Η ελβετική κυβέρνηση παρότρυνε σήμερα τους ψηφοφόρους να ψηφίσουν αρνητικά στο δημοψήφισμα που πρότεινε το δεξιό Ελβετικό Λαϊκό Κόμμα προκειμένου να δοθεί τέλος στη συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση για την ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών.
Εάν το κόμμα αυτό κερδίσει το δημοψήφισμα στις 17 Μαΐου, σε αυτό που ονομάζεται η «στιγμή του Brexit» της Ελβετίας, η χώρα μπορεί να χάσει την προνομιακή της πρόσβαση στην ευρωπαϊκή ενιαία αγορά που αποτελεί τον αιμοδότη της οικονομίας της. Θα μπορούσε επίσης να έχει ως αποτέλεσμα να βγει η Ελβετία –που δεν είναι μέλος της ΕΕ– από το σύστημα Σένγκεν και τη συμφωνία του Δουβλίνου για τα αιτήματα ασύλου, δήλωσε η υπουργός Δικαιοσύνης Κάριν Κέλερ-Σούτερ σε συνέντευξη Τύπου στη Βέρνη. «Πραγματικά μπορούμε να φθάσουμε σε ένα σημείο όπου θα πρέπει να ξεκινήσουμε από το μηδέν να σχηματίζουμε τους δεσμούς μας με την ΕΕ», δήλωσε.
Η διακοπή στις διμερείς σχέσεις θα έφερνε την Ελβετία σε μια πολύ δυσκολότερη θέση απ’ ό,τι τη Βρετανία μετά το Brexit, καθώς η ΕΕ δεν θα έχει καθήκον να διαπραγματευθεί, δήλωσε η υπουργός.
«Πρακτικά θα είμαστε ένας ικέτης προς τον μεγαλύτερο εμπορικό μας εταίρο», δήλωσε η υπουργός. Η ΕΕ απορρόφησε το 52% των εξαγωγών ελβετικών προϊόντων ενώ ήταν η πηγή του 70% των ελβετικών εισαγωγών το 2018.
Η πρόταση για το δημοψήφισμα αποτυπώνει την ανησυχία για την εισροή ξένων που αντιστοιχούν στο ένα τέταρτο του ελβετικού πληθυσμού.
Η καθαρή μετανάστευση από την ΕΕ και τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων Συναλλαγών -την Ισλανδία, τη Νορβηγία και το Λιχτενστάιν – αυξήθηκε σχεδόν κατά 32.000 πέρυσι, το μισό του αριθμού του 2013, σημείωσε η Κέλερ Σούτερ.
Το ευρωσκεπτικιστικό Λαϊκό Κόμμα –το μεγαλύτερο στο κοινοβούλιο και με δύο από τις επτά έδρες στο ομοσπονδιακό υπουργικό συμβούλιο– προσπαθεί εδώ και καιρό να αναλάβει σε εθνικό επίπεδο τον έλεγχο της μετανάστευσης. Δεν είναι ασυνήθιστο διαφορετικά κόμματα στην ελβετική κυβέρνηση να επιδιώκουν διαφορετικές ιδεολογίες πολιτικής καθώς για όλα τα σημαντικά θέματα στη χώρα διενεργούνται δημοψηφίσματα.