Η ενεργειακή αποδοτικότητα ουδέποτε σημείωσε τόσο αργή πρόοδο τα τελευταία δέκα χρόνια, όσο το 2018, προειδοποιεί σήμερα η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας που επισημαίνει τον κίνδυνο “σοβαρών επιπλοκών” όσον αφορά το κλίμα και την παγκόσμια πρόσβαση στην ενέργεια.
Η ενεργειακή ένταση στον κόσμο (η κατανάλωση ενέργειας σε σχέση με τον πλούτο που παράγεται) βελτιώθηκε κατά 1,2% το 2018, το χαμηλότερο ποσοστό από την αρχή της δεκαετίας, υπογραμμίζει η έκθεση “Energy Efficiency 2019”.
Συνεπώς θα χρειαστεί τουλάχιστον 3% ετήσια ανάπτυξη για να επιτρέψει στον πλανήτη να επιτύχει τους στόχους του για το κλίμα, την ενέργεια, την ποιότητα του αέρα, σημειώνει η AIE που υπογραμμίζει ότι οι τεχνολογίες υπάρχουν εντούτοις, μέσα στο κτίριο, τη βιομηχανία και τις μεταφορές.
“Η ιστορική επιβράδυνση που παρατηρήθηκε το 2018 σχετικά με την ενεργειακή αποδοτικότητα απαιτεί μια ισχυρή αντίδραση από πλευράς πολιτικών και επενδυτών”, δήλωσε ο διευθυντής της διεθνούς υπηρεσίας Φατίχ Μπιρόλ.
“Μπορούμε να βελτιώσουμε την ενεργειακή αποδοτικότητα κατά 3% ετησίως καταφεύγοντας απλά σε υπάρχουσες τεχνολογίες και μέσα από κερδοφόρες επενδύσεις. Δεν υπάρχει καμιά δικαιολογία για την αδράνεια”.
Η πρόοδος όσον αφορά την αποδοτικότητα είναι σε πτώση από το 2016, συμβάλλοντας στην ενίσχυση της παγκόσμιας ζήτησης ενέργειας: αυτή γνώρισε 2018 την ισχυρότερη άνοδό της τα τελευταία δέκα χρόνια.
Αν αντίθετα, το ετήσιο ποσοστό αποδοτικότητας ήταν 3%, αυτά τα τρία χρόνια, ο κόσμος θα μπορούσε να είχε παράγει 2.600 δισεκατομμύρια δολάρια πρόσθετου οικονομικού προϊόντος — σχεδόν το βάρος της γαλλικής οικονομίας — για την ίδια ποσότητα ενέργειας, αναφέρει η διεθνής υπηρεσία.
Ως λόγο για την πτώση αυτή, η έκθεση υπογραμμίζει κυρίως τα ακραία καιρικά φαινόμενα: ένα φοβερό κρύο στις ΗΠΑ που ενίσχυσε τη ζήτηση και χρήση φυσικού αερίου, μια ασυνήθιστη ζέστη το καλοκαίρι στην Ευρώπη …
Πιο διαρθρωτικά, η έκθεση επισημαίνει ορισμένες κοινωνικές τάσεις (για παράδειγμα, η τεχνική πρόοδος στην κατασκευή της κατοικίας δεν αντισταθμίζει την αυξημένη ζήτηση σε επιφάνειες και εξοπλισμούς). Σε απάντηση αυτού, τα μέτρα και οι επενδύσεις που έγιναν είναι ασθενικά “τη στιγμή όπου θα έπρεπε να αυξάνονται”, προστίθεται.
Συνεπώς, η ενεργειακή αποδοτικότητα είναι εξοικονόμηση πόρων και ασφάλεια για τις χώρες: η Ιαπωνία μείωσε κατά 20% τις εισαγωγές πετρελαίου από το 2000 χάρη στα οφέλη της ενεργειακής αποδοτικότητας, η Γερμανία κατά 11%, η Κίνα κατά 10%.
Η Διεθνής Υπηρεσία Ενέργειας υπογραμμίζει κυρίως τις ευκαιρίες που προσφέρονται μέσα από την ψηφιακή καινοτομία και την ενίσχυση της διασύνδεσης (μεταξύ κτιρίων, εξοπλισμών, μέσων μεταφοράς κ.λπ.) υπό τον όρο να αξιοποιούνται σωστά”.