Του Γιάννη Συμεωνίδη
Πού το πάει ο Αλέξης Τσίπρας;
Το ερώτημα αυτό βρίσκεται στα χείλη πολλών ενόψει της τελικής (;) απόφασης του πρωθυπουργού για το χρόνο διεξαγωγής των βουλευτικών εκλογών, η οποία αναμένεται να ληφθεί το αργότερο περί τα τέλη Μαρτίου και θα κριθεί σε μεγάλο βαθμό από το τι θα δείχνουν ως τάση οι δημοσκοπήσεις σε ένα μήνα.
Φυσικά κανείς δεν κατεβαίνει στη μάχη για να τη χάσει, γι’ αυτό και πρώτος στόχος του ΣΥΡΙΖΑ παραμένει η επικράτησή του όποτε κι αν στηθούν οι κάλπες.
Τόσο, όμως, στο Μαξίμου όσο και στην Κουμουνδούρου και παρά τις περί του αντιθέτου τυμπανοκρουσίες αναγνωρίζουν τη δυσκολία του εγχειρήματος, επομένως τα περισσότερα σχέδια που αφορούν την επόμενη ημέρα έχουν τα χαρακτηριστικά διαχείρισης της ήττας.
Όσο πιο μικρή είναι η διαφορά από τη ΝΔ, ιδίως αν δεν λάβει αυτοδυναμία, κι όσο πιο πάνω από το ψυχολογικό όριο του 25% βρίσκεται ο ΣΥΡΙΖΑ τόσο πιο ευοίωνο προδιαγράφεται το μέλλον για την Κουμουνδούρου και προσωπικώς για τον κ. Τσίπρα.
Σε αυτό το πλαίσιο, βεβαίως και περιλαμβάνεται στο σχεδιασμό η θεωρία της δεξιάς παρένθεσης, όχι όμως με επίκεντρο την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας το Φεβρουάριο του 2020.
Από τη στιγμή που ο κ. Τσίπρας έχει δεσμευτεί στο πρόσωπο του Προκόπη Παυλόπουλου δημοσίως- ο ίδιος, εξάλλου, τον επέλεξε πριν τέσσερα χρόνια- κυβερνητικές πηγές αναγνωρίζουν ότι θα είναι πολιτικώς αυτοκτονικό για τον Κυριάκο Μητσοτάκη να ριψοκινδυνεύσει την κυβερνητική του θητεία προτείνοντας κάποιο άλλο πρόσωπο, έστω κι αν αυτό είναι ο Κώστας Καραμανλής.
Ο κ. Παυλόπουλος, άλλωστε, προέρχεται από τη ΝΔ και θα αποτελεί μήνυμα ενότητας με τον καραμανλικό χώρο η στήριξή του, μολονότι ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δεν τον είχε ψηφίσει το 2015.
Η δεξιά παρένθεση που οραματίζεται ως λύση ανάγκης ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τα χαρακτηριστικά της περιόδου 1989- 1993, όταν η ΝΔ του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη χρειάστηκε τρεις εκλογές για να πάρει την αυτοδυναμία- κι αυτή με μόλις 151 βουλευτές- λόγω του ισχύοντος τότε εκλογικού συστήματος το οποίο είχε επιλέξει με δόλο ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Στην περίπτωση που η ΝΔ δεν είναι αυτοδύναμη στις επόμενες εκλογές και δεν μπορέσει να σχηματίσει κυβέρνηση με το ΚΙΝΑΛ ή κάποιο άλλο κόμμα, τότε ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι διατεθειμένος να συμμετάσχει στην ελληνική εκδοχή του “μεγάλου συνασπισμού” και θα προτιμήσει να οδηγηθούμε σε νέες κάλπες, με απλή αναλογική αυτήν τη φορά, παρά να “κάψει” όλα τα χαρτιά του.
Ακόμα κι αν η ΝΔ έχει αυτοδυναμία μετά από τη δεύτερη κάλπη ο κ. Τσίπρας εκτιμά πως το νεοφιλελεύθερο- ακροδεξιό πρόγραμμα που θα εφαρμόσει ο κ. Μητσοτάκης και το οποίο θα μοιάζει με τέταρτο μνημόνιο δεν θα τον οδηγήσει μακριά και θα αναγκαστεί να πάει σε εκλογές πολύ νωρίτερα από τη λήξη της τετραετίας.
Με πιθανολογούμενο σφοδρώς πως η μόνη ισχυρή αριστερή αντιπολίτευση στη Βουλή θα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ- ιδίως αν το ΚΙΝΑΛ μείνει εκτός νυμφώνος- ο κ. Τσίπρας θα θυμηθεί το λαϊκίστικο εαυτό του πριν γίνει πρωθυπουργός και με μια δυναμική- ακτιβιστική αντιπολίτευση πιστεύει ότι θα μπορέσει να επανέλθει στα πράγματα.
Προς το παρόν προέχει η εκλογική εξαφάνιση του ΚΙΝΑΛ, το οποίο σημαίνει ότι η ταύτισή του με τη ΝΔ θα εξακολουθεί να κυριαρχεί στο λόγο του πρωθυπουργού, των υπουργών και των κυβερνητικών βουλευτών και στελεχών.
Προσβλέπει και στους Αριστερούς
Από εκεί και πέρα, όμως, η Κουμουνδούρου στοχεύει στην προσέλκυση όχι μόνο κεντροαριστερών ψηφοφόρων, αλλά κι ανένταχτων αριστερών οι οποίοι είναι απογοητευμένοι από τη σημερινή εικόνα της Αριστεράς κι αναζητούν κάποια αξιόπιστη πρόταση.
Με δεδομένο ότι η ΛΑΕ του Παναγιώτη Λαφαζάνη, η Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου, το ΜέΡΑ 25 του Γιάνη Βαρουφάκη ή η ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν έχουν δυναμική, στο ΣΥΡΙΖΑ ευελπιστούν πως θα ξαναφέρουν κοντά τους εκείνους- που δεν είναι και λίγοι- που τους ψήφισαν μαζικώς το 2012 και το 2015, αλλά έχουν απομακρυνθεί από τους κόλπους τους.