Τι είναι η «τζιχάντ του έρωτα» και πώς ο κρατικός ακροδεξιός λόγος μπορεί να έχει πραγματικά θύματα
Ήταν νύχτα και έβρεχε και ο Σαμίρ Παρισγουαντί έτρεχε δίπλα στις γραμμές του τρένου. Πυρσοί φώτιζαν τις ράγες. Και ξαφνικά, έπεσαν επάνω σε δυο πόδια.
Λίγα μέτρα πιο πέρα, εντελώς αποκομμένο από το σώμα, ήταν ένα κεφάλι. Το αναγνώρισε. Ανήκε στον Αρμπάζ Αφτάμπ Μουλάχ, τον ξάδερφό του και καλύτερό του φίλο από όταν ήταν ακόμη παιδιά.
Ο Παρισγουαντί γύρισε το σώμα του ξαδέρφου του που ήταν ριγμένο μπρούμυτα. Είδε πως τα χέρια του ήταν σφιχτά δεμένα. «Εκείνη τη στιγμή ήξερα με 100% σιγουριά ότι τον είχαν δολοφονήσει», είπε. «Τον βασάνισαν κι έπειτα τον σκότωσαν βάναυσα».
Σκουπίζοντας τα μάτια του, ο Παρισγουαντί πρόσθεσε: «Δεν ήταν έγκλημα που ερωτεύτηκε, κι όμως το πλήρωσε με τη ζωή του».
Ο Μουλάχ, ένας 24χρονος μουσουλμάνος από τη νότια ινδική πολιτεία της Καρνατάκα, δολοφονήθηκε τον Σεπτέμβριο. Κίνητρο για το έγκλημα φέρεται να ήταν ο έρωτάς του με μια ινδουίστρια.
Διαχρονικό το στίγμα
Στην Ινδία, οι γάμοι μεταξύ ανθρώπων από διαφορετικές θρησκείες συχνά στιγματίζονται και οι περισσότερες θρησκευτικές κοινότητες προβάλλουν αντιστάσεις, καθώς συχνά απαιτείται πρώτα ο προσηλυτισμός ενός από τους δύο.
Όμως, τα τελευταία χρόνια, από τη στιγμή που το ινδουιστικό εθνικιστικό κόμμα Bharatiya Janata (BJP) ήρθε στην εξουσία, αυτού του είδους οι γάμοι – ιδίως όταν αφορούν ινδουίστριες και μουσουλμάνους – έχουν καταστεί επικίνδυνοι, εξαιτίας της αβάσιμης αλλά διαδεδομένης θεωρίας συνωμοσίας περί «τζιχάντ του έρωτα».
Εκείνοι που πιστεύουν τη θεωρία υποστηρίζουν ότι οι μουσουλμάνοι αποπλανούν τις ινδουίστριες και τις παντρεύονται με διάφορα ψεύδη, με σκοπό εντέλει να τις προσηλυτίσουν στο Ισλάμ και να πετύχουν την επικράτηση του ισλαμισμού επί του ινδουισμού στην Ινδία.
Μια αβάσιμη αλλά φονική θεωρία συνωμοσίας
Σύμφωνα με την εθνική υπηρεσία ερευνών της Ινδίας, δεν υπάρχει η παραμικρή απόδειξη ότι η «τζιχάντ του έρωτα» είναι υπαρκτό φαινόμενο, ούτε υπάρχει κάποια σχετική μεταβολή στα δημογραφικά στοιχεία της χώρας, με τους ινδουιστές να αποτελούν μέχρι και σήμερα το 80% του πληθυσμού και τους μουσουλμάνους το 14%.
Όμως αυτή η εξτρεμιστική θεωρία που κάποτε ανήκε στο περιθώριο, πλέον έχει γίνει μέρος του «κανονικού» πολιτικού λόγου και, πέρσι, αρκετές πολιτείες που κυβερνώνται από το BJP, συμπεριλαμβανομένων και των Ουτάρ Πραντές και Μαντιά Πραντές, ψήφισαν νόμους για να περιορίσουν την αλλαγή θρησκεύματος με στόχο τον γάμο. Έχουν γίνει γνωστοί ως «νόμοι της τζιχάντ του έρωτα».
Επιθέσεις, φυλακίσεις και βασανιστήρια
Αν και η νομοθεσία αναφέρεται σε όλες τις θρησκείες, στη διάρκεια της περσινής χρονιάς χρησιμοποιήθηκε εναντίον μειονοτήτων, αλλά και προκειμένου να ενισχύσει τις ομάδες ακροδεξιών ινδουιστών εθνικιστών που επιχειρούν να σταματήσουν τους γάμους μεταξύ διαφορετικών θρησκειών.
