Του Θωμά Καλέση
Είκοσι χρόνια ακριβώς συμπληρώνονται σήμερα, από την ημέρα που γράφτηκε ο επίλογος ενός κατασκοπευτικού θρίλερ που ξεκίνησε από την Ελλάδα, πέρασε από την Ρωσία, την Ιταλία και ολοκληρώθηκε στην Ναϊρόμπι της Κένυας.
Είναι το θρίλερ των 130 ημερών που αφορά αρχικά την περιπέτεια αναζήτησης ενός τόπου διαμονής για έναν άνθρωπο που αποτελούσε Νο1 καταζητούμενο από τις τουρκικές αρχές και εν συνεχεία την παράδοση -για κάποιους – ή προδοσία -για κάποιους άλλους – του ηγέτη που ίδρυσε το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν, κατά κόσμον PKK. Του Αμπτουλάχ Οτσαλάν…
Και είναι αλήθεια ότι πολύ πριν την σύλληψή του, ο Οτσαλάν είχε συνάψει σχέσεις συμπάθειας με την Ελλάδα, βουλευτές της οποίας είτε επισκέπτονταν συχνά τον Κούρδο ηγέτη όπως για παράδειγμα το 1994 όταν αντιπροσωπεία από τον πρόεδρο της Βουλής, Παναγιώτη Σγουρίδη (ΠΑΣΟΚ), Κώστα Μπαντουβά, (ΠΑΣΟΚ), Λεονάρδο Χατζηανδρέου (ΠΑΣΟΚ), Δημήτρη Βουνάτσο (ΠΑΣΟΚ), Πάνο Καμμένο (τότε ΝΔ), Γιάννη Σταθόπουλο (ΝΔ), και η Μαρία Μαχαίρα (ΠΟΛΑΝ) τον συνάντησαν, είτε του απηύθυναν πρόσκληση να επισκεφθεί την χώρα μας, όπως στις 10 Απρίλη του 1997, όταν με πρωτοβουλία των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ, Χρήστου Κηπουρού και Μιχάλη Χαραλαμπίδη, 186 βουλευτές όλων των κομμάτων -πλην του ΚΚΕ- ζήτησαν επίσημα από τον Οτσαλάν να έρθει στην Ελλάδα.
Η δεύτερη πρόσκληση θα έρθει περίπου ένα χρόνο αργότερα, σε πολύ πιο δύσκολες συνθήκες, όταν ο Οτσαλάν είναι πλέον εξόριστος στην Ρωσία και αντιμετωπίζει προβλήματα απέλασης κάτω από την πίεση των Τούρκων που τον εχουν εντοπίσει.
Στις 6 Νοεμβρίου του 1998 στην Αθήνα, έπειτα και πάλι από πρωτοβουλία των ίδιων δύο βουλευτών του ΠΑΣΟΚ, 109 βουλευτές του ελληνικού κοινοβουλίου υπογράφουν κείμενο – πρόσκληση προς τον ηγέτη των Κούρδων ώστε να έρθει στην Ελλάδα προκειμένου να βρει άσυλο. Το σχετικό κείμενο υπογράφουν 100 βουλευτές του ΠΑΣΟΚ που είναι στην κυβέρνηση, 7 του ΔΗΚΚΙ, ο Πάνος Καμμένος που τότε ανήκει στη Νέα Δημοκρατία καθώς επίσης και ο ανεξάρτητος Ν. Κάκκαλος. Πως φτάσαμε όμως από το σημείο εκείνο μέχρι τη Ναϊρόμπι;
Η πρώτη άφιξη στις 9 Οκτωβρίου 1998
Η πρώτη επίσκεψη του Αμπτουλάχ Οτσαλάν στην Ελλάδα, έγινε στις 9 Οκτωβρίου του 1998 πριν ακόμα οι βουλευτές του κοινοβουλίου υπογράψουν την πρόσκληση. Ήταν ακριβώς η εποχή που ο Κούρδος ηγέτης έφευγε από τη Δαμασκό με πλαστό διαβατήριο και το ψευδώνυμο Αμπτουλάχ Σαρικούρτ και έφτανε στην Ελλάδα για προκαλέσει αναστάτωση στην ΕΥΠ.
