Ανάσα για τους συνταξιούχους αναμένεται να είναι η αύξηση 40% που θα λάβουν στις συντάξεις τους. Αναδρομικά τουλάχιστον 9 μηνών και αυξήσεις 40% έρχονται από το 2020 για περίπου 26.000 επικουρικές συντάξεις χηρείας.
Οι αυξήσεις κατά 20 ποσοστιαίες μονάδες, δηλαδή κατά 40%, των δικαιούμενων ποσών για τις χήρες και τους χήρους αφορούν 9.500 συντάξεις χηρείας Δημοσίου (πρ. ΤΕΑΔΥ) και άλλων μικρών πρώην Ταμείων, όπως του ΤΕΑΥΝΤΠ (ναυτιλιακοί και τουριστικοί πράκτορες) των Ναυτικών (ΚΕΑΝ) κ.α., αλλά και τουλάχιστον 16.000 συντάξεις χηρείας του πρ. ΙΚΑ – ΤΕΑΜ.
Όπως αναφέρει η εφημερίδα “Έθνος”, το μέτρο αφορά τις επικουρικές συντάξεις που υπολογίστηκαν με ποσοστό χήρας/χήρου 50% και τώρα αναμένεται να αναπροσαρμοστούν αναδρομικά από τις 17 Μαΐου του 2019 στο 70%. Η διαδικασία της αναπροσαρμογής θα ξεκινήσει μέσα στο 2020.
Οι επικουρικές χηρείας για θανάτους ασφαλισμένων ή συνταξιούχων που απεβίωσαν ή αποβιώνουν μετά την ισχύ του νόμου Κατρούγκαλου (12/5/2016), υπολογίζονται με δυο ταχύτητες, μέχρι την έκδοση του ενιαίου Κανονισμού Ασφάλισης και Παροχών του ΕΤΕΑΕΠ:
- Σε όσα πρώην Ταμεία, κυρίως του ιδιωτικού τομέα ή του ευρύτερου Δημόσιου τομέα που έχουν πλέον ενταχθεί στο ΕΤΕΑΕΠ, ορίζονται συγκεκριμένα ποσοστά σύνταξης δικαιοδόχων μελών στις επιμέρους καταστατικές τους διατάξεις ακολουθούνται αυτά τα ποσοστά. Για τις εν λόγω συντάξεις δεν χρειάζεται να γίνει αναπροσαρμογή, καθώς από το 2016 και μέχρι σήμερα ακολουθούν τον υπολογισμό που ίσχυε από παλιά και ορίζονταν στο καταστατικό τους. Για παράδειγμα οι χήροι/χήρες εμποροϋπαλλήλων δικαιούνται το 60% της σύνταξης του θανόντα. Αντίστοιχα οι χήροι/χήρες των υπαλλήλων ΕΛΤΑ δικαιούνται το 60%, όπως οι χήροι/χήρες των υπαλλήλων ΔΕΗ και ΟΤΕ το 70%. Οι συντάξεις αυτές θα παραμείνουν στο ύψος που έχουν σήμερα.
- Σε όσα Ταμεία ακολουθούνται βάσει καταστατικού τα ποσοστά του κύριου φορέα, ισχύουν οι διατάξεις του νόμου Κατρούγκαλου και οι χήρες / χήροι δικαιούνται το 50% της σύνταξης του θανόντα από τον Μάιο του 2016, μέχρι τον Μάιο του 2019 και το 70% από τον Μάιο του 2019 μέχρι σήμερα.
Οι δυο μεγαλύτεροι φορείς του ΕΤΕΑΕΠ, δηλαδή το πρ. ΙΚΑ – ΤΕΑΜ, και το ΤΕΑΔΥ των δημοσίων υπαλλήλων, ανήκουν στην δεύτερη ταχύτητα και οι συντάξεις τους απαιτούν αναπροσαρμογές. Οι συντάξεις που θα αναπροσαρμοστούν είναι αυτές που αφορούν θανάτους μετά την 12η Μαίου του 2016, καθώς από τότε άλλαξε το καθεστώς.
Ποιοι κερδίζουν μεγάλες αυξήσεις επικουρικών
Η αύξηση από το 50% στο 70% «μετράει» από την ψήφιση του νόμου 4611/2019, δηλαδή από τις 17 Μαΐου 2019. Δεδομένου ότι οι συντάξεις Ιανουαρίου καταβάλλονται εκτάκτως πριν τις γιορτές των Χριστουγέννων, τα αναδρομικά ανατρέχουν τουλάχιστον στην περίοδο Μάιος – Ιανουάριος.
Ειδικά για 16.000 συντάξεις του πρ. ΙΚΑ, η καταβολή των αναδρομικών από την αύξηση του ποσοστού στο 70%, θα πρέπει να γίνει μετά από συμψηφισμούς. Οι εν λόγω επικουρικές αφορούν δικαιούχους που είχαν καταστεί συνταξιούχοι πριν από τις 31/12/2014 (συνεπώς οι συντάξεις τους είχαν υπολογιστεί με το παλαιό σύστημα) και απεβίωσαν μετά τις 12 Μαΐου του 2016, δηλαδή μετά την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου. Αρχικά η σύνταξη λόγω θανάτου αποδόθηκε στο 50% επί του αρχικού μεικτού ποσού, χωρίς να γίνει ο απαραίτητος επανυπολογισμός. Με την καταβολή των επικουρικών συντάξεων του περασμένου Οκτωβρίου, το συγκεκριμένο τεχνικό σφάλμα διορθώθηκε. Μολαταύτα υπάρχουν αναδρομικά λίγα ή περισσότερα για την κάθε σύνταξη, τα οποία θα πρέπει να συμψηφιστούν με τα νέα αναδρομικά.
Για όλους τους δικαιούχους επικουρικής σύνταξης λόγω θανάτου ισχύουν επίσης τα εξής :
- Καταργούνται τα ηλικιακά κριτήρια που καθόριζαν τη διάρκεια του δικαιώματος συνταξιοδότησης των δικαιούχων επιζώντων συζύγων και διαζευγμένων. Η σύνταξη λόγω θανάτου συνταξιούχου ή ασφαλισμένου καταβάλλεται στους δικαιούχους ανεξάρτητα από την ηλικία τους.
- Σε περίπτωση εργασίας ή αυτοαπασχόλησης ή λήψης σύνταξης από οποιαδήποτε πηγή μετά την πρώτη τριετία καταβάλλεται, αναλόγως της χρονικής διάρκειας της εργασίας ή της αυτοαπασχόλησης, το 50% της σύνταξης στον επιζώντα σύζυγο.
- Εάν ο συνταξιούχος εργάζεται με μειωμένη απασχόληση (λιγότερες από 25 ημέρες εργασίας) το ποσό της σύνταξης λόγω θανάτου που δικαιούται ο επιζών θα πρέπει να μειώνεται κατά 50%, μόνο για τις συγκεκριμένες ημέρες που εργάζεται/αυτοαπασχολείται.
- Στην περίπτωση όπου ο θανών καταλείπει τέκνα και η σύνταξη του επιζώντα συζύγου καταβάλλεται μειωμένη, τότε το ποσό της σύνταξης που περικόπτεται επιμερίζεται ισόποσα στα τέκνα.