Η πανδημία της Covid-19, επιταχύνοντας την ψηφιακή μετάβαση, εμπέδωσε την παντοδυναμία των γιγάντων της τεχνολογίας στα δισεκατομμύρια των καθημερινών χρηστών, αλλά και σηματοδότησε την αφύπνιση των κρατών μπροστά στην επιρροή τους.
Συνεδριάσεις στο Zoom, έρευνες στο Google, ψώνια στην Amazon, ανταλλαγές στο Whatsapp και βραδιές στο Netflix: ευρισκόμενες σε θέση ισχύος ήδη πριν από την επιδημία, οι αμερικανικές Gafam (Google, Amazon, Facebook, Apple και Microsoft) και οι κινεζικές Batx (Baidu, Alibaba, Tencent και Xiaomi) έγιναν πανταχού παρούσες στη διάρκεια του έτους 2020.
Αυτές οι «σούπερσταρ» του καπιταλισμού της πλατφόρμας «έδωσαν την εντύπωση, σ’ αυτόν τον κόσμο στον οποίο τόσα πράγματα, που έμοιαζαν σταθερά, έχουν σήμερα ανατραπεί, πως είναι υπεράνω κρατών, ακόμη και ανίκητες», συνοψίζει η οικονομολόγος Ζοέλ Τολεντανό, καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο Paris-Dauphine.
Ο θρίαμβός τους, ακόμη περισσότερο από οικονομικός –η Google είναι στάσιμη στη διαφημιστική αγορά, η Booking.com υποφέρει από το σταμάτημα του τουρισμού, κλπ.–, είναι χρηματιστηριακός.
Ενώ τα κράτη δαπανούν τρισεκατομμύρια για να αποφύγουν τις διαδοχικές χρεοκοπίες και τη μαζική ανεργία, η χρηματιστηριακή αξία των Gafam δεν σταματά να διογκώνεται: σήμερα αξίζουν σχεδόν 8 τρισεκατομμύρια δολάρια στο Χρηματιστήριο –πάνω από τρεις φορές το ΑΕΠ της Γαλλίας–, ενώ πριν από πέντε χρόνια η αξία τους ήταν λίγο μεγαλύτερη των τριών δισεκατομμυρίων.
Από τον Ιανουάριο και μετά, οι μετοχές τους μοιάζουν ντοπαρισμένες από την Covid: +35% για την Facebook, +67% για την Amazon, +68% για την Apple. Και τι να πεις για την Zoom, που δημιουργήθηκε το 2011 από έναν καλιφορνέζο μηχανικό και το 2020 η μετοχή της εκτινάχθηκε κατά 600%; Ή για την Airbnb, η αξία της μετοχής της οποίας διπλασιάσθηκε την ημέρα της εισαγωγής της στο Χρηματιστήριο;
Από την πλευρά τους, αν και ήταν για καιρό περιορισμένες στην τοπική αγορά, οι κινεζικές εφαρμογές αρχίζουν να εξαπλώνονται σε όλο τον κόσμο: η TikTok ασφαλώς, αλλά και η SHEIN (ενδύματα) ή η Likee (βίντεο).
Ανάκτηση της εξουσίας
Όμως το έτος 2020 σήμανε επίσης την αφύπνιση των κρατών, τα οποία θέλουν να βάλουν φρένο στη φρενήρη επέκταση αυτών των επιχειρηματικών ομίλων της νέας χιλιετίας, που πραγματοποιείται μέσω εκατοντάδων εξαγορών.
«Μέχρι το 2017, θεωρούσαμε πως τα πλεονεκτήματα που έφερναν, κυρίως σε όρους καινοτομίας, υπερτερούσαν των ζημιών του προκαλούσαν», όμως ο άνεμος έχει γυρίσει, εξηγεί η Ζοέλ Τολεντανό, η οποία έχει γράψει ένα βιβλίο με τίτλο «Gafa: ας ανακτήσουμε την εξουσία!».
Εκτός του ότι ελέγχουν εκ των πραγμάτων την πρόσβαση στο ψηφιακό κόσμο –η μηχανή αναζήτησης Google κατέχει το 93% της αγοράς–, αυτά τα μονοπώλια κλείνουν τους χρήστες τους μέσα σε «οικοσυστήματα που είναι κλειδαμπαρωμένα», υπογραμμίζει η οικονομολόγος.
Αντλώντας τα διδάγματα από τις αποτυχίες του παρελθόντος –μακροχρόνιες και καθυστερημένες διαδικασίες, πρόστιμα ελάχιστα αποτρεπτικά–, οι Βρυξέλλες θέσπισαν στον τομέα νέους κανόνες οι οποίοι αφορούν από τον ανταγωνισμό μέχρι τη μάχη κατά του μίσους στο Ίντερνετ, περνώντας από τη διαφάνεια των αλγορίθμων.
