Η Μικρή μας Πόλη του Θόρντον Γουάιλντερ έγινε εφαλτήριο για να κάνουμε μια συζήτηση με τη Φαίη Κοκκινοπούλου για τις μικρές καθημερινές στιγμές που εκτιμάμε μονάχα όταν λείψουν, κάτι σαν «ψίθυροι καρδιάς» που ακούγονται εκ των υστέρων.
Δεν είπαμε λέξη για εκείνο το σίριαλ που μεταξύ άλλων την είχε κάνει γνωστή στο ευρύ κοινό πριν από περισσότερο από δυο δεκαετίες. Η κουβέντα καθοδηγήθηκε από την ίδια την παράσταση στην οποία πρωταγωνιστεί στο Θέατρο Λαμπέτη ενσαρκώνοντας μια «συντηρητική μητέρα». Στην πραγματική ζωή η Φαίη είναι προοδευτική, ταλαντούχα, πολυπράγμων. Παίζει, γράφει και ζωγραφίζει, αλλά ποτέ παράλληλα. Ανήκει σε εκείνους που αφοσιώνονται κάθε φορά μόνο σε ένα πράγμα και σίγουρα στους ελάχιστους που δεν παραδόθηκαν ποτέ στην εικόνα τους με αποτέλεσμα να αναζητά διαρκώς νέες διεξόδους δημιουργίας. Κάπως έτσι προέκυψε και το μυθιστόρημά της Μπούκου ενόσω απείχε από την τηλεόραση. Είχε προηγηθεί μια συλλογή διηγημάτων, οι «ιστορίες χαρτοπετσέτας» όπως τις αποκαλεί.
Η ηθοποιός, η οποία προέρχεται από πολιτική οικογένεια, σχολιάζει στην Politik τις εκλογές, μιλά για τη δική της σχέση με την πολιτική, το θέατρο και τη συγγραφή. Όποτε ζορίζεται –ομολογεί– βρίσκει καταφύγιο στο Γαλαξίδι, στην ιδιαίτερη πατρίδα της, όπου «πιάνει το νήμα από εκεί που το άφησε»…
-Η Μικρή μας Πόλη συγκαταλέγεται στα κλασικά έργα και πλέον πολυπαιγμένα. Σε τι θα συνοψίζατε την ουσία ή ακόμα και το δίδαγμα αυτής της παράστασης (σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα);
«Το κουκούτσι της παράστασης είναι οι μικρές καθημερινές στιγμές ανθρώπων εκείνης της πόλης, δηλαδή οι απλές στιγμές που δεν τους δίνουμε σημασία, αλλά όταν αυτές λείψουν αντιλαμβανόμαστε πως αυτό ήταν η ζωή μας. Στη Μικρή μας Πόλη βλέπουμε όλο τον κύκλο της ζωής, τη γέννηση, την ενηλικίωση, τον έρωτα, τη φιλία, τις σχέσεις γονιών-παιδιών και το τέλος. Ο ρόλος είναι μία μητέρα, λίγο συντηρητική. Η κόρη μου παντρεύεται και το μέλλον που απλώνεται λαμπρό μπροστά της αλλάζει με το γάμο. Δεν θέλω να πω πολλά και να προδώσω το έργο».
-Σε προσωπικό επίπεδο τι σας ανακίνησε η συμμετοχή σας σε αυτήν;
«Μου ανακίνησε όλα αυτά τα προσωπικά που δεν λέγονται αλλά υπάρχουν. Εμένα με συγκινεί κάθε μέρα αυτό το έργο παρόλο που κάναμε δυο μήνες πρόβες. Έχει αλλάξει ο τρόπος που βλέπω τα πράγματα. Τα εκτιμώ πιο πολύ, τους δίνω μεγαλύτερη σημασία. Το ξέρω πως είναι κάτι που μου το υπενθυμίζει η παράσταση και μετά μπορεί να το ξεχάσω. Δεν πειράζει. Αρκεί που συμβαίνει».
«Το θέατρο σε βάζει να σκεφτείς»
-Τελικά το θέατρο έχει ψυχοθεραπευτική δράση για τους ηθοποιούς;
«Ψυχοθεραπεία κάνεις με τον ψυχίατρο. Το θέατρο δεν αλλάζει τη ζωή. Φωτίζει όμως κομμάτια σου, σε ταξιδεύει, σε βάζει να σκεφτείς».
