O Ντόναλντ Τραμπ θα είναι ο πέμπτος πρόεδρος των ΗΠΑ με τον οποίο θα συνεργαστεί ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν κατά τη διάρκεια της μακράς διακυβέρνησής του από το 2002 και ο μοναδικός με τον οποίο ταίριαζε το πολιτικό του ταμπεραμέντο.
Οι δύο άνδρες είχαν αναπτύξει μια ισχυρή σχέση κατά τη διάρκεια της πρώτης προεδρικής θητείας του Τραμπ. Κι όταν εμφανίστηκαν τα πρώτα σύννεφα στις σχέσεις τους, κράτησαν έναν δίαυλο συνεννόησης μέσω των γαμπρών τους, του Τζάρεντ Κούσνερ και του Μπεράτ Αλμπαϊράκ, εισάγοντας στη βιβλιογραφία των διεθνών σχέσεων τον όρο «διπλωματία των γαμπρών». Για τον Ερντογάν η προσωπική επαφή με άλλους ηγέτες είναι σημαντική, το ίδιο και για τον Τραμπ. Είναι ένα στοιχείο που χάθηκε επί κυβερνήσεως Μπάιντεν στον άξονα Άγκυρας-Ουάσινγκτον.
Το πρώτο (ενθουσιώδες) μήνυμα του Ταγίπ Ερντογάν με το οποίο υποδέχτηκε την εκλογική νίκη του Ντόναλντ Τραμπ πρόδιδε αυτήν την πρόθεσή του για μια νέα σελίδα στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις, βάζοντας όμως μπροστά τη δική του ατζέντα. Ο Τούρκος πρόεδρος σημείωνε ότι σε αυτήν τη νέα περίοδο, ελπίζει να ενισχυθούν οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις και να τερματιστούν οι πόλεμοι στη Μέση Ανατολή και την Ουκρανία, ενώ παράλληλα διατύπωνε την πεποίθησή του ότι θα καταβληθούν προσπάθειες για έναν πιο δίκαιο κόσμο. Ο Τούρκος πρόεδρος αποκάλεσε στο μήνυμα του τον Ντόναλντ Τραμπ «φίλο του» και ευχήθηκε το αποτέλεσμα των εκλογών να είναι ευοίωνο «για τον φίλο και σύμμαχο αμερικανικό λαό και όλη την ανθρωπότητα».
Η αλλαγή στα ανώτερα κλιμάκια της αμερικανικής διπλωματίας με την ανάληψη της προεδρίας από τον Τραμπ και τη δεδηλωμένη πρόθεσή του να ασκήσει μια διαφορετική εξωτερική πολιτική δίνει τώρα την ευκαιρία στον Τούρκο πρόεδρο να επιχειρήσει την ανατροπή της εικόνας του ανυπόληπτου συμμάχου που έχει η χώρα του στην Ουάσινγκτον. Αυτό φυσικά στον βαθμό του εφικτού, καθώς η διάσταση απόψεων μεταξύ των δύο πλευρών δεν είναι μόνο θέμα προσώπων, αλλά κυρίως αλληλοσυγκρουόμενων πολιτικών στόχων – οι ΗΠΑ θεωρούνται εμπόδιο για την υλοποίηση των τουρκικών φιλοδοξιών στην περιοχή, τουλάχιστον στην παρούσα συγκυρία.
Προτού μάλιστα ανακοινωθεί η νίκη Τραμπ, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν δήλωσε ότι το εκλογικό αποτέλεσμα δεν θα οδηγήσει σε σοβαρή αλλαγή της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Η Τουρκία θα συνεχίσει με τον ίδιο τρόπο το έργο της, είπε ο επικεφαλής της τουρκικής διπλωματίας.
Βασική προτεραιότητα και σημείο τριβής για την Τουρκία στις σχέσεις της με τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι η αμερικανική υποστήριξη προς τους Κούρδους της Συρίας, που για την Άγκυρα αποτελούν εν δυνάμει απειλή. Στο παρελθόν ο Τραμπ είχε ανακοινώσει ότι θα αποσύρει από τη Συρία τα αμερικανικά στρατεύματα, ωστόσο δεν το είχε πράξει.
Θα το κάνει τώρα; Πιθανώς όχι. Ο Τραμπ στηρίζει το Ισραήλ και μια αμερικανική απόσυρση από τη Συρία θα το αποδυνάμωνε. Ο Ερντογάν από την άλλη στηρίζει τη Χαμάς και άλλες οργανώσεις που οι ΗΠΑ χαρακτηρίζουν εξτρεμιστικές.
O περιφερειακός σχεδιασμός της νέας κυβέρνησης Τραμπ έχει ως επίκεντρο το Ισραήλ, γεγονός που θα επηρεάσει όχι μόνο τις σχέσεις της Άγκυρας με την Ουάσινγκτον, αλλά και την Ελλάδα, την Κύπρο, το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Στα κέντρα αποφάσεων της Άγκυρας οι εκτιμήσεις γίνονται λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι η πολιτική των ΗΠΑ αποσκοπεί στο να αλλάξει την ισορροπία δυνάμεων στη Μέση Ανατολή με τη βοήθεια του Ισραήλ.
Ακόμη κι αν η «στροφή» σε τέτοιες στρατηγικές κινήσεις είναι δύσκολη, υπάρχουν ωστόσο κάποιες επιμέρους κινήσεις που η Άγκυρα περιμένει από τον επόμενο πρόεδρο των ΗΠΑ.
Πιο σημαντικό πάντως για την Τουρκία είναι το θέμα της προμήθειας των μαχητικών F-16, για τα οποία έχουν μπει οι υπογραφές, αλλά οι τεχνικές διαβουλεύσεις καθυστερούν εδώ και μήνες. Πλήρες αδιέξοδο υπάρχει στο θέμα των μαχητικών F-35, από το πρόγραμμα των οποίων οι ΗΠΑ απέβαλαν την Τουρκία όταν αγόρασε το ρωσικό αντιαεροπορικό σύστημα S-400.
Αξιωματούχοι του τουρκικού ΥΠΕΞ εκτιμούν ότι ο Τραμπ θα αποσύρει την υποστήριξή του από την Ουκρανία και θα κάνει συμφωνία με τη Ρωσία.
Τέλος, υπάρχει στην Άγκυρα η αναμονή για εκπλήρωση του στόχου των 100 δισεκ. δολαρίων στον ετήσιο όγκο εμπορικών συναλλαγών, μια υπόσχεση που ανακυκλώνεται εδώ και χρόνια.