Σ. Δανέλλης: Οι πράξεις συνείδησης δεν περιμένουν ανταλλάγματα

Σ. Δανέλλης: Οι πράξεις συνείδησης δεν περιμένουν ανταλλάγματα

Συνέντευξη στην Δήμητρα Αθανασοπούλου
Ο Σπύρος Δανέλλης έχει περάσει στην ιστορία ως ο υπ’ αριθμόν 151, «καταγραφή» για κάποιους συνώνυμη της προδοσίας, για άλλους ταυτόσημη της κυβερνητικής διάσωσης.

Ο ανεξάρτητος (πλέον) βουλευτής, ο οποίος διεγράφη προ μηνών από την κοινοβουλευτική ομάδα του Ποταμιού και έδωσε προ ημερών το «παρών» στο Γαλάτσι, μιλά στην Politik για όλα τα «στάδια» από τα οποία πέρασε μέχρι να φτάσει να κατηγορείται πως «παρακαλά για μία έδρα» στη Βουλή.

Για την υπεράσπιση του επικαλείται μάλιστα τη Μάργκαρετ Θάτσερ λέγοντας πως «όταν κάθεσαι στη μέση της εθνικής οδού, κινδυνεύεις και από τα δύο διερχόμενα ρεύματα». Ο υποψήφιος ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και αρχιτέκτονας δεν πιστεύει σε θύτες και θύματα, υποστηρίζοντας πως η πολιτική δεν μπορεί να επισκιάζεται από το θυμικό.

-Κάποτε πιστέψατε στο Ποτάμι.  Έπειτα είπατε  «φταίω εγώ που δεν είχα φύγει νωρίτερα από το Ποτάμι». Μπορείτε να μας αποσαφηνίσετε γιατί μείνατε και ποια είναι τα «στάδια» από τα οποία περάσατε;

«Στο κλίμα από τη μια της αναξιοπιστίας του παλαιού πολιτικού συστήματος που μας οδήγησε στην χρεοκοπία και από την άλλη του αντιμνημονιακού παραλογισμού και αντιευρωπαϊσμού, το Ποτάμι εμφανίστηκε ως η φωνή της λογικής. Εμφανίστηκε ως η δύναμη που θα μπορούσε να εξισορροπήσει και να αποτοξικοποίησει το δημόσιο λόγο. Δυστυχώς, όμως, φάνηκε ανίκανο να διαχειριστεί τη μεγάλη δυναμική, που στην πρώτη φάση απέκτησε στην κοινωνία και παρά το ότι υπήρξε ο πόλος έλξης σημαντικών προσωπικοτήτων από τον ευρύτερο προοδευτικό χώρο. Την φράση «φταίω εγώ που δεν είχα φύγει νωρίτερα από το Ποτάμι», την είπα αναφερόμενος στο συνέδριο του προηγούμενου Νοεμβρίου. Όπου με μεγάλη πλειοψηφία αποφασίστηκε η στρατηγική προσέγγισης με τη Νέα Δημοκρατία, «οπωσδήποτε μετά τις εκλογές, πιθανώς και πριν τις εκλογές». Από το βήμα του συνεδρίου είπα, επίσης, πως η σχέση μου πλέον είναι ληξιπρόθεσμη, αφού οι απόψεις, οι αρχές και η διαδρομή μου ήταν ασύμβατες με μια τέτοια πορεία. Είπα, επίσης, πως δεν θα στερούσα φεύγοντας την κοινοβουλευτική υπόσταση του κόμματος, αλλά κι ότι παράλληλα δεν θα μπορούσα να απαλλοτριώσω σε κανέναν, το δικαίωμα της δημόσιας έκφραση της δικής μου γνώμης. Η συνέχεια είναι γνωστή. Θα ήταν ασυνεπές και υποκριτικό να μην δώσω ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση που θα έφερνε τη Συμφωνία των Πρεσπών στη Βουλή. Αυτός, εξάλλου, υπήρξε και ο λόγος της διαγραφής μου από το Ποτάμι. Έτσι όμως έδωσα και την δυνατότητα στο Ποτάμι να κάνει και το ίδιο το πατριωτικό του καθήκον, ψηφίζοντας τη Συμφωνία των Πρεσπών».