-Δεν έχετε περιοριστεί στην υποκριτική. Έχετε γράψει και δυο βιβλία, εκ των οποίων το ένα μυθιστόρημα. Πώς πρόεκυψε η συγγραφή στη ζωή σας;
«Το Μπούκου προέκυψε μετά το πρώτο βιβλίο, ένα βιβλίο με μικρές ιστορίες, της μισής σελίδας. Εγώ τις λέω ιστορίες της χαρτοπετσέτας γιατί κάθε μία θα μπορούσε να γραφτεί σε μια χαρτοπετσέτα. Όλη αυτή η οικονομία των διηγημάτων του πρώτου βιβλίου μού δημιούργησε την ανάγκη να εκφραστώ περισσότερο και πιο λεπτομερώς. Αποφάσισα να γράψω ένα μυθιστόρημα. Δεν είχα ιδέα πώς γίνεται γιατί δεν είχα πάει σε σχολή. Άνοιξα και διάβασα από διάφορους συγγραφείς για το πώς γράφει ο καθένας, τι δρόμο ακολουθεί. Έκανα μια πολύ μεγάλη μελέτη πάνω σε αυτό και επέλεξα αυτό που νόμιζα πως μου ταιριάζει. Είχε αποτέλεσμα γιατί ολοκλήρωσα αυτό το βιβλίο. Και τώρα που έχει περάσει καιρός και το ξαναβλέπω δεν νομίζω πως έχει σοβαρά δομικά κενά. Υπάρχουν πράγματα που θα έκανα αλλιώς, αλλά όχι στη δομή».
-Άρα να περιμένουμε κάτι καινούργιο στο χαρτί;
«Έχω μια ιδέα για ένα θεατρικό. Αλλά είναι τόσο δύσκολη ιδέα που δεν ξέρω αν θα τα καταφέρω».
-Σε ποιο ρόλο –εκείνον της ηθοποιού ή της συγγραφέως– νιώθετε πιο πολύ ο εαυτός σας;
«Στη γραφή είσαι εσύ και το χαρτί. Είναι εντελώς διαφορετική διαδικασία. Η συγγραφή είναι αυτονομία. Το θέατρο είναι μια άλλη ιστορία. Παίρνεις ερεθίσματα και καθοδήγηση και προσπαθείς να γίνεις δημιουργικός χωρίς να χάσεις τον άξονα και την ουσία βάζοντας τη δική σου ματιά. Είναι πιο πολύπλοκο. Το βέβαιο είναι πως δεν μπορώ να παίζω και να γράφω. Γι’ αυτό και μετά το Μπούκου δεν έγραψα τίποτα. Δεν είμαι από τους ανθρώπους που μπορούν να κάνουν παράλληλα θέατρο και τηλεόραση».
-Σκέφτεστε το ενδεχόμενο επιστροφής στην τηλεόραση;
«Αν μου προτείνουν κάτι καλό, δηλαδή μια συμπαθητική παραγωγή που να πληρώνει, θα έκανα ξανά τηλεόραση. Γιατί έχουμε μεγάλο θέμα· ακόμα και οι σειρές που δεν κόβονται, δεν πληρώνουν. Στο σπίτι δεν έχω τηλεόραση. Την έκλεισα γιατί υπήρχε ένας θόρυβος διαρκής μέσα στο σπίτι και είχα σταματήσει να διαβάζω, να ακούω μουσική».
-Προέρχεστε από πολιτική οικογένεια και είχατε κατέβει και υποψήφια κάποια στιγμή…
Είχα κατέβει υποψήφια στην «Αττική Γη», στο ψηφοδέλτιο του Ψαριανού. Αλλά δεν είχα ασχοληθεί, δεν είχα κάνει τίποτα για αυτό. Να φανταστείς ο αδελφός μου δεν με ψήφισε γιατί δεν το ήξερε. Παρ’όλ’ αυτα πήγα καλά. Όλοι στην οικογένεια γυρίζαμε γύρω από την πολιτική. Δεν διανοούμαστε να μην ασχοληθούμε με τα πολιτικά θέματα. Δεν καταλαβαίνω όσους λένε «δεν με ενδιαφέρει η πολιτική». Μου φαίνεται αδιανόητο. Είναι σαν να λες «δεν με ενδιαφέρει τι συμβαίνει στο σπίτι μου». Ο παππούς μου ήταν οκτώ χρόνια δήμαρχος στην Άμφισσα και υπήρξε και βουλευτής. Ο πατέρας μου ήταν υποψήφιος».
