Ανακαλύπτοντας τη σχέση μεταξύ υπομονής και ανυπομονησίας, μέσα από νέα ευρήματα στην ψυχολογία. Η υπομονή συχνά θεωρείται αρετή, ωστόσο η πραγματικότητα είναι ότι οι περισσότεροι άνθρωποι δηλώνουν ανυπόμονοι. Αυτή η αντίφαση οδήγησε την Δρ. Kate Sweeny από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια – Ρίβερσαϊντ να διερευνήσει εάν η υπομονή συνδέεται λιγότερο με τις θετικές μας ιδιότητες και περισσότερο με την ικανότητά μας να διαχειριζόμαστε τις καθημερινές απογοητεύσεις. Η Δρ Sweeny επιχείρησε να ορίσει τι σημαίνουν ακριβώς η υπομονή και η ανυπομονησία και ποιοι παράγοντες τις επηρεάζουν.
Μέσα από τρεις έρευνες που περιλάμβαναν 1.200 συμμετέχοντες, διαπιστώθηκε ότι η ανυπομονησία εκδηλώνεται όταν οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν καθυστερήσεις που φαίνονται άδικες ή παράλογες, όπως η κίνηση σε ώρες αιχμής ή η καθυστέρηση μιας συνάντησης. Σύμφωνα με τη Δρ Sweeny, η υπομονή αποτελεί την προσέγγιση με την οποία διαχειριζόμαστε αυτά τα συναισθήματα ανυπομονησίας. Τα αποτελέσματα της μελέτης δημοσιεύθηκαν πρόσφατα στο Personality and Social Psychology Bulletin, σε άρθρο που εξετάζει το μοντέλο της υπομονής.
Η υπομονή σχετίζεται με την ικανότητα ρύθμισης των συναισθημάτων, καθώς οι ψυχολόγοι μελετούν στρατηγικές που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι για να μειώσουν ή να αυξήσουν την ένταση των συναισθημάτων τους. Η Δρ Sweeny υποστηρίζει ότι η υπομονή αποτελεί ένα υποσύνολο αυτών των στρατηγικών, που στοχεύει στην ανυπομονησία. Για να δοκιμάσει αυτή την υπόθεση, ζήτησε από συμμετέχοντες να εξετάσουν πώς αντιδρούν σε απογοητευτικές καταστάσεις της καθημερινής τους ζωής.
Οι συμμετέχοντες αξιολόγησαν πόσο ανυπόμονοι θα ένιωθαν σε σενάρια όπως η καθυστέρηση σε μποτιλιάρισμα ή η συμμετοχή σε μια βαρετή συνάντηση. Στη συνέχεια, εξετάστηκε πώς αντιμετώπισαν την ανυπομονησία τους, χρησιμοποιώντας στρατηγικές όπως η απόσπαση της προσοχής ή η θετική σκέψη.
Η μελέτη αποκάλυψε ότι τρία σενάρια ενισχύουν την ανυπομονησία: η υψηλή σημασία της καθυστέρησης, η δυσάρεστη κατάσταση αναμονής και η ευθύνη άλλων για την καθυστέρηση. Παρά το γεγονός ότι σχεδόν όλοι οι συμμετέχοντες δήλωσαν ότι θα αισθάνονταν τουλάχιστον λίγο ανυπόμονοι, υπήρχαν διαφορές στη διάρκεια της ανυπομονησίας ανάμεσα σε άτομα με καλύτερες ικανότητες ρύθμισης συναισθημάτων.
Η Δρ Sweeny καταλήγει ότι τα ευρήματα υποστηρίζουν πολλές από τις ιδέες μας σχετικά με την υπομονή και την ανυπομονησία. Η έρευνα μπορεί να βοηθήσει ανθρώπους να διαχειριστούν την ανυπομονησία τους και να αναπτύξουν μεγαλύτερη υπομονή στην καθημερινότητά τους.
Πηγή περιεχομένου: in.gr