Γιατί καταρρέει η Βενεζουέλα;
Φωτό αρχείου

Γιατί καταρρέει η Βενεζουέλα;

Κλιμακώνεται η πολιτική και οικονομική κατάσταση στη Βενεζουέλα. Ποιοι είναι οι λόγοι των διαδηλώσεων και της αντίστασης της αντιπολίτευσης απέναντι στον πρόεδρο Μαδούρο;

Τι συνέβη τα τελευταία χρόνια στη Βενεζουέλα;

20 χρόνια μετά την εκλογή του Ούγκο Τσάβες στο αξίωμα του προέδρου σχεδόν τίποτα δεν έχει μείνει από τον «Σοσιαλισμό του 21ου αιώνα» που ο ίδιος οραματιζόταν. Με κοινωνικά προγράμματα χρηματοδοτούμενα από τα έσοδα του πετρελαίου, ο πρώην πρόεδρος προσπαθούσε να διαμορφώσει τη Βενεζουέλα σύμφωνα με το όραμά του.

Λόγω της πολιτικής που ακολουθούσε ο Τσάβες, η οποία ήταν εκ διαμέτρου αντίθετη με αυτή των προηγούμενων κυβερνήσεων, ο ίδιος ήταν μέχρι το θάνατό του το 2013 ιδιαίτερα δημοφιλής στο λαό της Βενεζουέλας. Στο εξωτερικό ωστόσο τού ασκούνταν κριτική λόγω του αυταρχικού τρόπου διακυβέρνησης.

Τα προβλήματα που ξεκίνησαν με τον Τσάβες οξύνθηκαν με τον Νικολάς Μαδούρο, τον οποίο ο Τσάβες ανακήρυξε διάδοχό του και ο οποίος βγήκε νικητής στις αμφιλεγόμενες προεδρικές εκλογές του 2013. Το καθεστώς άρχισε να έχει όλο και περισσότερο χαρακτηριστικά δικτατορίας με συστηματικές προσπάθειες καταπίεσης του Τύπου και δραματικές εξελίξεις στην οικονομία.

Γιατί ο πρόεδρος του Κοινοβουλίου Γκουαϊντό αυτοανακηρύχθηκε προσωρινός πρόεδρος;

Παρά τις διαμαρτυρίες σε εσωτερικό και εξωτερικό, στις αρχές Ιανουαρίου ο Μαδούρο ορκίστηκε πρόεδρος για δεύτερη θητεία η οποία θα διαρκέσει μέχρι το 2025. Οι εκλογές του Μαΐου, του 2018, κρίθηκαν μη δημοκρατικές.

Ήδη το 2017 και εν μέσω διαδηλώσεων που κόστισαν τη ζωή τουλάχιστον 100 ανθρώπων, ο Μαδούρο αφαίρεσε την εξουσία από το Κοινοβούλιο, στο οποίο από το 2015 η αντιπολίτευση κατέχει την πλειοψηφία. Το αργότερο όταν ο Μαδούρο ανέλαβε καθήκοντα προέδρου για μια δεύτερη θητεία, η Εθνοσυνέλευση θεώρησε ότι αποτελεί τη μόνη δημοκρατικά εκλεγμένη εκπροσώπηση και εκπόνησε σχέδιο μεταβατικής κυβέρνησης και ελεύθερων εκλογών. Ο πρόεδρος της Βουλής Χουάν Γουαϊδό αυτοανακηρύχθηκε μεταβατικός πρόεδρος. Οι ΗΠΑ αλλά και πολλές νοτιοαμερικανικές χώρες εξέφρασαν τη στήριξή τους στον Γουαϊδό.

Γιατί η Βενεζουέλα καταρρέει οικονομικά ενώ έχει τεράστια αποθέματα πετρελαίου;

Η Βενεζουέλα διαθέτει τα μεγαλύτερα αποθέματα πετρελαίου στον κόσμο. Ωστόσο τα τελευταία χρόνια η χώρα περιόρισε την εξόρυξη. Η παραγωγή πετρελαίου που αποτελεί το 95% των συνολικών εσόδων στη Βενεζουέλα έπεσε τελευταία από 3,5 εκατομμύρια βαρέλια (έκαστο 159 λίτρα) στο 1 εκατομμύριο την ημέρα.

Το γεγονός ότι η τιμή του πετρελαίου έπεσε σε ιστορικό χαμηλό το 2013 μπορεί να θεωρηθεί ατυχές για τον Μαδούρο. Ωστόσο για τη σχέση εξάρτησης της χώρας από το πετρέλαιο ευθύνεται πρωτίστως το ίδιο το καθεστώς. Ενώ όταν είχε ορκιστεί ο Τσάβες οι εξαγωγές πετρελαίου αντιστοιχούσαν στο 70% των συνολικών εξαγωγών, το 2013 είχαν εκτοξευχθεί στο 98%. Η Βενεζουέλα δεν παράγει ουσιαστικά σχεδόν τίποτε άλλο.

Ποιες είναι οι συνέπειες για τους πολίτες;

Οι περισσότεροι πολίτες είναι πολύ φτωχοί, πολλοί υποφέρουν από την πείνα. Ακόμη και εκείνοι που έχουν δουλειά δεν μπορούν να αγοράσουν ούτε τα βασικά, με τον κατώτατο μισθό να ανέρχεται στα 18.000 μπολιβάρ το μήνα, δηλαδή 5,90 ευρώ. Την ίδια ώρα δεν υπάρχουν τρόφιμα και άλλα προϊόντα πρώτης ανάγκης, διότι το κράτος δεν εισάγει πια, ούτε και παράγει βέβαια.

Εκατομμύρια άνθρωποι παρουσιάζουν συμπτώματα χρόνιου υποσιτισμού. Ελλείψεις υπάρχουν και στα φάρμακα. Ασθένειες που είχαν ξεπεραστεί εδώ και δεκαετίες, όπως ελονοσία και φυματίωση έχουν επιστρέψει. Από το 2011 η παιδική θνησιμότητα έχει διπλασιαστεί.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις κάθε μέρα μεταναστεύουν περίπου 5.000 Βενεζουελανοί. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης, εξαιτίας της κρίσης, της αυξημένης εγκληματικότητας και του συνεχώς αυξανόμενου πληθωρισμού έχουν εγκαταλείψει τη χώρα από το 2014 περίπου 3 εκατομμύρια άνθρωποι. Δεδομένου ότι μεταξύ αυτών βρίσκονται και πολλοί νέοι με υψηλή ειδίκευση, ακόμη και σε περίπτωση ανατροπής του πολιτικού σκηνικού δεν θα υπήρχε επαρκές εργατικό δυναμικό για την οικονομική ανόρθωση της χώρας, όπως εκτιμά το Ινστιτούτο Ερευνών Brookings Institution.

Πηγή: Deutsche Welle

Loading

Play