Ο πρώην πρόεδρος της Γαλλίας Νικολά Σαρκοζί κατήγγειλε σήμερα, κατά την επανάληψη της δίκης του για αθέμιτη άσκηση επιρροής έναντι ανταλλάγματος, τις «αχρειότητες» για τις οποίες «διώκεται εδώ και έξι χρόνια».
«Δεν παραδέχομαι καμία από αυτές τις αχρειότητες για τις οποίες διώκομαι εδώ και έξι χρόνια», δήλωσε ο πρώην αρχηγός του γαλλικού κράτους (2007-2012) παίρνοντας για λίγο τον λόγο ενώπιον του πλημμελιοδικείου του Παρισιού.
Μετά την αναβολή της την περασμένη Δευτέρα, η δίκη ξεκίνησε σήμερα παρουσία του πρώην ανώτατου δικαστή Ζιλμπέρ Αζιμπέρ, ο οποίος δεν κατάφερε να εξασφαλίσει την αναβολή της για λόγους υγείας.
Ο 73χρονος πρώην δικαστής, φορώντας μάσκα FFP2 κάτω από τα γυαλιά του, χαιρέτισε τον πρώην πρόεδρο και τον δικηγόρο του Τιερί Ερζόγκ προτού λάβει θέση σε μια καρέκλα δίπλα τους.
Επικαλούμενος την ευαίσθητη υγεία του στο πλαίσιο της πανδημίας του κορονοϊού, ο Ζιλμπέρ Αζιμπέρ είχε ζητήσει αναβολή. Όμως αφού διέταξε ιατρική εμπειρογνωμοσύνη, η οποία τον έκρινε ικανό να εμφανιστεί, το πλημμελιοδικείο τον κάλεσε την Πέμπτη να προσέλθει «προσωπικά» στο ακροατήριο.
Στην υπόθεση αυτή, την επονομαζόμενη “ecoutes” (τηλεφωνικές υποκολοπές), ο Νικολά Σαρκοζί, 65 ετών, φέρεται να προσπάθησε, από κοινού με το Ερζόγκ, να εξαγοράσει τον Ζιλμπέρ Αζιμπέρ ο οποίος ήταν τότε μέλος του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο, ο πρώην πρόεδρος επιδίωκε να αποκτήσει απόρρητες πληροφορίες, αν όχι και να επηρεάσει μια διαδικασία που είχε ξεκινήσει ενώπιον του ανώτατου δικαστηρίου σε σχέση με μια υπόθεση –την υπόθεση Μπετενκούρ– στην οποία είχε εξασφαλίσει απαλλαγή στα τέλη του 2013.
Σε αντάλλαγμα είχε δώσει μια ισχυρή «ώθηση» στον Ζιλμπέρ Αζιμπέρ προκειμένου να καταλάβει μια περίοπτη θέση που εποφθαλμιούσε ο τελευταίος στο Μονακό, αλλά την οποία δεν απέκτησε ποτέ.
Οι επόμενες ώρες αναμένεται να αφιερωθούν σε σκληρές, αλλά καθοριστικές, διαδικαστικές συζητήσεις, με την υπεράσπιση να αμφισβητεί τη νομιμότητα των διώξεων.
Η δικηγόρος του Νικολά Σαρκοζί, η Ζακλίν Λαφόν, συνηγόρησε υπέρ «της ακυρότητας της διαδικασίας στο σύνολό της», λόγω των «πολλών παρεκκλίσεων», όπως υποστηρίζει, και των «επαναλαμβανόμενων, σοβαρών παραβιάσεων» των δικαιωμάτων της υπεράσπισης στην υπόθεση αυτή.
Ο Νικολά Σαρκοζί διατρέχει τον κίνδυνο να καταδικαστεί σε κάθειρξη δέκα χρόνων και πρόστιμο ενός εκατομμυρίου ευρώ για διαφθορά και άσκηση επιρροής έναντι ανταλλάγματος όπως και οι συγκατηγορούμενοί του που κατηγορούνται για παραβίαση επαγγελματικού απορρήτου. Αρνούνται επίσης κάθε κατηγορία.
Η υπόθεση αυτή, η λεγόμενη “Bismuth”, προέρχεται από έναν άλλο φάκελο: τις υποψίες για χρηματοδότηση από τη Λιβύη της προεκλογικής εκστρατείας του Νικολά Σαρκοζί το 2007 για την οποία έχει τεθεί υπό εξέταση τέσσερις φορές.
Είναι στο πλαίσιο αυτών των ερευνών που οι δικαστές ανακάλυψαν το 2014 την ύπαρξη μιας ανεπίσημης τηλεφωνικής γραμμής ανάμεσα στον πρώην πρόεδρο και τον δικηγόρο του, Τιερί Ερζόγκ, που είχε ανοιχθεί υπό το όνομα “Paul Bismuth”.
Οι υποκλαπείσες αυτές τηλεφωνικές συνομιλίες βρίσκονται στο κέντρο της υπόθεσης των “ecoutes”: είναι η απόδειξη, για την κατηγορούσα αρχή, της ύπαρξης ενός «συμφώνου διαφθοράς». Mια «παράνομη» υποκλοπή, διαμαρτύρεται η υπεράσπιση, που υποστηρίζει ότι παραβιάστηκε το απόρρητο των συνομιλιών ανάμεσα σε έναν δικηγόρο και τον πελάτη του.
Η δίκη αυτή είναι πρωτόγνωρη. Πριν από τον Νικολά Σαρκοζί, μόνον ένας πρώην πρόεδρος, ο Ζακ Σιράκ, είχε περάσει από δίκη και είχε καταδικασθεί το 2011 σε μια υπόθεση των εικονικών θέσεων εργασίας στον Δήμο του Παρισιού, αλλά χωρίς ποτέ να έχει εμφανιστεί ενώπιον των δικαστών για λόγους υγείας.