Σε 86 ανέρχονται οι προσφυγές που έχουν γίνει μέχρι σήμερα στον κόσμο κατά μεγάλων εταιρειών πετρελαίου, φυσικού αερίου και άνθρακα, οι οποίες κατηγορούνται για την απορρύθμιση του κλίματος. Πάνω από το ένα τρίτο από αυτές αξιώνεται η καταβολή αποζημίωσης, σύμφωνα με έκθεση που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα από τις Oil Change International και Zero Carbon Analytics.
Οι διαδικασίες κατά των παραγωγών ορυκτών καυσίμων ενώπιον των αρμόδιων δικαστικών ή διοικητικών οργάνων αυξήθηκαν σημαντικά μετά τη συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα το 2015. Το 2023 κατατέθηκαν 14 νέες προσφυγές, έναντι 5 το 2015 και 8 από το 2005 ως το 2014. Πάνω από τις μισές κατατέθηκαν στις ΗΠΑ και 24% στην Ευρώπη. Συνολικά τουλάχιστον 40 υποθέσεις βρίσκονται ακόμη σε εξέλιξη, διευκρινίζεται στην έκθεση, στην οποία δεν γίνεται συνολικός απολογισμός των υποθέσεων που έχουν ολοκληρωθεί.
Δύο στις πέντε υποθέσεις, ποσοστό 38%, αφορούν αιτήματα αποζημίωσης για βλάβες που προκλήθηκαν από την κλιματική αλλαγή, επισημαίνεται στην έκθεση, η οποία στηρίχθηκε σε δεδομένα του Sabin Center for Climate Change Law του Πανεπιστημίου Κολούμπια της Νέας Υόρκης. Άλλες υποθέσεις, ποσοστό 16%, αφορούν φερόμενο ως πράσινο ξέπλυμα. Σύμφωνα με την έκθεση, 8 υποθέσεις στις 9 αυτού του είδους που έχουν σήμερα ολοκληρωθεί οδήγησαν είτε σε καταδίκη, είτε σε απόφαση η εναγόμενη επιχείρηση να αποσύρει τους ισχυρισμούς της όσον αφορά θέματα κλιματικής και περιβαλλοντικής δράσης.
Οι συντάκτες της έκθεσης αναφέρουν το παράδειγμα προσφυγής από τη μη κυβερνητική οργάνωση ClientEarth κατά διαφημιστικής εκστρατείας της BP στη Βρετανία, η οποία κατηγορήθηκε ότι υπερέβαλλε όσον αφορά τη σημασία των επενδύσεών της στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Άλλο αντικείμενο προσφυγών είναι μέτρα μείωσης των εκπομπών των αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου που κρίνονται ανεπαρκή βάσει της συμφωνίας του Παρισιού. Στην έκθεση καταγράφονται 10 υποθέσεις αυτού του είδους, μεταξύ των οποίων αυτή της Shell, στην οποία έδωσε εντολή το 2021 ολλανδικό δικαστήριο να αναβαθμίσει τους στόχους της για μείωση των εκπομπών των αερίων που ευθύνονται για την υπερθέρμανση του πλανήτη, κάτι που έγινε για πρώτη φορά από δικαστήριο. Ο πετρελαϊκός κολοσσός άσκησε έφεση.
Μεταξύ των άλλων αντικειμένων προσφυγών βρίσκονται οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις ορισμένων αδειών εκμετάλλευσης, οι οικονομικοί κίνδυνοι που αναλαμβάνει η εταιρεία όσον αφορά την ενεργειακή μετάβαση, ή ακόμη, στις ΗΠΑ, ο μη σεβασμός των δικαιωμάτων των καταναλωτών. «Οι εταιρείες ορυκτών καυσίμων έχουν παγιδευτεί στον ιστορικό και συνεχιζόμενο ρόλο τους στην υπερθέρμανση του πλανήτη», σχολίασε ο Ντέιβιντ Τονγκ, υπεύθυνος εκστρατείας της Oil Change International. «Καμία σημαντική εταιρεία πετρελαίου-φυσικού αερίου δεν έχει δεσμευτεί να κάνει αυστηρά το ελάχιστο για να αποτραπεί το κλιματικό χάος, ως εκ τούτου οι κοινότητες στρέφονται στη δικαιοσύνη», πρόσθεσε.
Πέραν των μεγάλων εταιρειών ορυκτών καυσίμων, η δικαστική πίεση αυξάνεται επίσης για τον αεροπορικό, τον αγροτοδιατροφικό τομέα κι άλλους. Τον Ιούνιο, το Grantham Research Institute της Σχολής Οικονομικών του Λονδίνου (London School of Economics) κατέγραψε περίπου 230 προσφυγές στη δικαιοσύνη κατά επιχειρήσεων ή επαγγελματικών οργανώσεων, εκ των οποίων πάνω από τα δύο τρίτα έγιναν από το 2020.