Οι διαδικασίες πολλαπλασιάζονται και στις ΗΠΑ εναντίον της Google και της Facebook για κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης. Οι επικεφαλής του τομέα κλήθηκαν να λογοδοτήσουν περισσότερες από μία φορά ενώπιον του Κογκρέσου.
Στην Κίνα, οι αρχές εδώ και μήνες αυστηροποιούν την κανονιστική ρύθιση των περιεχομένων σε διάφορες πλατφόρμες. Ανακοίνωσαν επίσης νέες ρυθμίσεις του ηλεκτρονικού εμπορίου.
Στις 24 Δεκεμβρίου, η κυβέρνηση ανήγγειλε μια έρευνα σε βάρος της πρωταθλήτριας του ηλεκτρονικού εμπορίου Alibaba σχετικά με «υποψίες για μονοπωλιακές πρακτικές».
Και η αναστολή την τελευταία στιγμή της εισαγωγής στο χρηματιστήριο του γίγαντα των ηλεκτρονικών πληρωμών Ant Group ερμηνεύθηκε ως μια προειδοποίηση εκ μέρους της κινεζικής κυβέρνησης προς έναν τομέα που έχει γίνει άκρως ισχυρός και έχει επιφέρει τη δημιουργία σημαντικών περιουσιών.
«Καπιταλισμός της παρακολούθησης»
Η εξουσία των «Big Tech» αμφισβητείται επίσης όλο και περισσότερο από την κοινωνία των πολιτών, χωρίς ωστόσο αυτός ο θυμός να έχει μέχρι στιγμής επηρεάσει τις οικονομικές επιδόσεις τους ούτε το πάθος των καταναλωτών ή των χρηστών του διαδικτύου γι’ αυτές.
«Πρόκειται για επιχειρήσεις με μεγάλη φαντασία, με εξαιρετικά καλή διαχείριση, οι οποίες προσφέρουν υψηλή ποιότητα υπηρεσιών», λέει ο Ζακ Κρεμέ, της Οικονομικής Σχολής της Τουλούζης, ο οποίος προειδοποιεί κατά του πειρασμού να μετατραπούν σε «αποδιοπομπαίους τράγους».
Στη Γαλλία, η Amazon αποκρυσταλλώνει τη δυσαρέσκεια, η οποία εκφράζεται με εκκλήσεις αιρετών για μποϊκοτάζ και με διαδηλώσεις εναντίον κάθε νέας εγκατάστασης των τεράστιων αυτοματοποιημένων αποθηκών της εταιρείας. Κάτι που δεν εμπόδισε τον γαλλικό κλάδο της εταιρείας του Τζεφ Μπέζος να πραγματοποιήσει πωλήσεις ρεκόρ την «Black Friday».
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η Facebook υπέστη τον Ιούλιο –και στην περίπτωση αυτή χωρίς μεγάλη οικονομική ζημιά– μποϊκοτάζ από περίπου 100 μάρκες που την κατηγόρησαν ότι δεν κάνει αρκετά εναντίον των ρατσιστικών περιεχομένων, με φόντο την κινητοποίηση «Black Lives Matter». Στην Καλιφόρνια, οι πλατφόρμες VTC Uber και Lyft, οι οποίες αρνούνταν να προσλάβουν τους χιλιάδες οδηγούς τους, όπως το απαιτεί ο νόμος της πολιτείας αυτής, κατάφεραν να πείσουν τους ψηφοφόρους να τις υποστηρίξουν σ’ ένα κρίσιμης σημασίας δημοψήφισμα στις 3 Νοεμβρίου.
Πολλοί επισημαίνουν και την ψυχολογική επιρροή τους. Σταρ του ντοκιμαντέρ του Netflix «The social dilemma», το οποίο κατηγορεί τις Gafa ότι οδηγούν τους εφήβους στην αυτοκτονία και τις δημοκρατίες στον εμφύλιο πόλεμο, η αμερικανίδα οικονομολόγος Σοσάνα Ζούμποφ καταγγέλλει έναν «καπιταλισμό της παρακολούθησης» θεμελιωμένο στην εξαργύρωση προσωπικών δεδομένων.
Εξ ου και η επείγουσα ανάγκη να οργανωθεί αυτός ο «τέταρτος χώρος» στον οποίο αναπτύσσεται η ανθρώπινη δραστηριότητα, μετά τη γη, τη θάλασσα και τον αέρα, σύμφωνα με την περιγραφή του επιτρόπου Εσωτερικής Αγοράς Τιερί Μπρετόν.
ΦΩΤΟ ΑΡΧΕΙΟΥ