Η γερμανική οικονομία απέφυγε την ύφεση το τρίτο τρίμηνο καθώς αναπτύχθηκε με τριμηνιαίο ρυθμό 0,1%, χάρη στους καταναλωτές, τις κρατικές δαπάνες και τις κατασκευές, παρά τις εκτιμήσεις για μια ακόμα συρρίκνωση της μεγαλύτερης ευρωπαϊκής οικονομίας, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία που ανακοινώθηκαν σήμερα.
Σε ετήσια βάση, το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν αυξήθηκε κατά 0,5% από τον Ιούλιο έως τον Σεπτέμβριο ύστερα από αύξηση κατά 0,3% τους τρεις προηγούμενους μήνες, σύμφωνα με τα εποχικά προσαρμοσμένα στοιχεία της ομοσπονδιακής στατιστικής υπηρεσίας.
«Η γερμανική οικονομία γλίτωσε με ένα μαυρισμένο μάτι: η τεχνική ύφεση κατέστη δυνατόν να αποφευχθεί», δήλωσε ο Αντρέας Σόιερλε, αναλυτής της τράπεζας Deka, προσθέτοντας ότι είναι ακόμα πολύ νωρίς να πει κανείς ότι όλα βαίνουν καλώς. «Η γερμανική οικονομία υποφέρει από την παγκόσμια πολιτική αβεβαιότητα. Η βιομηχανία που αποτελεί τη ναυαρχίδα της Γερμανίας, η αυτοκινητοβιομηχανία, δεν κινείται πλέον ομαλά», δήλωσε.
Οι γερμανικές μεταποιητικές εταιρίες, των οποίων οι εξαγωγές υπήρξαν πυλώνας της οικονομικής ισχύος της χώρας για δεκαετίες, βρίσκονται αντιμέτωπες με την εξασθένιση της ζήτησης από το εξωτερικό, τις διαμάχες για τους δασμούς που προκάλεσε η πολιτική “Πρώτα η Αμερική” του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ και η αβεβαιότητα που βιώνουν οι επιχειρήσεις λόγω της απόφασης της Βρετανίας να αποχωρήσει από την ΕΕ.
Ο κλάδος των κατασκευαστών αυτοκινήτων, βασικός κινητήριος παράγοντας της συνολικής ανάπτυξης, δυσκολεύεται επίσης να προσαρμοστεί στις αυστηρότερες ρυθμίσεις που υιοθετήθηκαν ύστερα από το σκάνδαλο παραποίησης των εκπομπών ρύπων καθώς και στη γενικότερη μεταστροφή από τους κινητήρες εσωτερικής καύσης στα ηλεκτρικά οχήματα.