Για να καταλάβουμε τον λαϊκισμό

Για να καταλάβουμε τον λαϊκισμό

Πώς ο Μπόρις Τζόνσον κατάφερε να κατακτήσει τις κόκκινες περιφέρειες των Midlands; Τι λόγο έχουν οι αμερικανοί αγρότες να υποστηρίζουν τον Τραμπ, που η πολιτική του ευνοεί τους πλούσιους; Πώς ο Σαλβίνι μπόρεσε να επεκτείνει τη δημοτικότητά του σε όλη την ιταλική επικράτεια;

Για να απαντήσουμε σε αυτές τις ερωτήσεις, πρέπει να καταλάβουμε τον λαϊκισμό.

Oι οικονομολόγοι έχουν προσπαθήσει να αναλύσουν αυτό το ζήτημα. Εχουν φέρει στο φως τις καταστροφές που έχει προκαλέσει η χρηματοπιστωτική κρίση, έχουν μελετήσει τις νέες ανισότητες, έχουν δείξει πώς πόλεις και περιοχές που έχουν πληγεί από τις κινεζικές εξαγωγές προσπαθούν να σταθούν στα πόδια τους. Οι αναλύσεις τους όμως προσκρούουν πάντα στο ίδιο αίνιγμα: πώς εξηγείται ότι οι ψηφοφόροι ψηφίζουν κατά των οικονομικών τους συμφερόντων;

Δίνοντας έμφαση στις νέες «πολιτισμικές» διαχωριστικές γραμμές – γύρω από τις αξίες, τη μετανάστευση, το έθνος -, οι πολιτειολόγοι προσφέρουν μια εναλλακτική προσέγγιση. Και πάλι όμως δεν εξηγούν πώς τόσοι ψηφοφόροι πέρασαν από έναν οικονομικό σε έναν πολιτισμικό ορισμό της ταυτότητάς τους.

Σε ένα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο με τίτλο «Οι ρίζες του λαϊκισμού», ο γάλλος οικονομολόγος Γιαν Αλγκάν και οι συνεργάτες του βλέπουν στον λαϊκισμό το αποτέλεσμα μιας αποκοινωνικοποίησης. Η αποσύνθεση της κοινωνίας των τάξεων προκάλεσε σύγχυση. Το χαμηλό επίπεδο διαπροσωπικής εμπιστοσύνης που χαρακτηρίζει τους Γάλλους έχει οδηγήσει σε μια δυσπιστία απέναντι στους θεσμούς και τις ελίτ. Η προσέγγιση αυτή μπορεί να διαφωτίζει το κίνημα των «Κίτρινων Γιλέκων», δεν εξηγεί όμως γιατί χώρες λιγότερο αποκοινωνικοποιημένες από τη Γαλλία γνωρίζουν ανάλογες παρεκκλίσεις.

Στο βιβλίο του με τίτλο «Επιστροφή στη Ρεμς» (2009), ο Ντιντιέ Εριμπόν σημείωνε ότι τα ίδια λαϊκά στρώματα που αυτοπροσδιορίζονταν άλλοτε με οικονομικούς όρους το κάνουν σήμερα με πολιτισμικούς όρους. Το θέμα είναι να καταλάβουμε γιατί. Σύμφωνα με τους Νικόλα Τζεναϊόνι και Γκουίντο Ταμπελίνι, από το πανεπιστήμιο Μποκόνι, η πολιτική ταυτότητα είναι ένα ομαδικό στερεότυπο. Καθώς κανένα στρατόπεδο δεν ανταποκρίνεται απολύτως στις προσδοκίες μας, επιλέγουμε εκείνο στο οποίο είμαστε πιο κοντά και που, επιπλέον, απέχει περισσότερο από τις ιδέες που απορρίπτουμε. Αυτή η ταύτιση χρωματίζει τις προσεγγίσεις μας για την πραγματικότητα: ένας ψηφοφόρος της Αριστεράς δεν είναι απλώς πιο ευαίσθητος σε θέματα ανισοτήτων, αλλά τις εισπράττει και με πιο οξύ τρόπο καθώς τείνει να ταυτιστεί με τους λιγότερο προνομιούχους. Ενας ψηφοφόρος της Δεξιάς, πάλι, τείνει να τις υποβαθμίσει. Είναι αυτό που ο Μαρξ αποκαλούσε ταξική συνείδηση.