Ο τότε αρχηγός της, Χαράλαμπος Σταυρακάκης ήταν ο άνθρωπος που ενημέρωσε τον αποσπασμένο στην υπηρεσία ταγματάρχη, Σάββα Καλεντερίδη, ότι ο Οτσαλάν φτάνει στην Ελλάδα. Οι δυο τους, θα τον υποδεχτούν μαζί στο αεροδρόμιο του Ελληνικού και μέσα στην αίθουσα θα ξεκινήσει ο διαπραγματευτικός διάολογος ανάμεσα στον αρχηγό της ΕΥΠ και τον Κούρδο ηγέτη, ο οποίος αναφέρει ότι έχει έρθει με την έγκριση της ελληνικής κυβέρνησης.
Από την πλευρά του ο Σταυράκακης είναι ξεκάθαρος. Ο Οτσαλάν δεν μπορεί να μείνει στη χώρα, διότι η παρουσία του προκαλεί μείζον πρόβλημα για την ηγεσία της χώρας, αλλά και για την σχέση αυτής με τους Τούρκους. Τελικά μετά από ώρες έντονων συζητήσεων οι Κούρδοι συνεργάτες του Οτσαλάν που παράλληλα αναζητούσαν λύση, κανονίζουν την μεταφορά του αρχηγού του ΡΚΚ στη Ρωσία, έπειτα από πρόσκληση του Αλεξέι Μιτροφάνοφ. Στο ταξίδι αυτό, θα ακολουθήσει και ο Σάββας Καλεντερίδης, μετά από αίτημα του Οτσαλάν στο οποίο συνέναισε και ο Σταυρακάκης.
Έτσι στις 23.30 της ίδιας ημέρας (9/10), ο Άπο και οι συνεργάτες του μαζί με τον έλληνα πράκτορα της ΕΥΠ, προσγειώνονται στη Μόσχα και από εκεί με τη συνοδεία επίσημων αυτοκινήτων της KGB θα φτάσουν στο σπίτι του γιου του Ζηρινόφσκι, όπου και θα παραμείνουν για δύο ημέρες, μέχρι να φτιαχτεί η εξοχική κατοικία του Ρώσου πολιτικού. Ωστόσο, δεν θα μείνει για πολύ εκεί.
Παρά την μετακόμισή του, στο σπίτι του Μιτροφάνοφ, οι Τούρκοι τον ανακαλύπτουν και οι ΗΠΑ πιέζουν για την απέλασή του. Συγκεκριμένα, ο εκπρόσωπος του υπουργείου εξωτερικών της Αμερικής σε συνέντευξή του δηλώνει: “Εάν ο Οτσαλάν είναι στη Ρωσία, η ρωσική κυβέρνηση πρέπει να τον απελάσει ή να τον παραδώσει στην Τουρκία. Η υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μαντλίν Ολμπράιτ, έχει χαρακτηρίσει το ΡΚΚ τρομοκρατική οργάνωση”.
Ο Άπο πρέπει να φύγει άμεσα και στις 12 Νοεμβρίου του 1998 το πράττει με προορισμό την Ρώμη, καθώς η Ιταλία δέχεται να τον φιλοξενήσει. Ούτε εκεί όμως θα βρει ησυχία. Οι πληροφορίες τον προδίδουν και ο Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ δηλώνει: “Όπως δεν μπόρεσε η Ρωσία να υποστηρίξει τον Άπο, έτσι δεν μπορεί να του παρέχει καταφύγιο και η Ευρώπη. Και να μην μας τον παραδόσουν, δεν θα μπορέσουν να τον κρατήσουν”.
Μετά από δυο μήνες παραμονής και κατ’ οίκον περιορισμό, ο Οτσαλάν θα φύγει και πάλι με προορισμό την Ρωσία, αλλά στην Αγία Πετρούπολη του γίνεται γνωστό ότι οι Ρώσοι δεν επιθυμούν πλέον την παρανομή του. Η δεύτερη επίσκεψη στην Ελλάδα…είναι πια γεγονός.