-Τι σημαίνει για εσάς η εγγραφή σας στην ιστορία ως  ο υπ’ αριθμόν 151;

«Όποιος ασχολείται με την πολιτική, με τη δημόσια ζωή, πρέπει να ξέρει πως κάποια στιγμή μπορεί να νιώσει στην πλάτη του βάρος ευθύνης πολύ μεγαλύτερης από εκείνης που υπολόγιζε ότι του αναλογεί. Συνειδητοποίησα πολύ νωρίς το βάρος της ευθύνης και τη συνέπεια της όποιας επιλογής μου. Πρέπει να σα πω, όμως, ότι όσο δύσκολη κι αν μου ήταν η απόφαση ήξερα ότι ήταν η μόνη σωστή σύμφωνα με τη συνείδηση, τις αρχές και τις αξίες μου».

-Αισθανθήκατε να είστε θύμα ή θύτης προδοσίας;

«Δεν θεωρώ τον εαυτό μου ούτε θύμα, ούτε θύτη. Και βεβαίως δεν πρόδωσα κανέναν, πολύ δε περισσότερο τις αρχές και τις απόψεις μου. Θυμίζω ότι, από τον όχι και τόσο μακρινό Ιανουάριο του 2018, όταν βγήκε από το «ψυγείο» το Μακεδονικό κι όταν φαινόταν επιτέλους στον ορίζοντα μια συμφωνία, μίλησα για την αναγκαιότητα επίλυσης του εθνικού άγους, στη βάση όλων όσα δημόσια υποστήριζα από το 1992. Αλλά παράλληλα μίλησα και για την ευκαιρία δημιουργίας μιας προοδευτικής κυβέρνησης μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και των δύο κομμάτων (ΠΑΣΟΚ και ΠΟΤΑΜΙ), που αυτοπροσδιορίζονται ως κόμματα της προοδευτικής αντιπολίτευσης. Γιατί από τότε έλεγα ότι το Μακεδονικό είναι ένα ταυτοτικό ζήτημα για κάθε κόμμα και για κάθε πολιτικό, που αναδεικνύει και τις μεταξύ τους εκλεκτικές συγγένειες».

-Ποια είναι η απάντηση σας σε όσους σας κατηγορούν πως παρακαλάτε για μια έδρα; 

«Όσοι από την αρχή αρνήθηκαν να αντιληφθούν πως οι πράξεις συνείδησης δεν περιμένουν ανταλλάγματα, απογοητεύτηκαν όταν δεν είδαν να έρχεται ούτε υπουργείο, ούτε Δήμος ή Περιφέρεια όπως έλεγαν. Η εμπάθεια, η υποκρισία και η ανοησία τους κάνει τώρα να υποστηρίζουν πως η συμμετοχή σε ένα ψηφοδέλτιο με σταυρό προτίμησης, στην τερατώδη μάλιστα πανελλήνια εκλογική περιφέρεια, θεωρείται αντάλλαγμα».

 «Η επέλαση των ακροδεξιών θέτει εν αμφιβόλω την υπόσταση της ΕΕ»

 –Τι ρόλο διαδραματίσατε στο Γαλάτσι όπου -όπως λένε- γεννήθηκε ο νέος ΣΥΡΙΖΑ;

«Ο νέος ΣΥΡΙΖΑ γεννιέται το δεύτερο μισό του 2015, όταν με τρόπο επώδυνο επιλέγει τον ευρωπαϊκό δρόμο. Στο Γαλάτσι είναι η αφετηρία μιας προσπάθειας σύγκλισης, συμπόρευσης, συνεννόησης  των προοδευτικών ευρωπαϊστικών δυνάμεων, που έχει ανάγκη ο τόπος και η Ευρώπη ολόκληρη. Και επιτέλους κάποιες δυνάμεις αντιλαμβάνονται ότι ο πολιτικός μας επαρχιωτισμός δεν είναι ικανός να μας κάνει να μην βλέπουμε αυτό που στην Ευρώπη συμβαίνει και κατεξοχήν μας αφορά. Η επέλαση των ακροδεξιών και των νεοφιλελεύθερων συντηρητικών δυνάμεων θέτουν εν αμφιβόλω, όχι μόνο τα ποιοτικά χαρακτηριστικά, αλλά και την ίδια την ύπαρξη και την υπόσταση της ΕΕ. Μην μας διαφεύγει ότι η παραδοσιακή δεξιά όλο και περισσότερο διολισθαίνει και εγκλωβίζεται στην ατζέντα και τη ρητορική της ακροδεξιάς. Ο αγώνας, η προσπάθεια ξεκινάει στο Γαλάτσι. Το Γαλάτσι όμως είναι μόνο η αρχή της προσπάθειας. Ο αγώνας δεν τελειώνει στις ευρωεκλογές, αφού οι προκλήσεις για τη χώρα είναι πολλές, μεγάλες και διαρκείς. Οι προοδευτικές δυνάμεις οφείλουν να συνειδητοποιήσουν τις ευθύνες τους μπροστά στο άδηλο και επισφαλές μέλλον, για τη χώρα και την Ενωμένη Ευρώπη».

