Όλοι γνωρίζουν ποια είναι τα προβλήματα της χώρας και ότι η ζημιά που προκαλεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι εν πολλοίς ανεπανόρθωτη. Όλοι ξέρουν ότι σε λίγο καιρό όλη η χώρα θα έχει κοπεί σε φιλέτα και θα έχει πουληθεί, ενώ τα πλεονεκτήματα μιας οικονομίας βασισμένης στη μικρομεσαία επιχείρηση και την ιδιοκτησία θα έχουν πλέον εκλείψει. Η μοιρασιά του Ταμείου Ανάκαμψης, μαζί με την εισροή ξένου χρήματος αποκλειστικά στην αγορά ακινήτων, θα έχει γιγαντώσει και παγιώσει τις ανισότητες. Αυτή η κατρακύλα μπορεί να σταματήσει μόνο με μια πολιτική απόφαση που θα έβαζε φρένο στο γρήγορο και εύκολο χρήμα του τουρισμού και του real estate.
Και όταν λέμε ότι το ξέρουν όλοι, το εννοούμε. Μπορεί να το λένε ο ένας στον άλλον στον ΣΥΡΙΖΑ ή να κρύβουν τα ρήγματα στο ΠΑΣΟΚ. Η ουσία παραμένει η ίδια: ζητείται ένα κράτος που θα κάνει κάτι άλλο, πιο δυναμικό, από αυτό που κάνει. Για να διορθωθούν οι τιμές του ρεύματος, ζητούν μια ισχυρή κρατική ΔΕΗ. Για την Υγεία, απαιτούν ένα δημόσιο σύστημα με ισχυρά ασφαλιστικά ταμεία. Όμως, όλοι το ξέρουν αυτό και προτιμούν να το λένε δειλά-δειλά.
Η δημόσια ΔΕΗ ρημαζόταν για σχεδόν είκοσι χρόνια με ευρωπαϊκές αποφάσεις για τη «δεσπόζουσα θέση» της στην αγορά. Αν είχε παιδευτεί κανείς με την συμμετοχή στην ΕΕ, θα ήξερε ότι η αποστολή της ήταν να απαγορεύει ακόμα και τις κρατικές εταιρείες που θα ήταν αρκετά ισχυρές ώστε να συγκρατήσουν τις αδηφάγες τάσεις της αγοράς. Πρωθυπουργοί και αρχηγοί κομμάτων βέβαια, όταν μιλούν για εξωτερική πολιτική, τα καταφέρνουν καλά, αλλά κανείς δεν θεωρεί την τοποθέτηση της χώρας απέναντι στις Βρυξέλλες μέρος αυτής. Είναι να αναρωτιέται κανείς γιατί να μην απαιτηθεί αλλαγή στα νεοφιλελεύθερα στοιχεία της ΕΕ, αφού το αποτέλεσμά τους είναι να βαθαίνουν την πολιτική κρίση.
Οι ανυπέρβλητες προκλήσεις της ΕΕ πρέπει να αντιμετωπιστούν χωρίς δισταγμούς, διότι η κατάσταση αυτή οδηγεί σε αδιέξοδο.