Η δεύτερη άφιξη στο Ελληνικό
Την Παρασκευή 29 Ιανουαρίου του 1999, το αεροπλάνο που μεταφέρει τον Οτσαλάν και την συνοδεία του, προσγειώνεται ξανά στο αεροδρόμιο του Ελληνικού. Μετά τις πρώτες ώρες και την προσωρινή του διαμονή στο σπίτι του Αντώνη Ναξάκη, αρχίζουν ξανά οι πιέσεις του Σταυρακάκη για άμεση αποχώρηση του Κούρδου ηγέτη από την Ελλάδα. Τα νέα της άφιξης γίνονται γνωστά και στη ΜΙΤ, μάλλον από τον σταθμό της CIA στην Αθήνα. Οι εξελίξεις αρχίζουν να τρέχουν. Μέσα σε κλίμα πανικού της πολιτικής ηγεσίας, ο Άπο θα φύγει πίσω στη Ρωσία που δεν τον δέχεται και έτσι τα ξημερώματα της 1ης Φλεβάρη επιστρέφει και πάλι στη χώρα μας. Με εντολή Σταυρακάκη, ταξιδέυει με τον Καλεντερίδη στην Κέρκυρα, όμως ταυτόχρονα το νέο ταξιδεύει και στα δημοσιογραφικά γραφεία των καναλιών και των εφημερίδων.
Στο νησί των Φαιάκων θα υπάρξουν και οι πρώτες πιέσεις της κυβέρνησης προς τον Οτσαλάν, να μεταβεί στην Κένυα, όμως ο ηγέτης των Κούρδων το σκέφτεται καθώς η συγκεκριμένη χώρα είναι άντρο πρακτόρων της CIA και του FBI, λόγω τρομοκρατικών ενεργειών που σημειώθηκαν στη χώρα κατά των ΗΠΑ.
Ο Σταυρακάκης λέει στον Καλεντερίδη να πείσει τον Άπο καθώς οι Τούρκοι αρχίζουν και στέλνουν τα πρώτα απειλητικά μηνύματα: “Σε περίπτωση που ο Οτσαλάν, φιλοξενηθεί από γειτονική χώρα, αυτό θα εκληφθεί ως πρόκληση και η χώρα αυτή θα θεωρηθεί εχθρική από την Τουρκία. Τονίζεται μάλιστα, ότι η Τουρκία επιφυλάσσεται να αντιδράσει, χρησιμοποιώντας στο έπακρο τα δικαιώματά της που απορρέουν από το διεθνές δίκαιο”.
Τελικά ο Καλεντερίδης θα μιλήσει στον Οτσαλάν: “Πρόεδρε από ότι μου είπες, μέχρι τώρα η Ελλάδα δεν σου παρείχε καμιά εγγύηση και σου ζητούσε να φύγεις και να πας όπου θέλεις. Και μάλιστα όλα αυτά, σε ένα κλίμα έντονων αντιπαραθέσεων και αντεγκλήσεων. Τώρα βλέπω ότι σου παρέχει εγγύηση. Θα έχεις την εγγύηση του ελληνικού κράτους. Τι να πω; Ή άλλαξαν πολιτική ή βρήκαν κάποια λύση. Εγώ σου ανέφερα επί λέξει αυτά που μου είπε ο Σταυρακάκης. Την απόφαση θα την πάρεις εσύ” του λέει ο πράκτορας της ΕΥΠ και τον πείθει: “Εντάξει πάμε” του απαντάει ο Άπο.
Κατά την μετάβαση στο αεροδρόμιο, η συσκότιση που διέταξε ο αποσπασμένος αστυνομικός της ΕΥΠ, Μιχάλης Τζοβάρας θα προκαλέσει ενα τρομερό τροχαίο στο φτερό του αεροσκάφους Falcon που λίγο έλειψε να στοιχίσει τη ζωή του Σάββα Καλεντερίδη.
