Αντιμέτωπες με το γαλλικό βέτο βρέθηκαν Αλβανία και Βόρεια Μακεδονία, στην προσπάθειά τους για ένταξη στην ΕΕ. Οι Γάλλοι αρνήθηκαν να συναινέσουν στην ένταξη των δύο χωρών, ενώ επιφυλάξεις προέβαλαν και κάποιες άλλες χώρες.
Ως εκ τούτου, το συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων της ΕΕ δεν άναψε το «πράσινο φως» που απαιτούνταν για να ξεκινήσουν οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Ένωσης με την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία.
Διχογνωμία στην ΕΕ για Αλβανία και Βόρεια Μακεδονία
Την απογοήτευσή του για αυτήν την εξέλιξη εξέφρασε η υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Φινλανδίας, Τίτι Τουπουράινεν, που ασκεί την προεδρία του Συμβουλίου το τρέχον εξάμηνο.
«Δυστυχώς, δεν ήμαστε σε θέση να πετύχουμε μια ομόφωνη απόφαση και αυτό είναι κάτι που μας λυπεί», δήλωσε σχετικά. Παράλληλα, ανέφερε ότι το ζήτημα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων των δύο κρατών αναμένεται να συζητηθεί στο ανώτερο πολιτικό επίπεδο, στη Σύνοδο Κορυφής αυτής τη εβδομάδας.
«Δεν ήταν μια στιγμή δόξας για την ΕΕ. Η όποια περαιτέρω αναβολή αμφισβητεί την αξιοπιστία της ΕΕ και τη φιλοδοξία μας να γίνουμε ένας πιο δυνατός παγκόσμιος παίκτης», σχολίασε ο Ευρωπαίος επίτροπος, αρμόδιος για τα θέματα Διεύρυνσης, Γιοχάνες Χαν.
Σύμφωνα με τον ίδιο, εξάλλου, αν η ευρωπαϊκή προοπτική δεν είναι επιτυχής στις δύο χώρες, δεν αποκλείεται άλλες δυνάμεις να το εκμεταλλευτούν.
Ο Γιοχάνες Χαν, μάλιστα, απολογήθηκε στους πολίτες των δύο χωρών, υποστηρίζοντας ότι Σκόπια και Τίρανα έχουν κάνει τη δουλειά που χρειαζόταν. «Ελπίζω ότι οι ηγέτες θα δουν την ευρύτερη εικόνα και θα βρουν μια λύση που θα ανταποκρίνεται στις προσδοκίες», σημείωσε.
Όπως αποκάλυψε, εξάλλου, η μεγάλη πλειοψηφία των ευρωπαϊκών χωρών ήταν υπέρ μιας θετικής απόφασης για Αλβανία και Βόρεια Μακεδονία.
Το ενδεχόμενο διαχωρισμού
Μετά το αδιέξοδο που δημιουργήθηκε, οι σκέψεις πολλών πήγαν στο ενδεχόμενο ενός διαχωρισμού των δύο περιπτώσεων, ούτως ώστε ακόμη και αν «παγώσει» το θέμα των Τιράνων, να προχωρήσει εκείνο των Σκοπίων.
Σύμφωνα με την υπουργό Ευρωπαϊκών Υποθέσεων της Φινλανδίας, Τίτι Τουπουράινεν, και αυτό το σενάριο έπεσε στο τραπέζι, μετά από το γαλλικό βέτο και την αρνητική τροπή που πήρε η υπόθεση. Πρόσθεσε, ωστόσο, ότι ούτε σε αυτό μπορούσε να επιτευχθεί ομοφωνία.