Η φτώχεια στην Αργεντινή αυξάνεται ακατάπαυστα για πάνω από έναν χρόνο κι η εξάπλωσή της επιταχύνεται από τα τέλη του 2023, υποδεικνύουν έρευνες οι οποίες, παρότι εκπονήθηκαν με διαφορετικές μεθόδους, συγκλίνουν· το ποσοστό των πολιτών που πλήττεται υπολογίζεται μεταξύ του 42 και του 55% του πληθυσμού.
Μελέτη που δημοσιοποιήθηκε χθες Τρίτη από το Παρατηρητήριο Κοινωνικού Χρέους (Observatorio de la Deuda Social Argentina) του Καθολικού Πανεπιστημίου (Universidad Católica Argentina, UCA) εκτιμά πως η φτώχεια έπληττε το 55,5% του πληθυσμού (46 εκατ. συνολικά) το πρώτο τρίμηνο του 2024, με άλλα λόγια κατέγραψε καθαρή άνοδο σε σύγκριση με το τρίτο τρίμηνο του 2023 (44,7%) και με τον Δεκέμβριο (49,5%).
Ταυτόχρονα, το ποσοστό των πολιτών της Αργεντινής σε κατάσταση ανέχειας, ή ακραίας φτώχειας, αυξήθηκε από το 9,6% το τρίτο τρίμηνο του 2023 στο 14,2% τον Δεκέμβριο και στο 17,5% το πρώτο τρίμηνο του 2024, σύμφωνα με τους αριθμούς του ODSA-UCA.
Το όριο της φτώχειας στην Αργεντινή ισούται με μηνιαίο εισόδημα κατώτερο ή ίσο με την αξία καλαθιού βασικών διατροφικών προϊόντων, ή αλλιώς 268.000 πέσος (292 δολαρίων) για κάθε ενήλικο και 828.000 πέσος (904 δολαρίων) για κάθε νοικοκυριό με δυο παιδιά. Όριο της ακραίας φτώχειας θεωρείται το εισόδημα ίσο ή κατώτερο με 121.000 πέσος (132 δολάρια) για οποιονδήποτε ενήλικο.
Τα τριμηνιαία δεδομένα του Παρατηρητηρίου συμπληρώνουν τα επίσημα, πιο αραιά (εξαμηνιαία), του εθνικού ινστιτούτου στατιστικής (INDEC). Με βάση αυτά τα στοιχεία, η φτώχεια στα τέλη του 2023 έπληττε το 41,7% του πληθυσμού.
Ωστόσο και ο επίσημος δείκτης πιστοποιεί συνεχή επιδείνωση (37,3% στα τέλη του 2021, 39,2% στα τέλη του 2022).
Χειρότερα, τα μεγέθη αυτά αφορούν την περίοδο πριν από τη μεγάλη υποτίμηση του πέσο στα μέσα Δεκεμβρίου και προτού αναλάβει ο ακραίος φιλελεύθερος πρόεδρος Χαβιέρ Μιλέι, ενώ δεν συνυπολογίζεται ο αντίκτυπος του πληθωρισμού (25,5% τον Δεκέμβριο, 20,6% τον Ιανουάριο, 13,2% τον Φεβρουάριο…).
Όλοι οι δείκτες υπογραμμίζουν τις σκληρές κοινωνικοοικονομικές συνέπειες (πτώση της απασχόλησης, μείωση της κατανάλωσης) των νέων μέτρων λιτότητας, έπειτα από τη χρονιά πληθωρισμού-ρεκόρ που ήταν το 2023 (211%).
Οι διαφορές που παρουσιάζουν οι δείκτες του INDEC και του ODSA-UCA εν μέρει εξηγούνται από τη διαφορά στη συχνότητα εκπόνησης των μελετών τους (τριμηνιαία/εξαμηνιαία) κι εν μέρει από τις χρησιμοποιούμενες μεθόδους υπολογισμού. Το μεν INDEC βασίζεται σε καθαρά εισοδηματικά κριτήρια κι έχει εξαιρετικά ευρεία βάση από δημογραφική σκοπιά· το δε ODSA-UCA βασίζεται σε πιο πολυδιάστατα κριτήρια, αλλά πιο στενή στατιστική βάση (μερικές χιλιάδες νοικοκυριά).
Σε κάθε περίπτωση, τον Μάρτιο, η UNICEF δημοσιοποίησε δεδομένα που κατατείνουν επίσης στην επιδείνωση της κατάστασης: το 14,3% των παιδιών βρισκόταν σε κατάσταση ακραίας φτώχειας στα μέσα του 2023, έναντι 12,2% έναν χρόνο νωρίτερα, με το ποσοστό να ξεπερνά το 19% στα τέλη του 2023, με άλλα λόγια από ακραία φτώχεια μαστίζονταν 2,4 εκατ. παιδιά, κατά τους υπολογισμούς της.
Τα στοιχεία αυτά ανακοινώνονται με φόντο την πολεμική γύρω από το υπουργείο Ανθρώπινου Κεφαλαίου, καθ’ ύλη αρμόδιο για τα ζητήματα κοινωνικής πρόνοιας, και τους χιλιάδες τόνους επισιτιστικής βοήθειας που έχουν πάψει να διανέμονται επί μήνες. Πρόκειται για αποθέματα τροφίμων προοριζόμενα για την αντιμετώπιση εκτάκτων καταστάσεων, δικαιολογείται η κυβέρνηση· κοντεύουν να λήξουν, καταγγέλλει η αντιπολίτευση. Αυτή την εβδομάδα οργανώνεται επείγουσα διανομή μέρους αυτής της επισιτιστικής βοήθειας με συνδρομή των ενόπλων δυνάμεων.
ΦΩΤΟ ΑΡΧΕΙΟΥ (EPA/Juan Ignacio Roncoroni)