Ο δεξιός πρόεδρος Ιβάν Ντούκε, αντιμέτωπος με αντικυβερνητικές διαδηλώσεις εύρους χωρίς προηγούμενο στην Κολομβία, ανακοίνωσε χθες Κυριακή ότι άρχισε «κοινωνικό διάλογο», αποπειρώμενος να κατευνάσει την οργή και να απαντήσει στις μαζικές κινητοποιήσεις που ξεκίνησαν την Πέμπτη, με την 24ωρη απεργία και τις πορείες σε όλη τη χώρα, και συνεχίζονταν ακόμη χθες Κυριακή, για τέταρτη συνεχόμενη ημέρα.
«Περί τις 15:00 [23:00 ώρα Ελλάδας] ο πρόεδρος Ιβάν Ντούκε Μάρκες άρχισε τον κοινωνικό διάλογο με τους εκλεγμένους δημάρχους» στις τοπικές εκλογές του Οκτωβρίου, που πρόκειται να αναλάβουν τα καθήκοντά τους τον Ιανουάριο, γνωστοποίησαν οι υπηρεσίες του.
Τους εξέθεσε «τις προόδους και τις προκλήσεις της κυβέρνησής του» και άκουσε τις απόψεις των εκλεγμένων δημάρχων όσον αφορά την παιδεία, την υγεία, την ειρηνευτική διαδικασία και τις υποδομές, κατά το ίδιο δελτίο Τύπου.
Μετά τη συνάντηση στο προεδρικό παλάτι Κάσα Ναρίνιο με 24 δημάρχους πρωτευουσών των 32 περιφερειών της χώρας, συμπεριλαμβανομένης της πρωτεύουσας, ο Ντούκε θα συναντηθεί σήμερα με κυβερνήτες των περιφερειών, που εξελέγησαν επίσης τον περασμένο μήνα.
Ανέφερε μέσω Twitter ότι συζήτησε με τους δημάρχους τις «επείγουσες ανάγκες των πόλεων» και «τα σχέδιά τους, τα οποία η κυβέρνηση θα υποστηρίξει για την ευημερία όλων». Ο πρόεδρος θέλει να αποκαταστήσει «στενή σχέση» μαζί τους, που θα επιτρέψει την εργασία όλων ως «ομάδας», κατά την ανακοίνωση των υπηρεσιών του.
Καθώς οι διαδηλώσεις εναντίον του δεξιού προέδρου, εξαιρετικά αντιδημοφιλούς έπειτα από μόλις 15 μήνες και κάτι στην εξουσία, δεν σταματούν, ο Ντούκε ανακοίνωσε προχθές Σάββατο την επίσπευση της έναρξης του «εθνικού διαλόγου» που αρχικά είχε υποσχεθεί πως θα άρχιζε αύριο Τρίτη 27η Νοεμβρίου.
Ο 43χρονος Ντούκε, βαλλόμενος από παντού για τις πολιτικές του στο οικονομικό και στο κοινωνικό πεδίο, καθώς και αυτό της ασφάλειας, ανακοίνωσε ακόμη ότι θα συναντηθεί προσεχώς με την εθνική επιτροπή διαλόγου για την απασχόληση, στην οποία συμμετέχουν οι υπουργοί Οικονομικών, Εργασίας και Εμπορίου, καθώς και αντιπρόσωποι ενώσεων των εργοδοτών και των εργαζομένων. «Κατά τη διάρκεια της εβδομάδας, θα συνεχίσουμε τον διάλογο με διάφορους τομείς της κοινωνίας», σύμφωνα με τις υπηρεσίες του.
Ο πρόεδρος, στην εξουσία από τον Αύγουστο του 2018, χωρίς τη στήριξη της πλειοψηφίας στο Κογκρέσο, είδε το κόμμα του, το Δημοκρατικό Κέντρο (CD), να υφίσταται βαριές ήττες στις πρόσφατες δημοτικές και περιφερειακές εκλογές.
Οι διαδηλώσεις έχουν αμαυρωθεί από πολλά βίαια επεισόδια και κατεστάλησαν με σκληρότητα από τις δυνάμεις ασφαλείας, που έκαναν εκτεταμένη χρήση δακρυγόνων και πλαστικών σφαιρών. Τρεις άνθρωποι σκοτώθηκαν και περίπου 300 τραυματίστηκαν σε όλη τη χώρα.
Η κινητοποίηση των Κολομβιανών καταγράφηκε με φόντο το κλίμα έντασης σε μεγάλο μέρος της Λατινικής Αμερικής – πιο πρόσφατα, στον Ισημερινό, στη Χιλή, στη Βολιβία… – χωρίς πάντοτε κοινό παρονομαστή.
Ο πρόεδρος διαβεβαίωσε ότι θα αναλάβει πρωτοβουλίες για να μειωθούν οι ανισότητες και κάλεσε να υποβληθούν προτάσεις για να υπάρξει οικονομική ανάπτυξη προς όφελος των πολλών, να καταπολεμηθεί η διαφθορά, να βελτιωθεί η παιδεία, να ενισχυθούν οι θεσμοί.
Τουλάχιστον 200.000 Κολομβιανοί κατέβηκαν στους δρόμους πόλεων σε όλη τη χώρα για να διαμαρτυρηθούν για τις «νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις» στις εργασιακές σχέσεις και στο ασφαλιστικό σύστημα που καταγγέλλουν ότι έχει σκοπό να προωθήσει η κυβέρνησή του, την έλλειψη κονδυλίων για την παιδεία, την ενδημική διαφθορά, τις εκατοντάδες δολοφονίες ακτιβιστών και ηγετών κοινοτήτων.
Εκατοντάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκαν χθες Κυριακή έξω από νοσοκομείο στην Μπογοτά όπου νοσηλεύεται ο 18χρονος Ντίλαν Κρους, που τραυματίστηκε σε συγκρούσεις με την αστυνομία το Σάββατο. Πορείες έγιναν παράλληλα σε άλλες περιοχές στην πρωτεύουσα Μπογοτά καθώς και στις πόλεις Κάλι, Μεδεγίν και Μπαρανκίγια.
Για τον 25χρονο διαδηλωτή Νταβίντ Μπάρον, που μόλις πήρε πτυχίο από το πανεπιστήμιο, ο Κρους είναι σύμβολο «του αγώνα από τα κάτω για μια καλύτερη χώρα».
Οι διαδηλώσεις στην Κολομβία αντανακλούν τη βαθιά δυσαρέσκεια στη χώρα για την κατάσταση της δημοκρατίας, καθώς οι πολίτες αισθάνονται πως «οι θεσμοί δεν κάνουν τίποτα γι’ αυτούς», κατά την άποψη της πολιτολόγου Σάντρας Βόρδα.