Τη βαθύτατη θλίψη του για την εκδημία του Πατριάρχη Σερβίας κυρού Ειρηναίου, αλλά και τη συμπαράσταση, την αγάπη και τις εγκάρδιες ευχές του για ταχεία ανάρρωση προς τους ασθενούντες Αρχιεπισκόπους Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμο και Αλβανίας Αναστάσιο, εξέφρασε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, στην ομιλία του, μετά τη Θεία Λειτουργία, στην οποία προεξήρχε, για την εορτή των Εισοδίων της Υπεραγίας Θεοτόκου, σήμερα, στον πανηγυρίζοντα φερώνυμο Ι. Καθεδρικό Ναό της Αγιωτάτης Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως, στην Κοινότητα Σταυροδρομίου. Με τον Παναγιώτατο συλλειτούργησαν οι Μητροπολίτες Σάρδεων Ευάγγελος και Ίμβρου και Τενέδου Κύριλλος.
Στη Θεία Λειτουργία παρέστησαν συμπροσευχόμενοι οι Μητροπολίτες Γέρων Δέρκων Απόστολος, Φιλαδελφείας Μελίτων, Μύρων Χρυσόστομος, Καλλιουπόλεως και Μαδύτου Στέφανος και Σηλυβρίας Μάξιμος, ο Επίσκοπος Τράλλεων Βενιαμίν, ‘Αρχοντες Οφφικιάλιοι του Οικουμενικού Θρόνου, η κ. Γεωργία Σουλτανοπούλου, γενική πρόξενος της Ελλάδας στην Πόλη, και ικανός αριθμός πιστών, τηρουμένων των μέτρων προστασίας και αποστάσεων που προβλέπονται για τον περιορισμό της πανδημίας.
Κατά τη διάρκειά της Θ. Λειτουργίας, ο Παναγιώτατος χειροτόνησε στο βαθμό του πρεσβυτέρου τον διάκονο Νικόδημο Σαϊδάμ για την Κοινότητα Σταυροδρομίου, και ακολούθως στο βαθμό του διακόνου τον υποδιάκονο Αλέξιο Torrance, διακεκριμένο θεολόγο και καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Notre Dame των ΗΠΑ.
Στην ομιλία του, πριν από τη χειροτονία του νέου πρεσβυτέρου, ο Οικουμενικός Πατριάρχης του έδωσε πατρικές συμβουλές για τη νέα αποστολή του στην Εκκλησία και του υπενθύμισε ότι στην Πόλη οι χριστιανοί συμβιώνουν με ανθρώπους που ανήκουν σε άλλη θρησκεία.
Ολοκληρώνοντας την ομιλία του, ο Οικουμενικός Πατριάρχης υπογράμμισε ότι παρά το ολιγάριθμο εκκλησίασμα στους ναούς της Πόλης, το καθήκον του Ιερού της Κλήρου είναι πάντοτε μέγα και υψηλό.
Στην αντιφώνισή του, ο π. Νικόδημος με συγκίνηση εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του προς τον Παναγιώτατο, ο οποίος είχε τελέσει τη βάπτισή του, καθώς και προς τον γέροντά του, Μητροπολίτη Τρανουπόλεως Γερμανό, χαρακτηρίζοντας τη διακονία κοντά του «μεγάλο σχολείο».
Ακολούθως, στην ομιλία του πριν από την εις διάκονον χειροτονία του υποδιακόνου Αλεξίου, ο Οικουμενικός Πατριάρχης μίλησε για τη σημασία της Εκκλησίας, κάνοντας αναφορά και στο δόγμα της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου της Χαλκηδόνος, το οποίο αποτέλεσε αντικείμενο της ακαδημαϊκής έρευνας του υποψήφιου κληρικού. Στη συνέχεια, ο Παναγιώτατος αναφέρθηκε και στους λόγους του Αγίου Σιλουανού του Αθωνίτη και του Αγίου Σωφρονίου του Έσσεξ, και απηύθυνε προς τον υποψήφιο κληρικό πατρικές νουθεσίες και συμβουλές.
Στην αντιφώνισή του, ο υποψήφιος κληρικός εξέφρασε την ευγνωμοσύνη του προς τον Παναγιώτατο, και τον διαβεβαίωσε για την απόλυτη αφοσίωσή του προς την Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία.
Στη συνέχεια, τον Παναγιώτατο προσφώνησαν ο Μητροπολίτης Τρανουπόλεως Γερμανός, αρχιερατικώς προϊστάμενος της Κοινότητος, και ο κ. Γεώργιος Παπαλιάρης, πρόεδρος της Εφοροεπιτροπής, ο οποίος αναφέρθηκε στις δράσεις της Κοινότητας, με πιο σημαντική την αναλυτική καταγραφή της περιουσίας της.