Υπάρχουν όμως πολλοί τρόποι να καθοριστεί κανείς πολιτικά. Σε οικονομική βάση, με κριτήριο τα διακυβεύματα της εργασίας, την κατανομή του εισοδήματος και την κοινωνική κινητικότητα. Σε πολιτισμική βάση, με κριτήριο τις θέσεις απέναντι στις μειονότητες ή τη μετανάστευση. Η συνύπαρξη αυτών των δύο διαστάσεων μπορεί να οδηγήσει τους ψηφοφόρους να διολισθήσουν από το ένα στερεότυπο στο άλλο.

Οι Ταμπελίνι και Τζεναϊόνι αποδεικνύουν ότι αυτή η προσέγγιση συνάδει με την πραγματικότητα. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι διαφορές μεταξύ κοινωνικών κατηγοριών σε ό,τι αφορά τις δαπάνες (ένας ασφαλής δείκτης της Δεξιάς και της Αριστεράς) έχουν υποχωρήσει από το 2000 μέχρι σήμερα, ενώ οι διαφορές αναφορικά με το επιθυμητό επίπεδο μετανάστευσης έχουν οξυνθεί. Στη Γαλλία, οι προεδρικές εκλογές του 2017 δεν κρίθηκαν σε οικονομικό επίπεδο, αντίθετα με αυτό που είχε συμβεί το 2012.

Η ανάλυση αυτή επιτρέπει να καταλάβουμε πώς κοινωνικές εξελίξεις μικρής κλίμακας μπορεί να οδηγήσουν σε ανακατατάξεις του πολιτικού σκηνικού. Από τη μια στιγμή στην άλλη, οι πολιτισμικές προτιμήσεις μπορεί να μετρήσουν περισσότερο από τις οικονομικές. Αυτό εξηγεί και το ότι τα πολιτικά κόμματα είναι κολοσσοί με πήλινα πόδια. Τον ένα χρόνο μπορεί να είναι κυρίαρχα και τον επόμενο να καταρρεύσουν.

H προσέγγιση αυτή αμφισβητεί επίσης την απλουστευτική διχοτομία μεταξύ οικονομικών και πολιτισμικών εξηγήσεων του λαϊκισμού. Ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα των πρόσφατων τεχνολογικών προόδων είναι ότι πλήττουν τα άτομα με χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο, οξύνοντας τη σχέση μεταξύ εισοδήματος και πολιτισμικής στάσης. Για να απαντήσει, ο πολιτικός χώρος τείνει να αναδιοργανωθεί γύρω από εκείνη την παράμετρο που προσφέρει τη μεγαλύτερη δυνατότητα διαφοροποίησης μεταξύ των στρατοπέδων. Για τον λόγο αυτό, μια οικονομική κρίση μπορεί να οδηγήσει σε πολιτισμική πόλωση.

Μένουν φυσικά πολλά να καταλάβουμε. Για παράδειγμα, όταν γίνει μια διολίσθηση από τη μια πλευρά στην άλλη, πόσο εύκολο είναι να συμβεί στη συνέχεια το αντίθετο; Η αναβίωση των παλαιών αντιπαραθέσεων, την οποία επιχειρεί ένα μέρος της Αριστεράς, μπορεί να αποτελέσει μια πειστική απάντηση στον λαϊκισμό; ΟΙ απαντήσεις δεν είναι αυτονόητες. Αλλά και μόνο η συνεχής ανακάλυψη νέων ερμηνευτικών εργαλείων αποτελεί πρόοδο.

(*) Ο Ζαν Πιζανί-Φερί είναι καθηγητής οικονομίας στη Sciences Po, στο Herti School του Βερολίνου και στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο της Φλωρεντίας

(Πηγή: Le Monde)

MMH

©Πηγή: amna.gr

Loading