Οι αρχές του Κιότο, ένας ιστορικός προορισμός της Ιαπωνίας που πλήττεται από υπερτουρισμό, ανακοίνωσαν σήμερα μεγάλη αύξηση από το 2026 των φόρων διαμονής που επιβάλλονται στους επισκέπτες, που φθάνει έως τα 60 ευρώ ανά νύχτα και κατ’ άτομο ανάλογα με το κατάλυμα.
Οι νέοι αυτοί φόροι πρέπει να εγκριθούν από το δημοτικό συμβούλιο και θα τεθούν σε ισχύ από τον Μάρτιο του 2026.
Όπως και άλλοι γνωστοί τουριστικοί προορισμοί του κόσμου, η παλιά αυτοκρατορική πρωτεύουσα της Ιαπωνίας, γνωστή για τους βουδιστικούς της ναούς και τους παραδοσιακούς δρόμους με τις γκέισες, έχει πλημμυρίσει από ένα αυξανόμενο κύμα επισκεπτών που θέτει σε δοκιμασία τις υποδομές της. Η Ιαπωνία έχει δει εκτόξευση του αριθμού των ξένων τουριστών, που μπορεί να φθάσει το 2024 το επίπεδο ρεκόρ των 35 εκατ. ανθρώπων. Οι επισκέπτες προσελκύονται κυρίως από την εξασθένηση του γεν, ενώ η κυβέρνηση στοχεύει σε 60 εκατ. επισκέπτες έως το 2030.
Ωστόσο, ο αυξημένος αριθμός των επισκεπτών προκαλεί προβλήματα στο Κιότο, όπου οι κάτοικοι παραπονιούνται για την αυξημένη κίνηση και τη συμπεριφορά των τουριστών που μπαίνουν σε ιδιωτικά δρομάκια και παρενοχλούν τις γκέισες, τις οποίες προσπαθούν να φωτογραφίσουν για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Για να αντιμετωπιστεί η κατάσταση, οι δημοτικές αρχές δήλωσαν ότι έχουν την πρόθεση να αυξήσουν τον φόρο διαμονής προκειμένου να πετύχουν ‘βιώσιμο τουρισμό’ που οδηγεί σε αυξημένο επίπεδο ικανοποίησης για τους πολίτες, τους τουρίστες και τις επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με το προτεινόμενο σχέδιο, οι επισκέπτες που νοικιάζουν ένα δωμάτιο έναντι 20.000 έως 50.000 γεν ανά νύχτα θα δουν τον φόρο να διπλασιάζεται στα 1.000 γεν κατ’ άτομο και ανά διανυκτέρευση. Για δωμάτια με κόστος μεταξύ 50.000 έως 100.000 γεν την νύχτα, ο φόρος θα αυξηθεί στα 4.000 γεν. Και για τα πιο πολυτελή καταλύματα, ο φόρος δεκαπλασιάζεται για να φθάσει τα 62 ευρώ κατ’ άτομο και ανά διανυκτέρευση.
Από το Τόκιο έως την Οζάκα, οι μεγάλες μητροπόλεις της Ιαπωνίας επιβάλλουν ήδη στους τουρίστες φόρους διαμονής που αντιστοιχούν σε κάποιες εκατοντάδες γεν ανά νύχτα.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