Το Κρεμλίνο διέψευσε σήμερα τις αναφορές του Αμερικανού δημοσιογράφου Μπομπ Γούντγουορντ ότι ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ και υποψήφιος των Ρεπουμπλικανών για τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου Ντόναλντ Τραμπ συνομίλησε με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν έως και επτά φορές αφού είχε αποχωρήσει από τον Λευκό Οίκο το 2021, ανέφερε η ρωσική εφημερίδα RBC.
Σε ερώτηση της RBC αν ο Πούτιν και ο Τραμπ έχουν μιλήσει τηλεφωνικώς, ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ απάντησε: «Όχι, αυτό δεν είναι αλήθεια».
Στο βιβλίο του που τιτλοφορείται «War», ο Γούντγουορντ αναφέρει ότι ο Τραμπ έδωσε εντολή σε σύμβουλό του να βγει από το γραφείο του στην κατοικία του στο Μαρ-α-Λάγκο στη Φλόριντα στις αρχές του 2024 ώστε να μπορέσει να έχει ιδιωτική τηλεφωνική συνομιλία με τον Πούτιν, σύμφωνα με περίληψη του βιβλίου της «Washington Post».
Η αμερικανική εφημερίδα σημείωσε σήμερα ότι το βιβλίο δεν αναφέρει τι συζήτησαν οι δύο άνδρες και παραθέτει στέλεχος της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ, το οποίο αμφισβητεί την επαφή.
Το προεκλογικό επιτελείο του Τραμπ απέρριψε τις αναφορές στο βιβλίο του Γούντγουορντ, το οποίο θα κυκλοφορήσει στις 15 Οκτωβρίου, χαρακτηρίζοντας το περιεχόμενό του «κατασκευασμένο», σύμφωνα με τους «New York Times».
Η Ρωσία επέκρινε επίσης σήμερα δηλώσεις της αντιπροέδρου των ΗΠΑ και υποψήφιας των Δημοκρατικών για την αμερικανική προεδρία Κάμαλα Χάρις για τον Πούτιν, σημειώνοντας ότι διακρίνει σε αυτές μια ματαίωση στις ΗΠΑ.
Η Χάρις δήλωσε τη Δευτέρα ότι δεν θα έχει ποτέ συνάντηση με τον Πούτιν για να συζητήσουν για τη σύγκρουση στην Ουκρανία χωρίς να παρίσταται εκπρόσωπος του Κιέβου και επεδίωξε να διαφοροποιήσει σαφώς τη θέση της έναντι αυτής του Ρεπουμπλικανού αντιπάλου της στις εκλογές Ντόναλντ Τραμπ.
Η πρεσβεία της Ρωσίας στις ΗΠΑ καταδίκασε σήμερα σε ανακοίνωση που εξέδωσε τις δηλώσεις αυτές, χαρακτηρίζοντάς τις «απαράδεκτες» και «προσβλητικές».
«Αυτό δεν δείχνει παρά την ματαίωση και την αδυναμία των κυβερνώντων κύκλων στην Ουάσινγκτον», σημείωσε η ρωσική πρεσβεία, καταγγέλλοντας μια «επιθετική ρητορική» και την «οργή» των ΗΠΑ.