Στην Ουτάρ Πραντές, οι μουσουλμάνοι που επιχείρησαν να παντρευτούν συναινούσες ινδουίστριες έχουν γίνει θύματα άγριων επιθέσεων, έχουν αναγκαστεί να κρύβονται ή έχουν καταλήξει στη φυλακή. Από τους 208 ανθρώπους που συνελήφθησαν βάσει της νομοθεσίας κατά του προσηλυτισμού από το Νοέμβριο του 2020 μέχρι τον Αύγουστο του 2021… όλοι τους ήταν μουσουλμάνοι. Προς το παρόν, δεν έχει καταδικαστεί κανείς.
«Φοβούνται την κοινωνία»
Ο Ασίφ Ικμπάλ, επικεφαλής της οργάνωσης Dhanak for Humanity που υποστηρίζει ζευγάρια από διαφορετικές θρησκείες που αντιμετωπίζουν την εχθρότητα, αναφέρει ότι στη διάρκεια του περασμένου έτους υπήρξε αύξηση των ανθρώπων που χρειάστηκαν τη βοήθειά τους.
«Φοβούνται την κοινωνία, φοβούνται τις οικογένειές τους, φοβούνται ότι μπορεί να τους σκοτώσουν αυτές οι ομάδες φανατικών και πλέον έχουν να φοβούνται ακόμη και την πιθανότητα να συλληφθούν με ψευδείς κατηγορίες», τονίζει στον Guardian.
Επιμένουν οι εθνικιστές
Στο Μπαρεϊλί, την περιοχή της Ουτάρ Πραντές με τον υψηλότερο αριθμό συλλήψεων για «τζιχάντ του έρωτα» σε όλη τη χώρα, ο 52χρονος Ασού Αγκαργουάλ, τοπικός ηγέτης μιας από τις πιο δραστήριες ακροδεξιές οργανώσεις ινδουιστών, της Vishva Hindu Parishad, ισχυρίζεται ότι καθημερινά τον προσεγγίζουν οικογένειες ζητώντας τη βοήθειά τους για να σταματήσουν γάμους μεταξύ διαφορετικών θρησκειών και να αντιμετωπίσουν περιστατικά «τζιχάντ του έρωτα».
«Επί 50 χρόνια γνωρίζαμε για τη τζιχάντ του έρωτα, αλλά δεν μπορούσαμε να εκφραστούμε και το ζήτημα έμπαινε κάτω από το χαλί», λέει στη βρετανική εφημερίδα.
Ο Αγκαργουάλ παραπέμπει σε ένα πρόσφατο περιστατικό διεθνώς χρηματοδοτούμενου «συνδικάτου της τζιχάντ του έρωτα» στο Μπαρεϊλί, με επικεφαλής έναν ντόπιο μουσουλμάνο, τον Σιέντ Νιζάμ, ως απόδειξη ότι το πρόβλημα υφίσταται.
Απαγωγή και βασανιστήρια
Όμως η οικογένεια του Νιζάμ εξηγεί ότι η υπόθεση δεν είναι όπως φαίνεται και χρησιμοποιείται για να τον τιμωρήσει που έκανε σχέση με μια μεγαλύτερή του ινδουίστρια. Ο Νιζάμ φέρεται να απήχθη και να ξυλοκοπήθηκε από τους συγγενείς της γυναίκας, οι οποίοι στη συνέχεια τον παρέδωσαν στην αστυνομία. Τα βασανιστήριά του φέρονται να συνεχίστηκαν στη φυλακή, μέχρι που δέχτηκε να βιντεοσκοπηθεί η «ομολογία» του ότι χρηματιζόταν από το εξωτερικό για να προσηλυτίζει ινδουίστριες.
Ο Νιζάμ είναι φυλακισμένος εδώ και πάνω από πέντε μήνες. «Ήταν πατέρας τριών παιδιών και δεν είχε σχέση με προσηλυτισμούς, δεν ήταν καν ιδιαίτερα θρήσκος. Πρόκειται για χαλκευμένες κατηγορίες, όμως είμαστε μουσουλμάνοι και δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα», δήλωσε στον Guardian η μητέρα του, Λατιφάν Μπεγκούμ.
Ένας έρωτας με τραγικό τέλος
Η Καρνατάκα είναι μια από τις πολιτείες που βρίσκονται σε στάδιο ψήφισης αντίστοιχης νομοθεσίας κατά της «τζιχάντ του έρωτα». Στο μεταξύ, όμως, ακροδεξιοί ινδουιστές έχουν πάρει την κατάσταση στα χέρια τους. Μια τέτοια οργάνωση, η Shri Ram Sena Hindustan, ήταν που πληροφορήθηκε για τη σχέση του Μουλάχ, ενός μουσουλμάνου, και της Σλουέτα Κουμπχάρ, μιας ινδουίστριας, στην πόλη Μπελγκάουμ.
Ο Μουλάχ και η Κουμπχάρ έμεναν σε γειτονικά σπίτια και ερωτεύτηκαν το 2019. Εκείνη πήγαινε φαγητό στο σπίτι του και έκαναν κοινούς περιπάτους.