Το κατασκοπευτικό θρίλερ ξεκινά
Πρέσβης της Ελλάδας στην Κένυα, είναι ο Γιώργος Κωστούλας ο οποίος από γραμματέα της πρεσβείας είχε ενημερωθεί πως επρόκειτο να φιλοξενήσει για λίγες ημέρες, έναν υψηλόβαθμο Σέρβο αξιωματούχο κατά παράκληση του Θόδωρου Πάγκαλου. Και το πρώτο σοκ έρχεται όταν αντικρίζει τον Έλληνα πράκτορα της ΕΥΠ που του συστήνεται: “Καλεντερίδης Σάββας, ταγματάρχης του Ελληνικού Στρατού, αποσπασμένος στην Εθνική Υπηρεσία Πληροφορίων”. Πριν καλά καλά προλάβει να συνέλθει ο Πρέσβης του συστήνει τον Αμπντουλάχ Οτσαλάν.
Είναι εκείνη η στιγμή ακριβώς που ξεκινάει το κατακοπευτικό θρίλερ στο οποίο θα εμπλακούν άμεσα δύο διπλωμάτες, ο Καλεντερίδης, ο Πάγκαλος, ο Σταυρακάκης και κάποιοι επιτελικοί που δίνουν εντολές από την Αθήνα. Παρά το γεγονός ότι οι πρώτες ημέρες κυλούν ήρεμα, σύντομα το κλίμα αλλάζει. Οι Κενυάτες ζητούν από τον Γ. Κωστούλα να δει τον γραμματέα του υπουργείου Εξωτερικών, Κιθουρίμα, ενώ ο γραμματέας της Αμερικανικής πρεσβείας τηλεφωνεί στον Διακοφωτάκη και του ζητάει συνάντηση.
Ο Καλεντερίδης προσπαθεί να πετάξει προς Νότιο Αφρική για να κανονίσει την μετάβαση του Οτσαλάν, αλλά παρεμποδίζεται και με συνεχείς ελέγχους, χάνει τελικά το αεροπλάνο. Ο έλεγχος χάνεται όταν ο στενός συνεργάτης του Θεόδωρου Πάγκαλου, Παπαϊωάννου, ζητά από τον Καλεντερίδη να πει στον Οτσαλάν να εγκαταλείψει την πρεσβευτική κατοικία, χωρίς καμιά εγγύηση για τη ζωή του και να πάει όπου θέλει. Είναι ακριβώς εκείνο το σημείο, που ο Άπο έχει καταθέσει αίτηση ασύλου στην Ελλάδα και έχει σπείρει τον πανικό στην κυβέρνηση.
Και ο πανικός φέρνει την αντίδραση του Τζοβάρα ο οποίος τηλεφωνεί στον Καλεντερίδη. Ο ίδιος χρόνια αργότερα στο βιβλίο του “Παράδοση Οτσαλάν: Η ώρα της αλήθειας” περιγράφει το περιστατικό. “Ο Σταυρακάκης εκτός εαυτού, μου ζητάει να βγάλω τον Οτσαλάν εκτός της κατοικίας. Όταν επικαλούμαι φυσική και αντικειμενική αδυναμία να υλοποιήσω αυτό που μου λέει, εις επήκοον όλων, με επιπλήττει και με κατηγορεί ως υπεύθυνο του αξιεξόδου. “Τον στηρίζεις και δεν εφαρμόζεις, δεν εκτελείς αυτά που λέμε”.
“Πετάξε τον στη ζούγκλα”
“Μετά από λίγο χτυπά και πάλι το τηλέφωνο. Απαντά ο Διακοφωτάκης. Στην άλλη γραμμή είναι κάποιος Μιχάλης και ζητά να μιλήσει μαζί μου. Πηγαίνω στο τηλέφωνο το οποίο είναι σε ανοικτή ακρόαση. Συνακροατές είναι ο Διακοφωτάκης και ο Κωστούλας. Ο Φαήλος Κρανιδιώτης είναι στο διάδρομο, αλλά ακούει τη συνομιλία.
