Μελέτη που διεξήχθη σε 68 χώρες παγκοσμίως, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, αναδεικνύει την εμπιστοσύνη του κοινού στους επιστήμονες και τη ζήτηση για μεγαλύτερη συμμετοχή τους στην κοινωνία και τη χάραξη πολιτικής. Η έρευνα δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Nature Human Behaviours».
Η έρευνα, στην οποία συμμετείχαν 71.922 άτομα, προσφέρει τη μεγαλύτερη παγκόσμια συλλογή δεδομένων σχετικά με την εμπιστοσύνη στους επιστήμονες μετά την πανδημία του Covid-19. Όπως προκύπτει, η πλειοψηφία του κοινού διατηρεί σχετικά υψηλή εμπιστοσύνη στους επιστήμονες: το μέσο επίπεδο εμπιστοσύνης σε όλες τις χώρες είναι 3,62 (στην κλίμακα, όπου το 1 ορίζεται ως πολύ χαμηλή εμπιστοσύνη και το 5 ως πολύ υψηλή).
Είναι ενδιαφέρον ότι καμία χώρα δεν καταγράφει χαμηλή εμπιστοσύνη στους επιστήμονες, αν και υπάρχουν σημαντικές παραλλαγές ανάμεσα σε χώρες και περιοχές. Στην κορυφή της λίστας βρίσκεται η Αίγυπτος (4,30), ακολουθούμενη από την Ινδία, τη Νιγηρία, την Κένυα και την Αυστραλία. Αντίθετα, οι πολίτες στην Αιθιοπία, τη Ρωσία, τη Βολιβία, το Καζακστάν και την Αλβανία εκφράζουν τη μικρότερη εμπιστοσύνη (3,05). Η Ελλάδα κατατάσσεται στην 56η θέση, με επίπεδο εμπιστοσύνης 3,39, ελαφρώς χαμηλότερο από τον μέσο όρο. Η Κύπρος βρίσκεται σε λίγο καλύτερη θέση (52η) με 3,42.
Οι συμμετέχοντες θεωρούν ότι οι επιστήμονες είναι ικανοί να διεξάγουν έρευνα υψηλού αντίκτυπου (78%), είναι ειλικρινείς (57%) και ενδιαφέρονται για την ευημερία των ανθρώπων (56%). Το 52% των συμμετεχόντων πιστεύει ότι οι επιστήμονες θα πρέπει να συμμετέχουν περισσότερο στη διαδικασία χάραξης πολιτικής. Επιπλέον, το 75% των ερωτηθέντων εκφράζει την πεποίθηση ότι οι μέθοδοι επιστημονικής έρευνας είναι ο καλύτερος τρόπος για να διαπιστωθεί εάν κάτι είναι αληθές ή ψευδές.
Ωστόσο, λιγότεροι από τους μισούς ερωτηθέντες (42%) πιστεύουν ότι οι επιστήμονες δίνουν προσοχή στις απόψεις των άλλων. Το 83% ζητάει από τους επιστήμονες να επικοινωνούν την επιστήμη με το κοινό. Τα ευρήματα δείχνουν ότι πολλοί άνθρωποι σε πολλές χώρες αισθάνονται ότι οι προτεραιότητες της επιστήμης δεν ευθυγραμμίζονται πάντα με τις δικές τους προτεραιότητες. Οι ερωτηθέντες θα ήθελαν οι τομείς της έρευνας που σχετίζονται με τη δημόσια υγεία, την επίλυση ενεργειακών προβλημάτων και τη μείωση της φτώχειας να δίνουν υψηλή προτεραιότητα.
Αντίθετα, δεν επιθυμούν προτεραιότητα στην έρευνα για την ανάπτυξη της άμυνας και της στρατιωτικής τεχνολογίας, πιστεύοντας ότι η επιστήμη δίνει προτεραιότητα σε αυτούς τους δύο τομείς περισσότερο από ό,τι θα ήθελαν.
Σημειώνεται ότι την έρευνα διεξήγαγε το TISP, μια κοινοπραξία με έδρα το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, η οποία περιλαμβάνει 241 ερευνητές από 169 ινστιτούτα παγκοσμίως.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