αναζητείται.
Δεν υπάρχουν δυο πλευρές στην κακοποίηση. Υπάρχει μία και είναι διαυγής: Φταίει πάντα ο θύτης.