Ήξεραν ότι ο έρωτάς τους θα γινόταν αντικείμενο επικρίσεων, όμως δεν ένιωθαν την ανάγκη να κρυφτούν. Τα κινητά τους ήταν γεμάτα φωτογραφίες του έρωτά τους και ο Μουλάχ μιλούσε συχνά στους φίλους του για εκείνη.
Η μητέρα του, η Ναζίμα Σαΐχ, προσπαθούσε απελπισμένα να παρέμβει. «Του είπα να μείνει μακριά από το κορίτσι, ότι ήταν επικίνδυνο», λέει στον Guardian. Όταν εκείνος αρνήθηκε, η Σαΐχ μετακόμισε με την οικογένειά της σε άλλο σπίτι. Όμως το ζευγάρι συνέχισε να κανονίζει κρυφές συναντήσεις και μιλούσε τακτικά στο τηλέφωνο.
Από τις απειλές στην εφαρμογή τους
Μέχρι που πέρσι ο Μουλάχ άρχισε να δέχεται απειλητικά τηλεφωνήματα, που φέρονται να προέρχονταν από την οικογένεια της Κουμπχάρ, και στη συνέχεια από μέλη της Shri Ram Sena Hindustan.
Στις 26 Σεπτεμβρίου, δυο ηγέτες της οργάνωσης κάλεσαν τον Μουλάχ και τη μητέρα του σε συνάντηση στη γέφυρα, όπου τον προειδοποίησαν ότι αν δεν δώσει τέλος στη σχέση και δεν διακόψει κάθε επαφή, θα αντιμετωπίσει τις συνέπειες. Έσπασαν την κάρτα SIM του και διέγραψαν όλες τις φωτογραφίες της Κουμπχάρ από το κιητό του.
Δυο ημέρες αργότερα, ενώ η μητέρα του έλειπε εκτός πόλης, προσπάθησε να της τηλεφωνήσει ξανά. Σύμφωνα με την αστυνομία, εκείνη τη νύχτα δυο μέλη της οργάνωσης πληρώθηκαν από την οικογένεια της Κουμπχάρ για να τον δολοφονήσουν.
Φέρονται να τον μαχαίρωσαν μέχρι θανάτου και στη συνέχεια να μετέφεραν το πτώμα του στις σιδηροδρομικές γραμμές της Χαναπούρ, όπου τον ακρωτηρίασαν με σκοπό να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι είχε πηδήξει στις γραμμές του τραίνου.
Για τη δολοφονία του ασκήθηκαν κατηγορίες σε δέκα άτομα, ανάμεσα στα οποία και δυο γνωστά μέλη της οργάνωσης και οι γονείς της Κουμπχάρ.
«Τον κατακρεούργησαν»
Ο Ραμακάντ Κοντουσκάρ, ιδρυτής και ηγέτης της Shri Ram Sena Hindustan, διαψεύδει κάθε εμπλοκή της οργάνωσης στη δολοφονία. «Οι συλληφθέντες κάνουν εξαιρετική δουλειά για τον ινδουιστικό εθνικισμό και για αυτό τους παγίδεψαν σε αυτή την υπόθεση», δηλώνει.
Ο Κοντουσκάρ ισχυρίζεται ότι υπάρχει μια «μεγάλη συνωμοσία προσηλυτισμών που συμβαίνει σε όλη τη χώρα», ενώ συμπληρώνει ότι παρά το γεγονός ότι η υπόθεση του Μουλάχ είναι «τραγική… όλοι θα πρέπει να ερωτεύονται εντός της θρησκείας τους και να μην δρουν εις βάρος της θρησκείας των άλλων».
Η Σαΐχ λέει στον Guardian ότι είναι αποφασισμένη να παλέψει για τη δικαίωση του γιου της μέχρι την τελευταία της ανάσα. «Πώς γίνεται να υπάρχουν τόσο σκληρόκαρδοι άνθρωποι στον κόσμο;», αναρωτιέται. «Δεν έκανε τίποτα κακό σε κανέναν, κι όμως τον κατακρεούργησαν. Δεν μπορώ να κοιμηθώ, δεν μπορώ να φάω, η εικόνα του γιου μου με ακολουθεί παντού».
Δείτε επίσης: Εργαζόμενες σε ΜΚΟ δέχονται απειλές από τους Ταλιμπάν – Πυρά σε όσες δεν φοράνε μπούρκα
- Αντάνι: Αντίκτυποι από τις κατηγορίες δωροδοκίας στον ινδικό κολοσσό
- Γάζα: Ισραηλινές δυνάμεις βομβαρδίζουν το νοσοκομείο Καμάλ Αντουάν – Τραυματισμένος ο διευθυντής
- Συναγερμός στην Ιορδανία: Πυροβολισμοί κοντά στην πρεσβεία του Ισραήλ
- Ισραήλ: Ο πρωθυπουργός Νετανιάχου υποβαθμίζει τη διαρροή διαβαθμισμένων εγγράφων
- Πανδαισία: Σημαντικά αποτελέσματα από τα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα