Η σημασία του ρόλου της Ελλάδας και της Κύπρου στη νέα στρατηγική των ΗΠΑ για τη νοτιοανατολική Μεσόγειο αναδείχθηκε στη συζήτηση που οργάνωσε το Ελληνοαμερικανικό Ινστιτούτο (American-Hellenic Institute) στην Ουάσιγκτον, με θέμα «η σημασία των πυλώνων σταθερότητας σε μια θάλασσα αστάθειας».
Κάνοντας λόγο για ένα «τόξο αστάθειας», που εκτείνεται κατά μήκος της νοτιοανατολικής Ευρώπης, ο πρόεδρος του Ελληνοαμερικανικού Ινστιτούτου Νίκος Λαρυγγάκης περιέγραψε τον αποσταθεροποιητικό ρόλο της Τουρκίας, τονίζοντας ότι οι κινήσεις της γειτονικής χώρας υπονομεύουν τα στρατηγικά συμφέροντα της Ουάσιγκτον σε μια κρίσιμη γεωπολιτικά περιοχή.
«Δεν μπορούμε να στέλνουμε (ΗΠΑ) διαφορετικά μηνύματα και να θέτουμε δύο μέτρα και δύο σταθμά. Εάν δεν μπορούμε να προασπίσουμε τα πιστεύω μας απέναντι σε μια χώρα όπως η Τουρκία που είναι μέλος του ΝΑΤΟ, τότε δεν θα έχουμε αξιοπιστία απέναντι σε χώρες όπως η Ρωσία, το Ιράν ή η Κίνα», σημείωσε ο κ. Λαρυγγάκης.
Παράλληλα, εξέφρασε την ικανοποίηση του για το γεγονός ότι η αμερικανική εξωτερική πολιτική δεν βλέπει πλέον την Ελλάδα και την Κύπρο, υπό το πρίσμα της Τουρκίας, αλλά αναγνωρίζει την αυτοτελή στρατηγική τους αξία.
Ο «πρωταγωνιστικός» ρόλος της Ελλάδας στη διεθνή σκηνή
Ο ρόλος της Ελλάδας στην ασφάλεια της νοτιοανατολικής Μεσογείου θα συνεχίσει να αναπτύσσεται σταθερά τα επόμενα χρόνια εκτίμησε ο ανταποκριτής της ιστοσελίδας Newsmax στον Λευκό Οίκο Τζον Γκίζι.
Όπως εξήγησε, η Τουρκία του πρόεδρου Ερντογάν έχει εξελιχθεί σε έναν απρόβλεπτο παράγοντα που εμπνέει αβεβαιότητα. Για τον Αμερικάνο δημοσιογράφο, η μείωση της αξιοπιστίας της Άγκυρας έρχεται σε μια χρονική συγκυρία όπου η Ουάσιγκτον αναζητεί αξιόπιστούς και ικανούς περιφερειακούς εταίρους, οι οποίοι θα μπορούν να επιμεριστούν ένα μέρος της ευθύνης για την ασφάλεια στη γεωγραφική τους περιφέρεια.
«Συνεπώς, θα έλεγα ότι υπάρχουν σημαντικές αλλαγές στο προσκήνιο και ότι ο ρόλος της Ελλάδα στη διεθνή σκηνή θα είναι όλο και περισσότερο πρωταγωνιστικός», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Οι τουρκικές παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου ως «νομικό» ζήτημα για τις ΗΠΑ
Αναδεικνύοντας τη νομική διάσταση των παραβιάσεων του ελληνικού εναέριου χώρου, ο νομικός σύμβουλος του Ελληνοαμερικανικού Ινστιτούτου Νικόλας Καράμπελας υπενθύμισε ότι οι διατάξεις του Νόμου για τον Έλεγχο των Εξαγωγών Οπλικών Συστημάτων επιβάλουν τη χρήση των μαχητικών F-16 αποκλειστικά για «νόμιμη αυτοάμυνα». Ως εκ τούτου, εκτίμησε ότι κάθε τουρκική παραβίαση του ελληνικού εναέριου χώρου «αντιτίθεται στο αμερικανικό δίκαιο και θα έπρεπε να οδηγεί στην επιβολή κυρώσεων», σύμφωνα με τις προβλέψεις της σχετικής νομοθεσίας.
«Πρέπει κάποια στιγμή να προσεγγίσουμε (ΗΠΑ) αυτό το θέμα ως ένα νομικό και όχι πολιτικό ζήτημα, προκειμένου να δούμε αν υπάρχουν παραβιάσεις στη νομοθεσία και να αποφασίσουμε τι θα κάνουμε γι΄ αυτό», τόνισε ο κ. Καράμπελας.
Συνεχίζοντας τη συζήτηση, ο Νίκος Λαρυγγάκης υποστήριξε ότι η χρήση αμερικανικών όπλων για την παραβίαση του εναέριου χώρου δεν αποτελεί ένα τυχαίο γεγονός, αλλά εντάσσεται σε ένα συγκροτημένο σχέδιο της Άγκυρας για την αμφισβήτηση της ελληνικής εθνικής κυριαρχίας.
«Η κυβέρνηση των ΗΠΑ και το Καπιτώλιο δεν πρέπει να μένουν αδρανείς μπροστά στη παραβίαση του αμερικανικού δικαίου. Το δίλημμα είναι πολύ απλό. Πρόκειται να είμαστε προστάτες του κράτους δικαίου και του διεθνούς δικαίου ή πρόκειται να το χρησιμοποιήσουμε επιλεκτικά, όπως δυστυχώς κάναμε στο παρελθόν; Αλλά μερικά πράγματα δεν μπορούν να γίνουν επιλεκτικά, επειδή υπάρχουν πολύ μεγάλα διακυβεύματα στην Ανατολική Μεσόγειο, τα οποία αγγίζουν τον πυρήνα των συμφερόντων και της αποστολής της Δύσης», σημείωσε χαρακτηριστικά.
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ παρακολουθεί στενά το «EastMed Act»
Από την πλευρά της, η νέα διευθύντρια του γραφείου υποθέσεων νότιας Ευρώπης στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Μαρία Όλσον, υποστήριξε ότι το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών δεν εμπλέκεται στη πολιτική διαδικασία που αφορά το «EastMed Act», αλλά παρακολουθεί με ενδιαφέρον τη πορεία του νομοσχεδίου. Όπως εξήγησε, στη περίπτωση που το «EastMed Act» υπογραφεί και γίνει νόμος του κράτους, θα γίνει μια ανασκόπηση των υφιστάμενων πολιτικών, προκειμένου να υπάρξει η κατάλληλη προσαρμογή στις παραμέτρους που θέτει το νομοσχέδιο.