Τετραπλασιάστηκαν οι μισθοί – ψίχουλα των 250 ευρώ
INTIME (φωτό αρχείου)

Τετραπλασιάστηκαν οι μισθοί – ψίχουλα των 250 ευρώ

Του λόγου το αληθές για την πραγματική κατάσταση στην αγορά εργασίας αποκαλύπτει η Έκθεση του ΙΝΕ / ΓΣΕΕ για την ελληνική οικονομία 2019.

Η πρόσφατη αύξηση του κατώτατου μισθού σε 650 ευρώ μικτά ή κατά 10,9 και η κατάργηση του υποκατώτατου μισθού- όπως σημειώνεται- αντιστοιχεί σε αύξηση 27% για τους νέους κάτω των 25 και αντισταθμίζει κατά το ήμισυ την αρχική μισθολογική μείωση των εργαζομένων που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό.

Ωστόσο, όπως σημειώνεται, η αύξηση του κατώτατου μισθού αναμένεται να έχει θετική επίδραση στην οικονομική δραστηριότητα, καθώς ένα υψηλότερο επίπεδο του κατώτατου μισθού συμβάλλει στη σταθεροποίηση της.

Ο κατώτατος μισθός στην Ελλάδα βρίσκεται στα ίδια επίπεδα με την Πορτογαλία και κάτω από την Ισπανία ενώ στην κορυφή της λίστα παραμένει το Λουξεμβούργο.

Το μέγεθος της προσασμογής των μισθών κατά τα έτη 2018 και 2010

Συγκρίνοντας τα στοιχεία των αποδοχών των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα ανάμεσα στα έτη 2018 και 2010, γίνεται εμφανές το μέγεθος της προσαρμογής των αμοιβών.

Πιο συγκεκριμένα, κατά το 2010 οι μέσες μηνιαίες τακτικές αποδοχές ανέρχονταν σε 1.247 ευρώ, ενώ το 2018 είχαν πέσει στα 898 ευρώ, υποδεικνύοντας κατ’ αυτό τον τρόπο ότι οι μειώσεις στους μισθούς την εν λόγω 8ετία ξεπέρασαν το 28% σύμφωνα πάντα με την έκθεση της ΓΣΕΕ.

Από το 2010 έως το τέλος του 2018 σχεδόν τετραπλασιάστηκε ο αριθμός όσων αμείβονται με έως 250 ευρώ (64.000 το 2010, 190.927 το 2015 και 251.020 το 2018), ενώ 3πλασιάστηκε ο αριθμός όσων λαμβάνουν 500-600 ευρώ.

Το 2018 στον ιδιωτικό τομέα 571.000 άτομα – δηλαδή ένας στους τέσσερις – αμείβονταν με μισθό έως 500 ευρώ, ενώ 251.000 άτομα αμείβονταν με μισθό έως 250 ευρώ.

Το 2010 οι μέσες τακτικές αποδοχές στην πλήρη απασχόληση ήταν 1.394 ευρώ και το 2018 είχαν φτάσει στα 1.111 ευρώ, ενώ στην μερική απασχόληση τα 562 ευρώ το 2010 έγιναν 375 ευρώ το 2018.

Ένας εργαζόμενος μερικής απασχόλησης αμείβονταν το 2018 με λιγότερο από το μισό ανά ώρα εργασίας σε σχέση με έναν εργαζόμενο πλήρους απασχόλησης.

Συγκρίνοντας τα στοιχεία των αποδοχών των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα ανάμεσα στα έτη 2018 και 2010, γίνεται εμφανές το μέγεθος της προσαρμογής των αμοιβών.

Η απουσία των κλαδικών συμβάσεων

Ενας από τους βασικούς λόγους της κατάρρευσης των μισθών είναι η απουσία των κλαδικών συμβάσεων.

