Του Γιάννη Χαβιανίδη
Οι ομιλίες του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Ολομέλεια της Βουλής, τόσο χθες το βράδυ πριν την ψηφοφορία, όσο και την Παρασκευή κατά την έναρξη της τριήμερης διαδικασίας των προγραμματικών δηλώσεων, ήταν ο οδικός χάρτης της κυβέρνησής του στο δρόμο προς της ΔΕΘ.
Πιστός στο τρίπτυχο νέες επενδύσεις, νέες επιχειρήσεις και νέες, καλύτερα αμειβόμενες
θέσεις εργασίας, ο πρωθυπουργός εμφανίστηκε προετοιμασμένος σχηματοποιώντας
αριθμητικά τις δεσμεύσεις του. Επί της ουσίας ξεδίπλωσε το προσωπικό του όραμα για την
κοινωνία του μέλλοντος. Δεσμεύτηκε να μειώσει τη φορολογία ώστε να πάρει ανάσα η
κοινωνία, να συνδέσει τους μισθούς με την ανάπτυξη ώστε να έχουν όλοι μερίδιο στην
ευημερία, να δώσει ευκαιρίες στους νέους μέσω της Παιδείας, να πολεμήσει τη γενικευμένη
ανασφάλεια και τέλος να προσφέρει καλή δημόσια υγεία σε όσους τη χρειάζονται.
Είπε λίγα λόγια και καλά, δηλωτικά της δικής του αντίληψης για την ομαλή
διακυβέρνηση της χώρας, δίνοντας αναπτυξιακό πρόσημο στην ομιλία του και
αποδεικνύοντας στην πράξη ότι τηρεί στο ακέραιο τις προεκλογικές του δεσμεύσεις.
Με λίγα λόγια επέβαλλε την πολιτική ατζέντα, με λόγο πολιτικό και ταυτόχρονα ενωτικό.
Απαντώντας στον αντιπολιτευτικό ισχυρισμό του ΣΥΡΙΖΑ πως ενώ προεκλογικά η ΝΔ δήλωνε
ότι θα μειώσει άμεσα τα πλεονάσματα τώρα αλλάζει θέση, ο Κυριάκος Μητσοτάκης εξήγησε
με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο από το βήμα του κοινοβουλίου πως η υλοποίηση του
μεταρρυθμιστικού προγράμματος της κυβέρνησής του είναι το πρώτο και απαραίτητο βήμα
προκειμένου να «χτίσει» σχέση εμπιστοσύνης με τους εταίρους. Η αποκατάσταση του
κλίματος εμπιστοσύνης είναι εκείνη που θα του επιτρέψει να διαπραγματευθεί και να πετύχει
μείωση των πλεονασμάτων το 2021.
Όπως επισήμανε εξάλλου στην πρώτη ομιλία ως πρωθυπουργός το απόγευμα της Παρασκευής, με τον προϋπολογισμό για το 2020 δεν πρόκειται να διαταραχθεί η δεδομένη δημοσιονομική ισορροπία. Επιτυγχάνοντας, ωστόσο, τους στόχους του 2019 και του 2020, αφενός θα αποδείξει την αξιοπιστία και την αποτελεσματικότητα του κυβερνητικού πλάνου, αφετέρου η Ελλάδα θα μπορέσει εντός του 2020 να διεκδικήσει τεκμηριωμένα τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων σε ρεαλιστικά επίπεδα.
Η οικονομία «βαθμολογεί» τη διακυβέρνηση Μητσοτάκη
Από εκεί και πέρα, γνωρίζοντας ότι ο τομέας της οικονομίας και η ανακούφιση της κοινωνίας από τα φορολογικά βάρη είναι αυτός που θα κρίνει σε σημαντικό βαθμό την επιτυχία της κυβέρνησης του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης φιλοδοξεί να έρθει στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης έχοντας ήδη επιτύχει μειώσεις φόρων, οι οποίοι θα αυξήσουν το μηνιαίο εισόδημα της μεσαίας τάξης. Για παράδειγμα, τα εκκαθαριστικά για τον φετινό ΕΝΦΙΑ θα είναι μεσοσταθμικά 22% χαμηλότερα. Αν και αρχικά η συγκεκριμένη δέσμευση ήταν για το 2020, εν τούτοις τίθεται άμεσα σε εφαρμογή από το 2019.
Παράλληλα στο κυβερνητικό επιτελείο εκτιμούν πως η φορολογία δεν είναι μόνο πηγή εσόδων, αλλά και βασική συνιστώσα της ανάπτυξης. Στο πλαίσιο αυτό, τον Σεπτέμβριο ο φόρος στις επιχειρήσεις θα μειωθεί από το 28% στο 24% για τα εισοδήματα του 2019 και για τα μερίσματα από 10% στο 5%. Επιπρόσθετα ο πρώτος φορολογικός συντελεστής για εισοδήματα μέχρι 10.000 ευρώ πέφτει από το 22% στο 9%, ενώ θα μειωθεί και ο ανώτατος φορολογικός συντελεστής. Συν τοις άλλοις θα καταργηθούν σταδιακά η εισφορά αλληλεγγύης και το τέλος επιτηδεύματος, ενώ ο ΦΠΑ περιορίζεται από το 13% στο 11% και από το 24% στο 22%, όπως επίσης και οι ασφαλιστικές εισφορές οι οποίες θα μειωθούν σταδιακά από 20% στο 15%.
Τέλος, όσον αφορά στο καμπανάκι κινδύνου που έκρουσαν από κοινού η Τράπεζα της Ελλάδος, αλλά και οι εταίροι μας, πως εξαιτίας της ρύθμισης για τον ΕΝΦΙΑ υπάρχει κίνδυνος να μην επιτευχθεί ο στόχος του πλεονάσματος 3,5% το 2019, από το Μέγαρο Μαξίμου εξηγούν πως το πρόσθετο κόστος θα καλυφθεί εκ των έσω. Τι σημαίνει αυτό; Ότι τα επιπλέον περίπου 200 εκατομμύρια ευρώ που θα προκύψουν από τη μείωση του ΕΝΦΙΑ, θα καλυφθούν από την αυστηρή τήρηση των προϋπολογισμών των υπουργείων και των εποπτευόμενων φορέων της γενικής κυβέρνησης, μέσω του δραστικού περιορισμού των λειτουργικών τους εσόδων.