Του Γ. Σταφυλά
Ικανοποίηση εκφράζουν οι ξένοι επενδυτές – μέτοχοι των Ελληνικών Πετρελαίων καθώς στον διαγωνισμό για την απόκτηση του 50,1% των μετοχών των ΕΛΠΕ κατέθεσαν, μεταξύ άλλων, προσφορά δυο από τους μεγαλύτερους ομίλους συναλλαγών εμπορευμάτων (traders), η Oλλανδική Vitol και η Ελβετική Glencore.
Όπως λένε οι ίδιοι οι μέτοχοι- επενδυτές είναι καλύτερο για την εταιρεία που δεν προσήλθαν πετρελαϊκοί όμιλοι καθώς η διαχείριση και το management ενός σύνθετου διυλιστηρίου, όπως των Ελληνικών Πετρελαίων, δεν θα πραγματοποιείται από ένα δυσκίνητο όμιλο αλλά από επιχειρήσεις οι οποίες θα επιδιώξουν να εκμεταλλευθούν την παραγωγή, τα αποθέματα και τις εξαγωγές (οι οποίες αποτελούν πλέον πάνω από το 60% των πωλήσεων). Επιπλέον, οι ίδιες εταιρείες έχουν υπολογίσει φυσικά και τις συνέργειες που θα αναπτύξουν με τις υπόλοιπες δραστηριότητες τους. Και οι δυο όμιλοι εμπορεύονται 6-7 εκατομμύρια βαρέλια πετρελαίου ημερησίως και εκ των πραγμάτων θα επιδιώξουν την αλλαγή του τρόπου εργασιών των ΕΛ.ΠΕ. Επιπλέον, στόχος των δυο ομίλων, αλλά και των υπόλοιπων επενδυτών, είναι οι έρευνες πετρελαίου που έχουν ξεκινήσει σε Ιόνιο, Κρήτη και άλλες περιοχές.
Η «ακτινογραφία» των πέντε «μνηστήρων»
Ενδιαφέρον για την εξαγορά των ΕΛΠΕ παρουσίασαν επίσης η πανίσχυρη ινδικής καταγωγής οικογένεια του Gupta Family Group με έδρα τη Βρετανία, η οποία τους προηγούμενους μήνες βρέθηκε στο επίκεντρο της δημοσιότητας λόγω της προνομιακής σχέσης που διατηρεί με τον πρώην Πρόεδρο της Νοτίου Αφρικής Ζούμα, η Alrai από την Ιορδανία με εξειδίκευση σε μεγάλα έργα υποδομών στο Ιράκ και η κοινοπραξία Carbon Asset Management από την Μέση Ανατολή, η οποία αποτελεί τον επενδυτικό βραχίονα της Al Shaheen με την Alshaheen από το Κατάρ.
Η εταιρεία διαθέτει ισχυρό επενδυτικό χαρτοφυλάκιο το οποίο περιλαμβάνει επενδύσεις Private Equity σε περισσότερες από 116 εταιρείες, ενεργειακές επενδύσεις 2 δισεκατομμυρίων ευρώ με δεσμευμένα κεφάλαια 4,5 δισεκατομμυρίων ευρώ μέχρι το 2020 και έμφαση στη μεταφορά, διακίνηση και διύλιση πετρελαίου, τον ηλεκτρισμό και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, καθώς και επενδύσεις σε υποδομές και real estate.
Διεθνείς παίκτες με τεράστιο οικονομικό εκτόπισμα και από τις πιο δυνατές υποψηφιότητες του διαγωνισμού, αποτελούν αναμφίβολα οι συμμετοχές της Glencore από το Μπάρ της Ελβετίας και της Vitol, η οποία ιδρύθηκε στο Ρότερνταμ πριν από 52 χρόνια και σήμερα διαθέτει 40 γραφεία σε όλο τον πλανήτη, με ετήσιο κύκλο εργασιών 181 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Οι δύο εταιρείες εμπορεύονται ημερησίως περισσότερα από 6 και αντίστοιχα 7 εκατομμύρια βαρέλια αργού πετρελαίου και προϊόντων.
Η Glencore είναι επίσης μέτοχος με 49% στην εταιρεία αποθήκευσης πετρελαίου και logistics HG, διαθέτει εγκαταστάσεις παραγωγής πετρελαίου σε Καμερούν, Τσαντ και Γουινέα και ελέγχει το 10% στο διυλιστήριο της Σιγκαπούρης JAC. Στην εταιρεία διαθέτει μεγάλη συμμετοχή και ο Τέλης Μυστακίδης, τον οποίο πρόσφατα το Forbes κατέταξε στους πιο πλούσιους Έλληνες μετά τη δυναστεία Νιάρχου.
Υποψηφιότητα έκπληξη αποτελεί αναμφίβολα εκείνη της Βρετανικής Gupta Family Group, από τους ισχυρότερους ομίλους στη βιομηχανία χάλυβα και άλλων μετάλλων, στην ενέργεια, στην ναυτιλία και στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες με ετήσιο κύκλο εργασιών άνω των 13 δισ. δολαρίων. Η εταιρεία απασχόλησε το διεθνή Τύπο τον περασμένο Φεβρουάριο όταν κατηγορήθηκε για σχέσεις διαφθοράς με τον Νοτιοαφρικανό πρόεδρο Ζούμα, ο οποίος απομακρύνθηκε από την εξουσία στην σκιά του μεγάλου σκανδάλου.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Politik την Παρασκευή 08 Ιουνίου 2018