“Σάββα άκουσε με, είμαι ο Τζοβάρας. Είναι εδώ τρεις υπουργοί και ο αρχηγός. Κρέμονται τρεις υπουργοί από σένα, το καταλαβαίνεις; Να πας αμέσως και να τον πετάξεις έξω με τη βία”. Στην άλλη άκρη της γραμμής ακούγονται φωνές κάποιων προσώπων. Διακρίνω τη φωνή του Αλέκου Παπαδόπουλου και του Θεόδωρου Πάγκαλου χωρίς να μπορώ να πάρω όρκο γι’ αυτό.
Κάποιος από τους παριστάμενους υπουργούς λέει: “Πετάξτε τον έξω, στη ζούγκλα, να τον φάνε τα λιοντάρια”. Εκτοξεύονται και άλλες ύβρεις πεζοδρομίου. Ο Τζοβάρας μου λέει: “Σε παρακαλώ Σάββα, πέτα έξω τα μου…ανα να τελειώνουμε. Μπορείς να το κάνεις. Πρόσεξε γιατί αν δεν το κάνεις θα σε ξηλώσουνε. Όταν έλθεις Ελλάδα, θα σε αποστρατεύσουν. Μπορεις να το κάνεις είναι τρεις υπουργοί εδώ”.
Τίποτα από όλα αυτά δεν θα γίνει και η κυβέρνηση σε συνεργασία με την ΕΥΠ λειτουργώντας ως κράτος – κωμωδία, θα στείλει τέσσερις μπράβους (με επικεφαλής τον αστυνόμο Μπόμπο) στην πρεσβεία της Ναϊρόμπι προκειμένου να εκδιώξουν διά της βίας τον Οτσαλάν. Ευτυχώς όχι μόνο δεν θα φτάσουν ποτέ ως εκεί, αλλά θα περάσουν και κάποια δύσκολα 24ωρα στη φυλακή.
Το τελεσίγραφο από την Κένυα και η παράδοση…
Παράλληλα με όλα όσα συμβαίνουν στην πρεσβεία, οι Κενυάτες διαβεβαιώνουν κάποια στιγμή, ότι επιθυμούν να βοηθήσουν στην επιχείρηση μετάβασης του Οτσαλάν σε άλλη χώρα σε συνεργασία με την Ελλάδα και δίνουν τελεσίγραφο για την αναχώρησή του μέχρι τις 17.30. Προσθέτουν δε, πως αν δεν γίνει αυτό, την ευθύνη για όσα θα ακολουθήσουν τη νύχτα, θα την έχουν οι Έλληνες πολιτικοί και φυσικά ο Οτσαλάν, ο οποίος ενημερώνεται και παρά τις αντιρρήσεις των συνεργατών του, δέχεται τη λύση που αργότερα θα αποδειχθεί μοιραία.
Ο Σάββας Καλεντερίδης γράφει: “Η πίεση του χρόνου και των γεγονότων είναι τρομακτική σε όλους μας. Ο πρέσβης συνεννοείται με τον επικεφαλής των Κενυατών, ο οποίος του δείχνει το μεσαίο αυτοκίνητο από την φάλαγγα των πέντε αυτοκινήτων. Βγαίνουμε από την πύλη εξόδου του περιβόλου της κατοικίας, ο πρέσβης, ο Οτσαλάν, εγώ και η Ντιλάν. Τον Οτσαλάν τον έχουμε στη μέση.
Φτάνουμε στο αυτοκίνητο που μας υποδείχτηκε. Ένας Κενυάτης ανοίγει την πίσω πόρτα και μπαίνει ο Άπο στην πίσω θέση, ενώ προσπαθούμε να μπούμε μαζί του ο πρέσβης κι εγώ. Μας παρεμποδίζουν, όπως παρεμποδίζουν και την Ντιλάν η οποία επιχειρεί να μπει στο αυτοκίνητο και όταν βλέπει ότι δεν τα καταφέρνει, προκαλεί τον Άπο να κατέβει και να ξαναμπούμε στην κατοικία.
