Την πρωτοβουλία γνωστών Αυστριακών ιστορικών, οι οποίοι σε ψήφισμά τους που του απέστειλαν, ζητούν την ανάκληση τιμητικών διακρίσεων που έχουν απονεμηθεί σε άτομα με ναζιστικό παρελθόν, χαιρετίζει ο ομοσπονδιακός Πρόεδρος της Αυστρίας, Αλεξάντερ Βαν ντερ Μπέλεν και δηλώνει την υποστήριξή του για την αναγκαία αλλαγή της νομοθεσίας από την αυστριακή Βουλή.
Οι καθηγητές Σύγχρονης Ιστορίας των πανεπιστημίων της Βιέννης, του Σάλτσμπουργκ, του Γκρατς, του Λιντς και του Κλάγκενφουρτ, ζητούν με την ευκαιρία της φετινής επετείου των 100 χρόνων της ίδρυσης της Αυστριακής Δημοκρατίας, να ανακληθεί το Παράσημο Τιμής, που είχε απονεμηθεί το 1956 στον αποθανόντα το 1973 νομικό, Χανς Γκλόμπκε, ο οποίος μεταξύ άλλων, είχε συντάξει τους ρατσιστικούς νόμους του γερμανοναζιστικού Τρίτου Ράιχ.
Σε δηλώσεις του, ο Αυστριακός Πρόεδρος τονίζει πως «είναι αυτονόητο πως σε καμία περίπτωση δεν επιτρεπόταν να απονεμηθεί το 1956 το Παράσημο Τιμής στον Χανς Γκλόμπκε, και γι’ αυτό θεωρώ ως σωστό και αναγκαίο να υπάρξει μία ανάκληση του παράσημου».
Την πρωτοβουλία, της οποίας το ψήφισμα έχει αποσταλεί και στον Αυστριακό καγκελάριο Σεμπάστιαν Κουρτς, στηρίζουν, τόσο ο τοπικός κυβερνήτης του ομόσπονδου κρατιδίου της Στυρίας Χέρμαν Σιούτσενχοφερ, ο οποίος προέρχεται από το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα του καγκελάριου, όσο και το κόμμα ΝΕΟΣ (Νέα Αυστρία) της αυστριακής αντιπολίτευσης.
Από την Καγκελαρία και από την Προεδρία της Δημοκρατίας στη Βιέννη, τονιζόταν σήμερα, πως εξετάζεται από κοινού η δυνατότητα τροπολογίας στο καθεστώς των τιμητικών διακρίσεων, καθώς στον σχετικό νόμο δεν προβλέπεται ανάκλησή τους.
Στο ίδιο πνεύμα είναι και η απάντηση σχετικής ερώτησης που κατέθεσε στη Βουλή το κόμμα ΝΕΟΣ, από τον ίδιο τον καγκελάριο Κουρτς, ο οποίος επισημαίνει πως το καθεστώς των τιμητικών διακρίσεων για «προσφορά υπηρεσιών στην Δημοκρατίας της Αυστρίας», δεν προβλέπει την ανάκληση των διακρίσεων που έχουν απονεμηθεί από Αυστριακό ομοσπονδιακό Πρόεδρο.
Εντύπωση διεθνώς, είχε προκαλέσει η απόφαση του Πανεπιστημίου του Σάλτσμπουργκ, με την οποία είχε ανακαλέσει τον Δεκέμβριο του 2015 τον τίτλο του «επίτιμου διδάκτορα» που είχε απονείμει το 1983, στον παγκόσμια γνωστό βιολόγο ανθρώπινης συμπεριφοράς και κάτοχο του βραβείου Νόμπελ, Κόνραντ Λόρεντς (7.11.1903 – 27.2.1989) «εξαιτίας της ανοικτής υποστήριξης του στη ναζιστική ιδεολογία και της διάδοσης της από μέρους του, μέσα από την έρευνα και τη διδασκαλία του».
Στη σχετική έρευνα του πανεπιστημίου στην οποία είχε βασιστεί η απόφαση, διαπιστωνόταν ότι ο Λόρεντς, ήδη το 1938, σε επιστολή του και αίτησή του να εγγραφεί ως μέλος στο ναζιστικό κόμμα, (η οποία και συντελέστηκε τον Ιούνιο του 1938), τόνιζε πως ο ίδιος υπήρξε πάντα εθνικοσοσιαλιστής από πεποίθηση.
Ο Λόρεντς πρόσθετε ακόμη, πως πολύ πριν την «αλλαγή» (σ.σ. την προσάρτηση της Αυστρίας στη ναζιστική Γερμανία το Μάρτιο του 1938) ο ίδιος είχε πετύχει να αποδείξει σε σοσιαλιστές φοιτητές την «βιολογική αδυναμία του μαρξισμού» και να τους προσηλυτίσει στον εθνικοσοσιαλισμό.
Σύμφωνα με την έρευνα του Πανεπιστημίου του Σάλτσμπουργκ, ο Κόνραντ Λόρεντς προσπάθησε να διαδώσει τα σημαντικότερα στοιχεία της ρατσιστικής ναζιστικής ιδεολογίας, κάτι το οποίο αποσιωπήθηκε το 1983, όταν αποφασίστηκε να του απονεμηθεί το επίτιμο διδακτορικό του Πανεπιστημίου.
Στην απόφασή του, το Πανεπιστήμιο του Σάλτσμπουργκ έκρινε τον Κόνραντ Λόρεντς ανάξιο της τιμητικής διάκρισης, η οποία του αφαιρέθηκε πλέον επίσημα με δημόσια αιτιολόγηση, και όχι μόνον με σιωπηρή διαγραφή του από τον κατάλογο των επίτιμων διδακτόρων.
Η αφαίρεση του τίτλου από τον Κόνραντ Λόρεντς, ήταν η δεύτερη σε αυτό το πλαίσιο, καθώς το πανεπιστήμιο της «πόλης του Μότσαρτ», είχε ανακαλέσει τον Οκτώβριο του 2014 την απονομή του επίτιμου διδακτορικού που είχε γίνει το 1973, στον ιδρυτή του Μουσείου Φυσικής Ιστορίας του Σάλτσμπουργκ «Οίκος Φυσικής», Πάουλ Τρατς, τρία χρόνια πριν από το θάνατό του.Σύμφωνα με το πόρισμα της ανάλογης έρευνας του πανεπιστημίου, ο Πάουλ Τρατς είχε διατελέσει στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου αξιωματικός των γερμανοναζιστικών ταγμάτων εφόδου (SS) και είχε συμμετάσχει στη Βαρσοβία και στη Σοβιετική Ένωση σε καταλήστευση έργων τέχνης, αρκετά από τα οποία βρέθηκαν κατόπιν στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας.
Επιπλέον, ο ίδιος είχε δημοσιεύσει άρθρα στο καθοδηγητικό όργανο των SS, στα οποία κατήγγειλε την «παρενόχληση από το βάρος ξένης ράτσας» και υποστήριζε την εξόντωση παράλυτων ατόμων και τερατογενέσεων, ενώ του είχε απονεμηθεί από τον διαβόητο αρχηγό των SS, Χάινριχ Χίμλερ, το «Δακτυλίδι της νεκροκεφαλής των Ες Ες» – μια ανώτατη διάκριση τους.
Το Πανεπιστήμιο του Σάλτσμπουργκ, ως πρώτο ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα στην Αυστρία, με απόφαση της Συγκλήτου του είχε ανακοινώσει το 2014 την πρόθεσή του να ελέγξει αν υπάρχουν «προβληματικές περιπτώσεις» ανάμεσα στα συνολικά 88 πρόσωπα που έχουν ανακηρυχτεί στην ιστορία του «επίτιμοι διδάκτορες» και στα οποία περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, ο αρχιμουσικός Χέρμπερτ φον Κάραγιαν και ο ζωγράφος Όσκαρ Κοκόσκα.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