Σχεδόν 5.000 αστυνομικοί και στρατιωτικοί αναπτύχθηκαν χθες Πέμπτη στην Ονδούρα, στο πλαίσιο μιας επιχείρησης που αποσκοπεί στην καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, καθώς η χώρα συνεχίζει να συγκαταλέγεται στις πιο επικίνδυνες παγκοσμίως, λόγω της διακίνησης ναρκωτικών και της δράσης συμμοριών.
Η ισχυρή δύναμη έχει συγκεντρωθεί στην παραγκούπολη Ελ Πεδρεγκάλ, στην πρωτεύουσα Τεγκουσιγκάλπα, η οποία είναι μια από τις περιοχές που πλήττονται περισσότερο από το οργανωμένο έγκλημα, και στη συνέχεια έχει προχωρήσει σε άλλες συνοικίες.
Διεξάγεται «επιχείρηση» σε περιοχές όπου σημειώνεται «υψηλό επίπεδο εγκληματικότητας», με στόχο να «συλληφθούν άτομα που συνδέονται με εγκληματικές δομές», όπως εξήγησε ο εκπρόσωπος των ενόπλων δυνάμεων Μάριο Ριβέρα.
«Αυτό που επιθυμούμε είναι να δημιουργήσουμε κλίμα ειρήνης και κλίμα εμπιστοσύνης», με σημεία ελέγχου που θα λειτουργούν «24 ώρες το 24ωρο» στους δρόμους, πρόσθεσε, σημειώνοντας ότι η επιχείρηση θα συνεχιστεί «μέχρι νέας εντολής».
Παρόμοια επιχείρηση είχε διεξαχθεί στις 4 Ιουλίου από τον στρατό και την αστυνομία, αλλά αυτή είχε διάρκεια μόλις μία ημέρα.
Η πρόεδρος της Ονδούρας, Σιομάρα Κάστρο, κήρυξε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης στις αρχές Δεκεμβρίου του 2022 για να αντιμετωπιστεί η εγκληματικότητα. Αυτό το μέτρο επιτρέπει, ειδικότερα, συλλήψεις χωρίς εντάλματα, ακολουθώντας το υπόδειγμα του «πολέμου κατά των συμμοριών» που εφαρμόστηκε τον Μάρτιο του 2022 στο γειτονικό Ελ Σαλβαδόρ, όπου η δραστηριότητα των μάρας μειώθηκε σημαντικά.
Ο δείκτης ανθρωποκτονιών στην Ονδούρα έχει φτάσει τις 38 ανά 100.000 κατοίκους το 2023, δηλαδή σχεδόν έξι φορές του παγκόσμιου μέσου όρου, σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Βίας του Εθνικού Πανεπιστημίου.