Ο πρέσβης και εγώ, κρατάμε τις πόρτες του αυτοκινήτου ανοικτές για να μην φύγει. Οι Κενυάτες αφήνουν να εννοηθεί ότι φοβούνται την περίπτωση να οπλοφορεί καποιος από εμάς και λένε στον πρέσβη ότι μέχρι το αεροπλάνο την ευθύνη για τον Άπο την έχουν αυτοί. Ο Άπο έχει μείνει στην πίσω θέση, μόνος, και παρακολουθεί τον διάλογο του πρέσβη με τους Κενυάτες στα αγγλικά. Μας προτείνουν να ανέβουμε στο προπορευόμενο και στο επόμενο αυτοκίνητο από αυτό που θα μετέφερε τον Άπο.
Καθόμαστε με τον πρέσβη στο επόμενο και στο προπορευόμενο η Ντιλάν και οι υπόλοιποι. Σε λίγα λεπτά η φάλαγγα ξεκινά. Δεν επιλέγουν το κεντρικό δρομολόγιο και η πομπή μπαίνει σε έναν περιφερειακό δρόμο, νότια της πόλης, με κατεύθυνση το αεροδρόμιο. Ο πρέσβης ρωτά τον συνοδηγό γιατί, και εκείνος του λέει ότι επιλέχθηκε αυτός δρόμος για λόγους ασφαλείας.
Σε κάποια στιγμή μπαίνουν ανάμεσα στα αυτοκίνητα της φάλαγγας άλλα αυτοκίνητα, ανάβουν φανάρια και η πομπή διασπάται. Τα προπορευόμενα αυτοκίνητα απομακρύνονται και σε λίγο χάνουμε οπτική επαφή με το αυτοκίνητο που μεταφέρει τον Οτσαλάν. Λέμε στον οδηγό να τρέξει για να το προλάβει, προσποιείται ότι προσπαθεί να το κάνει, ενώ μας καθησυχάζει ότι σε λίγο, μόλις φθάσουμε πριν τον προορισμό μας, έξω από το αεροδρόμιο θα συνενωθεί η φάλαγγα.
Τελικά φθάνουμε στο αεροδρόμιο. Η ώρα είναι οκτώ. Ο οδηγός σταθμεύει το αυτοκίνητο που μας μεταφέρει στον χώρο στάθμευσης μπροστά από την πύλη εισόδου της αίθουσας αναμονής. Ο πρέσβης τον ρωτάει για το αυτοκίνητο που μετέφερε τον Άπο και εκείνος του απαντά ότι θα προσπαθήσει να το εντοπίσει. Εκείνη την ώρα έρχονται και οι σύντροφοι του Άπο που μας λένε ότι το αυτοκίνητο που μετέφερε τον ηγέτη τους μπήκε σε μια πύλη που οδηγεί στο εσωτερικό αεροδρομίου. Πηγαίνω αμέσως και βλέπω ότι η πύλη έχει κλείσει ερμητικά και δεν υπάρχει κανένας εκεί. Επιστρέφω και το λέω στον πρέσβη. Την ίδια στιγμή οι Κενυάτες αδειάζουν τις αποσκευές μας σε ένα καροτσάκι και ένας – ένας εξαφανίζονται στο σκοτάδι της Αφρικής”.
Μαζί τους στο σκοτάδι εξαφανίζεται και ο Οτσαλάν. Οι πράκτορες της ΜΙΤ που τον έχουν συλλάβει θα τον εμφανίσουν λίγο αργότερα σε ένα βίντεο, κατά την διάρκεια του οποίου ο Κούρδος ηγέτης δείχνει ήρεμος πάνω στο αεροπλάνο, αλλά όχι πολύ καλά στην υγεία του. Το ταξίδι για την φυλακή υψίστης ασφαλείας και του ενός τροφίμου στο νησάκι του Ίμραλι έχει ξεκινήσει. Εκεί, όπου παραμένει φυλακισμένος μέχρι και σήμερα, ο ηγέτης των Κούρδων και ιδρυτής του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν.