Οι εισαγωγές όπλων των ευρωπαϊκών κρατών μελών του NATO υπερδιπλασιάστηκαν τα τελευταία πέντε χρόνια και στο 60% και πλέον από αυτές εισήχθησαν αμερικανικά όπλα, σύμφωνα με έκθεση που δημοσιοποίησε το SIPRI, το Διεθνές Ινστιτούτο Έρευνας για την Ειρήνη με έδρα τη Στοκχόλμη.
Μόλις την περασμένη εβδομάδα, 26 κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξέφρασαν τη βούλησή τους να ενισχύσουν τις αμυντικές δυνατότητες της ηπείρου διαβλέποντας την απεμπλοκή των ΗΠΑ του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.
Την πενταετία 2020-2024, η Ουκρανία έγινε ο μεγαλύτερος εισαγωγέας όπλων στον κόσμο και οι ΗΠΑ εδραίωσαν περαιτέρω τη θέση τους ως ο μεγαλύτερος εξαγωγέας (43% του παγκόσμιου συνόλου), ακολουθούμενες από τη Γαλλία, σύμφωνα με τους αριθμούς του ινστιτούτου.
Την υπό μελέτη περίοδο, οι εισαγωγές όπλων των ευρωπαϊκών κρατών μελών του NATO αυξήθηκαν αλματωδώς (+105%) σε σύγκριση με την προηγούμενη πενταετία (2015-2019), αντανακλώντας «τον γενικό επανεξοπλισμό της Ευρώπης σε αντίδραση στην απειλή της Ρωσίας», σχολιάζει το SIPRI.
Οι ΗΠΑ προμήθευσαν το 64% αυτών των όπλων (από 52% την περίοδο 2015-2019).
«Αντιμέτωπα με την ολοένα πιο φιλοπόλεμη Ρωσία και τις εντάσεις στις διατλαντικές σχέσεις επί πρώτης προεδρίας Τραμπ», τα ευρωπαϊκά κράτη μέλη του NATO προσπάθησαν να μειώσουν την εξάρτησή τους από τις εισαγωγές όπλων και να ενισχύσουν την ευρωπαϊκή βιομηχανία εξοπλισμών, σημειώνει ο κύριος ερευνητής του «προγράμματος για τις μεταφορές όπλων» στο SIPRI, σύμφωνα με το δελτίο Τύπου που συνοδεύει την έκθεση.
Ωστόσο, η διατλαντική σχέση σε ό,τι αφορά τις αγοραπωλησίες όπλων έχει βαθιές ρίζες. Οι εισαγωγές από τις ΗΠΑ αυξήθηκαν και τα ευρωπαϊκά κράτη μέλη του NATO παρήγγειλαν σχεδόν 500 μαχητικά αεροσκάφη και διάφορα άλλα όπλα από τις ΗΠΑ.
Η Γαλλία δεν εξαρτάται τόσο από τις ΗΠΑ, σημείωσε ο ερευνητής στο Γαλλικό Πρακτορείο, όμως άλλες μεγάλες χώρες, όπως η Ιταλία ή η Βρετανία, αγοράζουν αεροσκάφη χαμηλής παρατηρησιμότητας F-35 ή συστήματα αντιαεροπορικής άμυνας Patriot από τους Αμερικανούς, με άλλα λόγια συστήματα δύσκολο να υποκατασταθούν, τουλάχιστον άμεσα.
Η Ολλανδία, το Βέλγιο και η Δανία εξαρτώνται πολύ περισσότερο από τους αμερικανικούς εξοπλισμούς, παρατήρησε ο ερευνητής.
Για να αλλάξει αυτή η κατάσταση, θα απαιτηθεί τεράστια πολιτική και οικονομική επένδυση, υπογράμμισε ο κύριος Βέζεμαν. «Η προμήθεια όπλων παίρνει πολλά χρόνια, συχνά περισσότερο από μια αμερικανική προεδρική θητεία».
Σε κάθε περίπτωση, για πρώτη φορά έπειτα από 20 χρόνια, η Ευρώπη μετατράπηκε στον μεγαλύτερο πελάτη των ΗΠΑ: σε αυτή αναλογούσε το 35% των αμερικανικών εξαγωγών όπλων την περίοδο 2020-2024, ξεπερνώντας την Εγγύς Ανατολή (33%). Ωστόσο, το κράτος που είναι ο μεγαλύτερος πελάτης της αμερικανικής βιομηχανίας όπλων παρέμεινε η Σαουδική Αραβία.
«Με το 43% των παγκόσμιων εξαγωγών όπλων», οι ΗΠΑ έχουν «το τετραπλάσιο μερίδιο από αυτό του δεύτερου μεγαλύτερου εξαγωγέα, της Γαλλίας», αναφέρει ο διευθυντής του προγράμματος για τις μεταφορές όπλων του SIPRI, σύμφωνα με το δελτίο Τύπου.
Η Γαλλία πάντως διπλασίασε τις εξαγωγές της στην Ευρώπη σε σύγκριση με την περίοδο 2015-2019, κυρίως λόγω των πωλήσεων μαχητικών αεροσκαφών Rafale στην Ελλάδα και στην Κροατία και τις προμήθειες όπλων στην Ουκρανία.
Η Ινδία παραμένει ωστόσο ο μεγαλύτερος πελάτης της Γαλλίας (28% των γαλλικών εξαγωγών): έχει ποσοστό σχεδόν διπλάσιο από όλα τα ευρωπαϊκά κράτη μαζί (15%).
Η Ρωσία είναι ο τρίτος μεγαλύτερος εξαγωγέας όπλων στον κόσμο, ενώ η υποχώρηση των εξαγωγών της (-64%) επιταχύνθηκε μετά την εισβολή του στρατού της στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022.
Πέρα από την αύξηση των δικών της αναγκών, η Ρωσία υπέστη τις συνέπειες των διεθνών κυρώσεων και των πιέσεων των ΗΠΑ σε συμμάχους τους να μην προμηθεύονται ρωσικό οπλισμό.
Η Ινδία στρέφεται ολοένα περισσότερο σε άλλες χώρες, ενώ η Κίνα ενίσχυσε τη δική της βιομηχανία.
Στην Εγγύς Ανατολή, παρά τον πόλεμο στη Λωρίδα της Γάζας, οι εξαγωγές όπλων του Ισραήλ παρέμειναν συγκριτικά σταθερές την τελευταία πενταετία σε σύγκριση με την προηγούμενη, πάντα κατά τη μελέτη του SIPRI.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