-Πως αξιολογείτε την προσχώρηση του κ. Θεοχαρόπουλου στο ΣΥΡΙΖΑ; Ο αρχηγός της ΔΗΜΑΡ αποκαλούσε τον Αλέξη Τσίπρα αμοραλιστή… αλλά ενέδωσε.

«Νομίζω πως η προσχώρηση του κ. Θεοχαρόπουλου στο ΣΥΡΙΖΑ ήταν αναμενόμενη. Και το «αναμενόμενη» το λέω καθαρά με πολιτικούς όρους. Ο κ. Θεοχαρόπουλος ανήκει στην ευρύτερη προοδευτική παράταξη, η οποία έχει ξεκάθαρες θέσεις σε συγκεκριμένα θέματα. Στο «Μακεδονικό» και τη «Συμφωνία των Πρεσπών», αλλά και νωρίτερα σε διάφορα δικαιωματικά νομοσχέδια, που όπως έχω πει πολλές φορές αποτελούν ταυτοτικά ζητήματα για κάθε προοδευτικό πολίτη. Ο αρχηγός της ΔΗΜΑΡ κάθε φορά διαφοροποιούνταν από την επίσημη ηγεσία του ΚΙΝΑΛ. Και η διαφωνία του δεν ήταν προσχηματική, από τη στιγμή που σε μόνιμη βάση το ΚΙΝΑΛ επέλεξε να ετεροπροσδιορίζεται με ό,τι η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ νομοθετούσε, ακόμα κι αν επί της ουσίας συμφωνούσε. Σε σχέση με το δεύτερο μέρος της ερώτησής σας, στα χρόνια της έντασης του «Μνημόνιο-Αντιμνημόνιο» έχουν ειπωθεί πολλά, ένθεν κακείθεν. Προφανώς όλοι οφείλουμε να είμαστε προσεκτικότεροι. Η τοξικότητα αυτή όμως δεν μπορεί να συνεχίσει. Η πολιτική δεν μπορεί να επισκιάζεται από το θυμικό».

«Ανιστόρητα το ΚΙΝΑΛ αποφάσισε πως ο “εχθρός” του βρίσκεται στα αριστερά του»

-Πως ορίζετε εσείς τον πολιτικό αμοραλισμό; Ποιοι πιστεύετε πως είναι οι πραγματικοί λόγοι που η ΔΗΜΑΡ δεν παρέμεινε στο ΚΙΝΑΛ και τι σημαίνει αυτό για τη δημοκρατική παράταξη;

«Πολιτικός αμοραλισμός σημαίνει να πολιτεύεσαι χωρίς αρχές. Νομίζω πως κάθε προοδευτικός πολίτης αντιλαμβάνεται την «περίεργη», αλλά προφανή δεξιά στροφή του ΚΙΝΑΛ. Δυστυχώς, ανιστόρητα σχεδόν το ΚΙΝΑΛ έχει αποφασίσει πως ο «εχθρός» βρίσκεται στα αριστερά του. Και παρότι το ίδιο δηλώνει πως κρατάει ίσες αποστάσεις σε ένα νέο «ανένδοτο αγώνα», θα του θυμίσω τι έλεγε η Μάργκαρετ Θάτσερ για αυτές τις περιπτώσεις: «Όταν κάθεσαι στη μέση της εθνικής οδού, κινδυνεύεις και από τα δύο διερχόμενα ρεύματα».

-Θα ήθελα και το προγνωστικό σας για το τι θα κάνει το Ποτάμι…

«Νομίζω πως το Ποτάμι έχει σχεδόν οριστικά απολέσει την εμπιστοσύνη του κόσμου που αρχικά το εμπιστεύτηκε. Η άρνησή του να αποσαφηνίσει την πολιτική φυσιογνωμία του, να αποκτήσει μια στέρεη πολιτική γραμμή, να εγκαταλείψει τις ιδεολογικές αμφισημίες του και να λειτουργήσει ως πραγματικά πολιτική κίνηση, το οδήγησαν στην εξαέρωσή του. Εκτιμώ ότι, όπως εξάλλου το συνέδριο του Νοεμβρίου αποφάσισε, θα συμπλεύσει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, πριν ή μετά τις εκλογές, με τη Νέα Δημοκρατία».

 


Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Politik την Παρασκευή 12 Απριλίου 2019

Loading

Play