Στην αντιφώνησή του, ο Οικουμενικός Πατριάρχης ευχήθηκε σε όλους χρόνια πολλά, επικαλούμενος τη χάρη, τη μεσιτεία και την προστασία της Υπεραγίας Θεοτόκου, της οποίας την είσοδο εις τα ‘Αγια των Αγίων εορτάζει σήμερα η Εκκλησία μας. Εξέφρασε μάλιστα τις ευχαριστίες του προς τον Θεό για τον εφετινό εορτασμό στον Ι. Καθεδρικό Ναό της Αγιωτάτης Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως, παρά τις δυσκολίες που προκαλεί η πανδημία, στον οποίο, όπως είπε, «μαζί μας συμπροσευχήθησαν και ήταν νοερώς παρόντες όλοι οι προ ημών κάτοικοι της Κοινότητος Σταυροδρομίου, όλοι οι ομογενείς που τα παλιά καλά χρόνια συνέρρεαν τέτοια μέρα εις την Παναγία του Πέρα, και των οποίων αι ψυχαί υπερίπτανται μέσα σε αυτόν τον καλλιμάρμαρο Ναό των Πατέρων μας, και είναι όλοι παρόντες, και η στρατευομένη και η θριαμβεύουσα Εκκλησία ενώνονται σήμερα μέσα εις αυτόν τον ιερόν χώρον, αυτήν την αγίαν ώραν και στιγμήν, κατά την οποίαν προσεφέρθη η αναίμακτος θυσία του Κυρίου μας. Ευχαριστούμε, λοιπόν, τον Θεόν των Πατέρων μας και την Παναγία που μας αξιώνει και υπό τας παρούσας συνθήκας να είμεθα όρθιοι, συγκεντρωμένοι σε αυτόν τον Ναόν, και να προσευχόμεθα για ένα καλύτερον αύριο, για την ταχείαν παρέλευση της πανδημίας, για την αλώβητη έξοδόν μας από αυτήν και για την ταχείαν επάνοδόν μας στην καθημερινότητά μας».
Επιπρόσθετα, ευχαρίστησε όλως ιδιαιτέρως τον Μητροπολίτη Τρανουπόλεως για τους θερμούς λόγους και τις ευχές του για την είσοδο του Παναγιωτάτου στο 30ό έτος της Πατριαρχίας του και του αντευχήθηκε να συνεχίζει το σημαντικό έργο που επιτελεί, σε συνεργασία με την Εφοροεπιτροπή, υπέρ της Μεγαλωνύμου Κοινότητος Σταυροδρομίου. Επίσης, συνεχάρη τον πρόεδρο και τα μέλη της Εφοροεπιτροπής της Κοινότητος για τη χρηστή, διαφανή και έντιμη διαχείριση των κοινοτικών πραγμάτων και για τις αδιάκοπες προσπάθειές τους να προστατεύσουν και να αξιοποιήσουν σωστά την περιουσία που κληροδότησαν οι πρόγονοί μας στην Κοινότητα Σταυροδρομίου.
Στο τέλος της ομιλίας του ο Παναγιώτατος αναφέρθηκε στην εκδημία του Μακαριστού Πατριάρχη Σερβίας, ενός σεβάσμιου Προκαθημένου, όπως είπε, που έχασε τη μάχη με τον κορονοϊό. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης εξήγησε ότι οι περιορισμοί της πανδημίας τον εμποδίζουν να μεταβεί στη Σερβία για την εξόδιο ακολουθία του μακαριστού Πατριάρχη Ειρηναίου, όπως είχε πράξει στις εξόδιες ακολουθίες άλλων Προκαθημένων, και για τον λόγο αυτό ζήτησε από τον Μητροπολίτη Δαμπροβοσνίας Χρυσόστομο, τοποτηρητή του Πατριαρχικού Θρόνου της Εκκλησίας της Σερβίας, να εκπροσωπήσει και το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Στη συνέχεια, εξέφρασε τη συμπαράστασή του και τις εγκάρδιες ευχές του προς τους Αρχιεπισκόπους Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμο και Αλβανίας Αναστάσιο, οι οποίοι αμφότεροι νοσηλεύονται στο Νοσοκομείο «Ο Ευαγγελισμός», στην Αθήνα. «Τους ευχόμεθα να παρέλθει σύντομα η δοκιμασία τους και να επανέλθουν αμφότεροι εις τα Πρωθιεραρχικά των καθήκοντα. Είναι αμφότεροι προσφιλείς αδελφοί, έχουμε συνεργασθεί πλειστάκις κατά το παρελθόν, και μέσα εις τα πλαίσια των διμερών μας σχέσεων και μέσα εις τα πλαίσια των Πανορθοδόξων σχέσεων. Με είχαν συνοδεύσει πριν από περίπου δώδεκα χρόνια στην Ουκρανία, όταν άλλοι Προκαθήμενοι εφοβήθησαν να έρθουν, εφοβήθησαν τας απειλάς τας οποίας εξετόξευε η Εκκλησία της Ρωσίας, εκείνοι, ο Αθηνών και ο Αλβανίας, ήταν στο πλευρό μου και λειτουργήσαμε μαζί εις το Κίεβο. Και εις την Αγία και Μεγάλην Σύνοδο της Κρήτης ήσαν πολύτιμοι συνεργάται του Οικουμενικού Πατριαρχείου και όλοι μαζί γράψαμε μία χρυσή σελίδα στην εκκλησιαστική ιστορία των κάτω χρόνων. Ας είναι καλά και γρήγορα να είναι πάλι επί του Θρόνου των».