«Δεν θα ήθελα να πάρει αυτοδυναμία η ΝΔ»
-Τι θα ψηφίσετε στις εκλογές και πώς αποτιμάτε τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών;
Στις ευρωεκλογές στενοχωρήθηκα γιατί δεν εκπροσωπούμαι. Αυτό που ψήφισα δεν έβγαλε εκπρόσωπο. Ψήφισα κάποιους στο Ποτάμι. Δυστυχώς το Ποτάμι δεν τα κατάφερε. Και δεν είναι καλό αυτό που συμβαίνει. Στις εθνικές εκλογές έχω πολύ μεγάλο πρόβλημα τι θα ψηφίσω. Και αρκετός κόσμος. Δεν θα ήθελα να πάρει αυτοδυναμία η Νέα Δημοκρατία. Δεν νομίζω πως στη χώρα μας είμαστε ώριμοι να διαχειριστούμε μία αυτοδυναμία. Γενικά τόσο στην πολιτική όσο και στο θέατρο πιστεύω στις συνεργασίες και στις συναινέσεις. Ευελπιστώ πως θα προκύψει κάτι που θα μπορέσει να στεγάσει και έναν άλλον κόσμο. Το ΚΙΝΑΛ δεν τα έχει πάει τόσο καλά. Η κυρία Φώφη θα έπρεπε θα παραδώσει σε κάποιον άλλο. Οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν πότε πρέπει να φύγουν. Βλέπουν το οικοδόμημα να γκρεμίζεται και επιμένουν».
-Ποια είναι η στιγμή που κάποιος καταλαβαίνει πως ήρθε η ώρα να φύγει γενικά στη ζωή;
«Πρέπει να έχεις συναίσθηση και να πατάς γερά στη γη κάθε στιγμή. Σε αυτό παίζει πολύ σημαντικό ρόλο το περιβάλλον μας, το περιβάλλον που εμείς φτιάχνουμε. Γιατί εμείς το φτιάχνουμε. Για παράδειγμα εγώ θέλω ανθρώπους που θα μου ανοίγουν τα μάτια, όχι να μου λένε πόσο ωραία τα έκανα όλα. Δεν θέλω αυλικούς. Δεν είναι χρήσιμο και αποτελεσματικό. Έχουμε ευθύνη για αυτούς που επιλέγουμε…»
-Σκέφτεστε λοιπόν την ενασχόλησά σας με την πολιτική;
«Δεν είναι για μένα αυτά. Είμαι πολύ straight άνθρωπος. Αν μου πει ένας ψηφοφόρος κάτι ύποπτο, θα τον καταχερίσω. Και έτσι δεν πας μπροστά. Αν και θα ήθελα πολύ να κάνω κάτι για τον τόπο μου (Φωκίδα). Δεν μπορώ να το αποκλείσω αυτό.
-Ποια είναι η σχέση σας με τις ρίζες σας;
«Κάθε φορά που επιστρέφω στο Γαλαξίδι, πιάνω το νήμα από εκεί που το άφησα. Και αυτό είναι πολύ ξεκούραστο για τη ζωή. Να έχει ένα στίγμα. Όταν είμαι πιεσμένη, πάω στο χωριό μου και ύστερα από λίγες μέρες όλα μπαίνουν στη θέση τους.
Για μένα ένας τόπος δεν λέει κάτι. Με τους ανθρώπους δένομαι, όχι με τα πράγματα. Γι’ αυτό και δεν έχω αναμνηστικά, ούτε φωτογραφίες· δεν κουβαλάω τίποτα. Προτιμώ να τα έχω στη μνήμη μου. Και για έναν ακόμα λόγο. Γιατί δεν θέλω να τα φορτώσω στο γιο μου. Μαζεύουμε πράγματα που είναι σημαντικά για εμάς και τα αφήνουμε στα παιδιά μας φέρνοντάς τα στη δύσκολη θέση να τα κουβαλάνε. Έτσι έχω μια τσάντα με τα βασικά. Και τα πινέλα μου για να ζωγραφίζω».
-Καταπιάνεστε με πολλές μορφές τέχνης. Ποιο είναι το επόμενο σχέδιο;
«Δεν κάνω σχέδια! Εκτιμώ τους ανθρώπους που βάζουν στόχους και δουλεύουν πάνω σε αυτούς. Πιστεύω όμως πως χάνουν νοστιμιές της ζωής και εκπλήξεις του να αποκλίνεις από την πορεία σου και να σου ανοιχτεί ένας άλλος δρόμος. Μου αρέσει να αφήνομαι και να με πηγαίνουν τα πράγματα. Δεν πάω ξέμπαρκη, το κάνω συνειδητά».
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα “Politik” την Παρασκευή 21 Ιουνίου 2019