Αν υπολογιστεί ότι το σύνολο των εργαζομένων με σχέση ιδιωτικού δικαίου σύμφωνα με την Ετήσια Έκθεση της ΕΡΓΑΝΗ του 2018 είναι 1.996.723, τότε η επέκταση των κλαδικών συμβάσεων εργασίας αντιστοιχεί περίπου στο 10% του συνόλου των εργαζομένων.

Δανειακές υποχρεώσεις και αποταμίευση

Η έκθεση περιγράφει ως “ιδιαίτερα εύθραυστη” την χρηματοοικονομική θέση των νοικοκυριών κυρίως λόγω αρνητικών νέων αποταμιεύσεων και χαμηλού επιπέδου εισοδημάτων σε σχέση με τις δανειακές τους υποχρεώσεις.

Ενδιαφέρον, μάλιστα, εμφανίζει το γεγονός πως ενώ το 2017 παρατηρήθηκε σχετική βελτίωση των συνθηκών διαβίωσής σε σχέση με το 2016 για διάφορες κοινωνικές ομάδες, σε αυτές δεν συμπεριλαμβάνονται οι μισθωτοί εργαζόμενοι.

Τα στοιχεία δείχνουν σταθερά υψηλό κόστος απόλυσης για τους μισθωτούς και όξυνση των εισοδηματικών διαφορών στην αγορά εργασίας εις βάρος των γυναικών.

Οικονομική υποβάθμιση του ανέργου στην Ελλάδα

Την στιγμή που ο ΣΕΒ ζητά “εξορθολογισμό” του καθεστώς των αποζημιώσεων, τα στοιχεία του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ δείχνουν τη σημαντική οικονομική υποβάθμιση του ανέργου στην Ελλάδα σε σχέση με τις άλλες χώρες του ΟΟΣΑ καθώς το επίδομα ανεργίας αναπληρώνει μόλις το 27% του μέσου μισθού,

Ειδικότερα, το χρηματικό κόστος από την απώλεια μίας θέσης εργασίας για ένα έτος ανήλθε κατά το 2018 σε 8.126 ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 50% του μέσου καθαρού εισοδήματος από εργασία .

Αντίθετα οι δείκτες φτώχειας εμφανίζουν βελτίωση. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι ο δείκτης φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού εμφανίζει σταθερή υποχώρηση επί τρία συναπτά από 36% το 2014 σε 34,8% το 2017.

Ενώ όμως οι δείκτες φτώχειας βελτιώνονται στον γενικό πληθυσμό δεν φαίνεται να ισχύει το ίδιο για τους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα. Ειδικά για τους μισθωτούς ο δείκτης υλικής υστέρησης από 14,2% το 2016 αυξήθηκε στο 15,6% το 2017.

Η ανεργία τα τελευταία χρόνια έχει σημειώσει κάμψη. Ωστόσο η πλειονότητα των νέων προσλήψεων αφορά θέσεις ευέλικτων μορφών απασχόλησης. Σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης αν υπολογίσουμε την αποθάρρυνση αναζήτησης εργασίας και την αναγκαστική υποαπασχόληση ( 234 χιλιάδες άτομα) η πραγματική ανεργία φθάνει το 25% . Το ποσοστό εκτιμάται ότι θα υποχωρήσει κάτω από 10% στα μέσα της δεκαετίας 2020-2030.

Συμπερασματικά

Σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έκθεσης, οι πολιτικές λιτότητας και υπερπλεονασμάτων έχουν επιβαρύνει σημαντικά το προσαρμοσμένο ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, το οποίο την περίοδο 2009-2017 σημείωσε πτώση 33,7%, διαταράσσοντας τη μακροοικονομική και τη χρηματοπιστωτική συνοχή της οικονομίας.

Η οικονομική μεγέθυνση εξακολουθεί να βασίζεται στην ιδιωτική κατανάλωση, η οποία το β΄ εξάμηνο του 2018 αυξήθηκε κατά 700 εκατ. ευρώ περίπου σε πραγματικούς όρους.

Loading