Ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον αισιοδοξεί ότι θα επιτευχθεί μια συμφωνία με την Ευρωπαϊκή Ένωση για τις σχέσεις του Λονδίνου με τις Βρυξέλλες μετά το Brexit, μολονότι οι διαπραγματεύσεις έχουν φτάσει σε αδιέξοδο, μετά και το νομοσχέδιο της βρετανικής κυβέρνησης που αναιρεί τις προηγούμενες δεσμεύσεις της.
Η «μη συμφωνία», που θα ήταν δυνητικά καταστροφική για τη βρετανική οικονομία «δεν είναι αυτό που θέλει η χώρα», είπε ο Τζόνσον μιλώντας σε μια επιτροπή της Βουλής των Κοινοτήτων. «Και δεν είναι κάτι που θέλουν από εμάς οι φίλοι και εταίροι μας στην ΕΕ. Για αυτό ελπίζω ότι δεν θα είναι αυτή η κατάληξη» των διαπραγματεύσεων, πρόσθεσε.
Ο Τζόνσον αρνήθηκε ωστόσο να υποχωρήσει στο θέμα του νομοσχεδίου που αναιρεί κάποιες από τις δεσμεύσεις τις οποίες είχε αναλάβει το Λονδίνο όταν υπέγραψε τη Συμφωνία Αποχώρησης από την ΕΕ, στα τέλη Ιανουαρίου. Το κείμενο αυτό, που καθ’ ομολογία της βρετανικής κυβέρνησης παραβιάζει το διεθνές δίκαιο, πέρασε την Δευτέρα το πρώτο εμπόδιο στο βρετανικό κοινοβούλιο αφού υπερψηφίστηκε από 340 βουλευτές.
Απειλώντας ότι θα προσφύγουν στη δικαιοσύνη, οι Ευρωπαίοι έδωσαν διορία στο Λονδίνο μέχρι το τέλος του μήνα για να αποσύρει τις αμφιλεγόμενες διατάξεις, οι οποίες καταργούν τους τελωνειακούς κανόνες για τη Βόρεια Ιρλανδίας. Οι κανόνες αυτοί είχαν ως στόχο να αποφευχθεί η επαναφορά ενός «φυσικού συνόρου» μεταξύ της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας, που είναι μέλος της ΕΕ, και της βρετανικής επαρχίας.
«Προτιμώ να έχω όρος που εγγυώνται την ακεραιότητα της χώρας και προστατεύουν από μια πιθανή διάσπαση του Ηνωμένου Βασιλείου», επέμεινε ο Τζόνσον. Εκτίμησε επίσης ότι οι Ευρωπαίοι «απέτυχαν κατάφωρα» να εγγυηθούν ότι δεν θα μπλοκάρουν τις συναλλαγές μεταξύ των Βόρειας Ιρλανδίας και της Μεγάλης Βρετανίας στην περίπτωση που δεν υπάρξει συμφωνία μέχρι τη λήξη της μεταβατικής περιόδου του Brexit, στα τέλη του 2020.
Ο υπουργός Εξωτερικών Ντόμινικ Ράαμπ, ισχυρίστηκε από την πλευρά του ότι η απειλή κατάργησης της Συμφωνίας της Μεγάλης Παρασκευής, με την οποία τερματίστηκε η σύγκρουση στη Βόρεια Ιρλανδία μεταξύ εθνικιστών και ενωτικών, προέρχεται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και όχι από το Λονδίνο.
«Η απειλή για τη Συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στο πρωτόκολλο για τη Βόρεια Ιρλανδία, προέρχεται από την πολιτικοποίηση του ζητήματος από την ΕΕ», είπε ο Ράαμπ, τονίζοντας ότι το Λονδίνο παραμένει «απόλυτα δεσμευμένο» στη συμφωνία αυτήν.