Η Ιταλία υποφέρει για άλλη μια φορά από πολιτικές ίντριγκες

Η Ιταλία υποφέρει για άλλη μια φορά από πολιτικές ίντριγκες

του Tony Barber (*) 
 
Σε δημοψήφισμα που έγινε πριν από τέσσερις μήνες, οι Ιταλοί ψήφισαν τη μείωση του αριθμού των βουλευτών από 945 σε 600. Η μαζική υποστήριξη αυτής της πρωτοβουλίας ήταν μια ηχηρή καταδίκη των ιταλικών πολιτικών κομμάτων, που εδώ και δεκαετίες είναι βυθισμένα σε εγωιστικές ίντριγκες. 
Τώρα, η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Τζουζέπε Κόντε κινδυνεύει να ανατραπεί εξαιτίας της ίντριγκας ενός πρώην πρωθυπουργού. Αποσύροντας τους υπουργούς του από την κυβέρνηση, ο Ματέο Ρέντσι αποσταθεροποιεί την κυβέρνηση σε μια στιγμή που αυτό που χρειάζεται η χώρα είναι σταθερότητα. 
Ο απολογισμός της Covid-19 ξεπέρασε αυτή την εβδομάδα τους 80.000 νεκρούς. Είναι ο υψηλότερος στην Ευρώπη μετά το Ηνωμένο Βασίλειο. Η οικονομία, που παρουσιάζει αναιμική ανάπτυξη την τελευταία εικοσαετία, συρρικνώθηκε πέρυσι κατά 9%. 
Αντί να καταπιαστεί με αυτά τα προβλήματα, ο Κόντε είναι τώρα υποχρεωμένος να αναζητήσει μια νέα κυβερνητική πλειοψηφία. Δεν είναι βέβαια ο πρώτος πρωθυπουργός που πέφτει θύμα πολιτικής ίντριγκας μετά το 1945 – έχουν προηγηθεί δεκάδες. Λίγοι όμως έχουν δοκιμαστεί σε μια τόσο κρίσιμη περίοδο. 
Τα καλά νέα για την Ιταλία είναι ότι η επανάληψη μιας κρίσης ανάλογης με εκείνη του 2018 θεωρείται απίθανη. Τότε, οι χρηματοπιστωτικές αγορές είχαν αντιδράσει πολύ αρνητικά στις οικονομικές προτάσεις της κυβέρνησης των Πέντε Αστεριών και της Λέγκας. Τώρα, η Ιταλία απολαμβάνει την προστασία της ΕΚΤ και ελπίζει να ενισχύσει την οικονομία της χάρις στο πακέτο των 750 δισεκατομμυρίων ευρώ. 
Επιπλέον, οι ελιγμοί του Ρέντσι δύσκολα θα οδηγήσουν σε μια κυβέρνηση διαφορετικού χαρακτήρα, ενώ απίθανες πρέπει να θεωρούνται και οι πρόωρες εκλογές. 
Ολοι οι πολιτικοί – από τα Πέντε Αστέρια και το Δημοκρατικό Κόμμα μέχρι το μικρό κόμμα Italia Viva του Ρέντσι – γνωρίζουν ότι λόγω του περυσινού δημοψηφίσματος η επόμενη Βουλή δεν θα έχει θέση για πολλούς από αυτούς. Και τα προνόμια που καθιστούν μια κοινοβουλευτική καριέρα τόσο ελκυστική θα χαθούν. 
Αυτή η ίντριγκα δεν θα έχει λοιπόν μάλλον αποτελέσματα. Και η Ιταλία θα μπορέσει να συγκεντρώσει την προσοχή της στην υψηλότερή της προτεραιότητα, την εφαρμογή ενός προγράμματος ανάκαμψης χάρις στο μερίδιο του ευρωπαϊκού πακέτου που φτάνει τα 200 δισεκατομμύρια ευρώ, το 10% δηλαδή του ΑΕΠ.  Πρόκειται για ένα ποσό που προηγούμενες κυβερνήσεις έβλεπαν μόνο στα όνειρά τους. 
Η εικόνα όμως δεν είναι πολύ αισιόδοξη. Οι ευρωπαϊκοί πόροι δεν πρέπει να θυσιαστούν στις καταχρήσεις και τη διαφθορά, αλλά να διατεθούν για προγράμματα που θα αυξήσουν την παραγωγικότητα και θα βελτιώσουν τη δημόσια διοίκηση και τη δικαιοσύνη. 
«Στην επιλογή των διευθυντών, η καταγωγή και οι πολιτικές διασυνδέσεις μετρούν συχνά περισσότερο από την ικανότητα και την εκπαίδευση», προειδοποίησε τον περασμένο μήνα ο Ινάτσιο Βίσκο, διοικητής της κεντρικής Τράπεζας της Ιταλίας. «Αυτό έχει αρνητικές συνέπειες στην αποτελεσματικότητα και στην καινοτομία». 
Οι εταίροι της Ιταλίας γνωρίζουν αυτά τα προβλήματα. Αντί λοιπόν να επιδίδονται σε ίντριγκες, οι ιταλοί πολιτικοί θα έπρεπε να επιδιώκουν την καλύτερη αξιοποίηση των ευρωπαϊκών πόρων. Αν δεν το κάνουν, η δυσαρέσκεια σε όλη την Ευρώπη για την Ιταλία θα ενταθεί. 
 
(*) Ο Τόνι Μπάρμπερ είναι αρθρογράφος των Financial Times 
 
(Πηγή: Financial Times) 

 

©Πηγή: amna.gr

Loading

Play