Η Ευρώπη στερείται στρατιωτικού προσωπικού και οι αμυντικές της ικανότητες παραμένουν ανεπαρκείς, παρά την αύξηση των δαπανών της μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, σύμφωνα με μελέτη που έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα βρετανικό κέντρο σκέψης.
Η έκθεση αυτή δημοσιεύεται την ώρα που οι ευρωπαϊκές χώρες διερωτώνται για τη συνέχιση της αμερικανικής στρατιωτικής υποστήριξης στην Ουκρανία μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, με τις εκκλήσεις για ενίσχυση της άμυνας της ηπείρου να αυξάνονται.
«Τα ευρωπαϊκά μέλη του NATO έχουν αυξήσει τις δαπάνες τους κατά 50%» μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία το 2014, αλλά η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία το 2022 ανέδειξε πολλές αδυναμίες στην ικανότητα της Ευρώπης να εγγυηθεί την ασφάλειά της.
Το οπλοστάσιο «μειώθηκε σημαντικά μετά τον τερματισμό του Ψυχρού Πολέμου» και «η αμυντική βιομηχανία στην Ευρώπη επίσης συρρικνώθηκε», σύμφωνα με τη μελέτη. Η παραγωγή σε ορισμένους τομείς, ιδίως στην αντιαεροπορική άμυνα και το πυροβολικό, αυξήθηκε ωστόσο σημαντικά από το 2022, με τους κατασκευαστές όπλων να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της Ουκρανίας.
Για παράδειγμα, η ετήσια κατασκευή πυρομαχικών 155mm της Rheinmetall δεκαπλασιάστηκε και έφτασε τα 700.000 τεμάχια. Οι μισές παραγγελίες ευρωπαϊκών χωρών του NATO δίνονται σήμερα σε ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, συγκριτικά με το 34% των παραγγελιών που γίνονται για αμερικανικά συστήματα.
Την Τετάρτη, ο νέος Επίτροπος της ΕΕ για την Άμυνα Άντριους Κουμπίλιους δήλωσε ότι η ΕΕ θα δαπανήσει περισσότερα για την άμυνά της, όχι λόγω της επανεκλογής του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο, αλλά λόγω της ρωσικής απειλής.
Καθώς οι Ευρωπαίοι ηγέτες συναντώνται στη Βουδαπέστη, ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν δήλωσε ότι δεν θα πρέπει να «αναθέτουν αιωνίως» την ασφάλειά τους στην Ουάσινγκτον.