Τα δύο κόμματα της κεντροδεξιάς, το Fianna Fáil και το Fine Gael, φαίνεται να διατηρούν την εξουσία στην Ιρλανδία μετά τις βουλευτικές εκλογές της Παρασκευής, ωστόσο αναμένονται μακρές διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό του νέου κυβερνητικού σχήματος.
Από τις 153 έδρες που έχουν καταμετρηθεί μέχρι τώρα (επί συνόλου 174 της Dáil, της ιρλανδικής κάτω Βουλής), το Fianna Fáil του υπουργού Εξωτερικών και αντιπροέδρου της κυβέρνησης Μίκελ Μάρτιν εξασφαλίζει τις 40 και το Fine Gael του πρωθυπουργού Σάιμον Χάρις 33.
Η συμμετοχή έπεσε σε ιστορικό χαμηλό (59,7%), επίπεδο που είχε να καταγραφεί από το 1923, δύο χρόνια αφότου η χώρα απέκτησε την ανεξαρτησία της από το Ηνωμένο Βασίλειο, σύμφωνα με ιρλανδικά ΜΜΕ.
Εξαιτίας των περιπλοκοτήτων του εκλογικού συστήματος στην Ιρλανδία, τα τελικά αποτελέσματα δεν θα είναι γνωστά παρά αφού περάσουν αρκετές ημέρες. Φαίνεται ολοένα πιο σίγουρος ο σχηματισμός νέας κυβέρνησης γύρω από τα δύο κόμματα της κεντροδεξιάς.
Οποιαδήποτε κυβερνητική παράταξη ή συμμαχία χρειάζεται 88 έδρες για να έχει εξασφαλισμένη τη στήριξη της Βουλής, με άλλα λόγια τα δύο κόμματα πρέπει να αναζητήσουν εταίρους που θα τους καλύψουν ως και 15.
«Το κέντρο κράτησε», δήλωσε με ικανοποίηση ο Πάσκαλ Ντόναχιου, βαρόνος του Fine Gael, που διατήρησε την έδρα του. «Αλλά έχουμε ακόμη πολλή δουλειά να κάνουμε», πρόσθεσε.
Η μελλοντική κυβέρνηση θα κληθεί να αντιμετωπίσει προκλήσεις που βιώνει η Ιρλανδία των 5,4 εκατομμυρίων κατοίκων. Παρά την οικονομική ευημερία της, που βασίζεται κυρίως στη χαμηλή φορολογία που προσελκύει ξένους επενδυτές, η χώρα βιώνει κρίσεις στέγης και κόστους ζωής. Η μετανάστευση απασχόλησε επίσης πολύ κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας.
Και τα δύο κόμματα της κεντροδεξιάς απέκλεισαν ήδη, πριν από τις εκλογές, κάθε ενδεχόμενο συνεργασίας με το Sinn Féin, τον άλλοτε πολιτικό βραχίονα του ένοπλου κινήματος IRA, που πολεμούσε εναντίον των Βρετανών στη Βόρεια Ιρλανδία για δεκαετίες, ως τη συμφωνία ειρήνης του 1998.
Στις προηγούμενες εκλογές, το 2020, το Sinn Féin εξασφάλισε τις περισσότερες ψήφους, αλλά δεν κατάφερε να σχηματίσει κυβερνητική συμμαχία.
«Η ίδια κατάσταση θα συνεχιστεί», σχολίασε ο 76χρονος συνταξιούχος μηχανικός Μάικλ Ο’ Κέιν, ο οποίος δηλώνει δυσαρεστημένος με το status quo. «Χρειάζεται ριζοσπαστική κυβερνητική αλλαγή για να αντιμετωπιστούν τα πιο σοβαρά προβλήματά μας, όπως η στέγη και η υγεία», έκρινε.
Ο Τζο Κόγκαν, συνταξιούχος 91 ετών, είπε πως δεν τον «ενθουσίασαν» οι εκλογές, πάντως δεν τον εξέπληξε η προοπτική διατήρησης των κεντρώων στην εξουσία, καθώς «έχω την αίσθηση πως τα πράγματα πάνε μάλλον καλά».
Τα δύο κόμματα της κεντροδεξιάς θα πρέπει τώρα να αναζητήσουν νέους συμμάχους, καθώς μια από τις ειδήσεις αυτών των εκλογών ήταν ο καταποντισμός των Πρασίνων, που χάνουν τις 11 από τις 12 έδρες που είχαν κερδίσει το 2020.
Σύμφωνα με τον Τύπο, ίσως στραφούν στο κόμμα των Εργατικών ή σε ανεξάρτητους για να σχηματίσουν νέα συμμαχία αφού γίνουν γνωστά τα αποτελέσματα.
Χωρίς να αποκλείει συμμαχία με την κεντροδεξιά, το κόμμα των Εργατικών είπε πως θα δώσει προτεραιότητα στην οικοδόμηση «πλατφόρμας της αριστεράς».
Το Fianna Fáil και το Fine Gael εναλλάσσονται στην εξουσία από το 1921. Όποιο από τα δύο εξασφαλίσει τις περισσότερες έδρες στο κοινοβούλιο θα ονομάσει, λογικά, τον επόμενο πρωθυπουργό. Τον θώκο καταλαμβάνει από τον Απρίλιο ο κ. Χάρις.
Ο αρχηγός του πρώτου κόμματος, ο κ. Μάρτιν, που επανεξελέγη στο Κορκ, θέλει πάντως η συζήτηση για τη σύνθεση της επόμενης κυβέρνησης να αρχίσει αφού ολοκληρωθεί η καταμέτρηση και είναι γνωστή η κατανομή των εδρών.
Ο επόμενος πρωθυπουργός αναμένεται να αναλάβει από τη 18η Δεκεμβρίου.