Σε μείωση του βασικού της επιτοκίου κατά 0,25%, όπως αναμενόταν, προχώρησε σήμερα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), με αποτέλεσμα το επιτόκιο καταθέσεων να διαμορφωθεί στο 3,5%. Αυτή η απόφαση ήρθε μετά την αναθεώρηση προς το χειρότερο των προβλέψεων για την ανάπτυξη της ευρωζώνης και τη θετική εξέλιξη του πληθωρισμού.
Η ΕΚΤ προβλέπει ότι η οικονομία θα αναπτυχθεί κατά 0,8% το 2024, θα αυξηθεί σε 1,3% το 2025 και σε 1,5% το 2026. Πρόκειται για ελαφρά πτωτική αναθεώρηση σε σύγκριση με τις προηγούμενες προβλέψεις, κυρίως λόγω της ασθενέστερης συμβολής της εγχώριας ζήτησης τα επόμενα τρίμηνα. Υπενθυμίζεται ότι η ΕΚΤ προέβλεπε ότι το ΑΕΠ της ευρωζώνης θα αυξηθεί φέτος κατά 0,9%, 1,4% το 2025 και 1,6% το 2026.
Η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, υπογράμμισε ότι η τράπεζα είναι αποφασισμένη να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επιστρέψει στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%. Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΚΤ θα διατηρήσει τα επιτόκια πολιτικής σε περιοριστικά επίπεδα για όσο χρονικό διάστημα είναι απαραίτητο. Ανέφερε χαρακτηριστικά ότι οι αποφάσεις για τα επιτόκια θα βασίζονται στην εκτίμηση των προοπτικών του πληθωρισμού.
Η κ. Λαγκάρντ διαβεβαίωσε ότι δεν υπάρχει δέσμευση εκ των προτέρων για μείωση των επιτοκίων ούτε συγκεκριμένος οδικός χάρτης για την αποκλιμάκωση τους. Ερωτηθείσα σχετικά με την Έκθεση του προκατόχου της, Μάριο Ντράγκι, σημείωσε ότι οι διαρθρωτικές αλλαγές που προτείνονται ανήκουν στις εθνικές κυβερνήσεις, ενώ τόνισε την ανάγκη μέτρων για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Απαντώντας σε ερώτηση για την εξαγορά της γερμανικής Commerzbank από την ιταλική UniCredit, η Κριστίν Λαγκάρντ παρέπεμψε στον εποπτικό βραχίονα της ΕΚΤ, τον SSM, επισημαίνοντας ότι είναι αρμόδιος να εξετάσει την επίδραση αυτής της εξέλιξης στους βασικούς εποπτικούς δείκτες των δύο τραπεζών.