του Pierre Haski (*)
Θα πρέπει άραγε να φοβόμαστε μια «έκπληξη του Οκτωβρίου», σύμφωνα με έκφραση του αμερικανικού Τύπου; Μια τέτοια έκπληξη θα είχε τη μορφή ενός γεγονότος παγκόσμιας σημασίας, ενός στρατιωτικού επεισοδίου, ή ακόμη κι ενός πολέμου, που θα προκαλούσε ο Ντόναλντ Τραμπ στην τελική ευθεία για τις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου. Θα ξυπνούσε τότε ο πατριωτισμός των Αμερικανών, οι οποίοι θα συντάσσονταν πίσω από τον πρόεδρό τους.
Πρόκειται για δίκη προθέσεων; Το σίγουρο είναι ότι ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι ένας άνθρωπος που κηρύσσει εύκολα πολέμους. Τον περασμένο Ιανουάριο, μάλιστα, ειρωνευόταν τον πρώην σύμβουλό του Τζον Μπόλτον, λέγοντας ότι αν τον είχε αφήσει, σήμερα θα γινόταν ο έκτος παγκόσμιος πόλεμος. Στα τέσσερα χρόνια που κυβερνά την Αμερική, όμως, έχει δείξει ότι το βασικό κριτήριό του για οποιαδήποτε απόφασή του είναι αν θα τον βοηθήσει να επανεκλεγεί.
Η μνημειώδης άγνοιά του για τα διεθνή προβλήματα και η ανικανότητά του να κάνει έναν στοιχειώδη σχεδιασμό τον οδηγούν να κάνει επιλογές που μοναδικό σκοπό έχουν να ικανοποιούν την εκλογική του βάση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Μέση Ανατολή, από τη μεταφορά της αμερικανικής πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ μέχρι την αποχώρηση των αμερικανών πεζοναυτών από τη βορειοανατολική Συρία, όπου προστάτευαν τους Κούρδους.
Η υπόθεση της «έκπληξης» δεν θα είχε βάση σε έναν ήρεμο κόσμο. Κάτι τέτοιο όμως δεν συμβαίνει. Δύο εστίες έντασης έρχονται εύκολα στο μυαλό: η Κίνα, την οποία ο Τραμπ έχει αναδείξει σε κεντρικό διεθνές ζήτημα της εκστρατείας του, και το Ιράν, το οποίο δεν θα προλάβει να κάμψει στη διάρκεια της (πρώτης) θητείας του.
Στην περίπτωση της Κίνας, ο κίνδυνος σύρραξης εντοπίζεται κυρίως στη θάλασσα της Νότιας Κίνας και στα στενά της Ταϊβάν, όπου είναι πάντα πιθανό ένα επεισόδιο ανάμεσα στον αμερικανικό και τον κινεζικό στρατό. Τον Αύγουστο, το Πεκίνο κατηγόρησε τις ΗΠΑ ότι έστειλαν ένα κατασκοπευτικό αεροσκάφος σε μια ζώνη κινεζικών ασκήσεων, την ώρα που το Πεκίνο ετοιμαζόταν να δοκιμάσει δύο βαλλιστικούς πυραύλους.
Τα προηγούμενα δεν λείπουν. Τον Απρίλιο του 2001, λίγους μήνες μετά την είσοδο του Τζορτζ Μπους του νεότερου στον Λευκό Οίκο, ένα αμερικανικό κατασκοπευτικό αεροσκάφος και ένα κινεζικό αεροσκάφος είχαν συγκρουστεί, με αποτέλεσμα ο κινέζος πιλότος να βρει τον θάνατο και το αμερικανικό αεροσκάφος να κάνει αναγκαστική προσγείωση στη νήσο Χαϊνάν. Η κρίση θα προκαλούσε σοβαρή επιδείνωση των αμερικανοκινεζικών σχέσεων αν δεν ακολουθούσε, λίγους μήνες αργότερα, η 11η Σεπτεμβρίου…
Το Ιράν προσφέρει ένα άλλο πεδίο δυνητικών επεισοδίων, τυχαίων ή σκοπίμων, ιδίως μετά την εξευτελιστική ήττα της αμερικανικής κυβέρνησης στο Συμβούλιο Ασφαλείας: η πρόταση ψηφίσματος που υπέβαλε η Ουάσινγκτον για την επανάληψη των κυρώσεων κατά του Ιράν έλαβε μόλις δύο ψήφους (ΗΠΑ και Δομινικανή Δημοκρατία). Ο Μάικ Πομπέο ξέρει ότι θα εγκαταλείψει τη θέση του, ακόμη κι αν επανεκλεγεί ο Τραμπ, και το καθεστώς της Τεχεράνης θα είναι εκεί.
Σε ολόκληρο τον κόσμο, οι κυβερνήσεις περιμένουν με αγωνία το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών. Και θέλουν να αποφύγουν μέχρι τότε οτιδήποτε αναντίστρεπτο. Ο μόνος παράγων που δεν ελέγχουν είναι η ικανότητα του Τραμπ να κάνει μια «έκπληξη του Οκτωβρίου». Που σίγουρα θα είναι δυσάρεστη.
(*) Ο Πιερ Ασκί είναι αρθρογράφος του περιοδικού L’ Obs
(Πηγή: L’ Obs)