Ο Γκιόργκι Κόνραντ, γνωστός ούγγρος συγγραφέας – περισσότερο στο εξωτερικό- και εξέχουσα μορφή στις τάξεις των αντιφρονούντων την περίοδο του κομμουνισμού στη χώρα του, πέθανε χθες Παρασκευή σε ηλικία 86 ετών, έπειτα από μακρά ασθένεια, μετέδωσε το ουγγρικό κρατικό πρακτορείο ειδήσεων MTI, επικαλούμενο την οικογένειά του.
Ο Κόνραντ, γόνος εβραϊκής οικογένειας, σώθηκε από το Ολοκαύτωμα την τελευταία στιγμή, πηδώντας από τρένο με προορισμό τη Βουδαπέστη μία ημέρα πριν από τον εκτοπισμό των εβραίων της πόλης στο Άουσβιτς. Σχεδόν όλοι οι συμμαθητές του εξοντώθηκαν. «Ενηλικιώθηκα στα 11 μου χρόνια», θα έγραφε πολλά χρόνια αργότερα, στη αυτοβιογραφία του που κυκλοφόρησε το 2001 υπό τον τίτλο «Αναχώρηση και Επιστροφή».
Το 1956, πήρε μέρος στην εξέγερση της Βουδαπέστης εναντίον της σοσιαλιστικής κυβέρνησης, που συνετρίβη από σοβιετικές δυνάμεις, αλλά αντίθετα με την αδελφή του και χιλιάδες άλλους πρόσφυγες, αποφάσισε να μείνει στην Ουγγαρία.
Το πρώτο του μυθιστόρημα, με θέμα έναν κοινωνικό λειτουργό που βοηθά παιδιά, κυκλοφόρησε το 1969 (σ.σ. ο τίτλος του αποδόθηκε «Ο κοινωνικός λειτουργός» [The Case Worker] στα αγγλικά και «Ο επισκέπτης» [Le Visiteur] στα γαλλικά· δεν έχει κυκλοφορήσει κανένα βιβλίο του από ελληνικό εκδοτικό οίκο). Σύντομα, το βιβλίο αυτό μεταφράστηκε σε 13 άλλες γλώσσες, σύμφωνα με τον ιστότοπο του δημιουργού του.
Το 1965, έκανε έρευνα στο πεδίο της λεγόμενης αστικής κοινωνιολογίας (urban sociology) και οι εμπειρίες του τον ώθησαν να γράψει το επόμενο βιβλίο του, «Αυτός που έφτιαχνε πόλεις» (στα αγγλικά μεταφράστηκε The City Builder).
Από το 1973 ως το 1988, τα έργα του Κόνραντ λογοκρίνονταν, ή η κυκλοφορία τους απαγορευόταν τελείως, κι είτε τυπώνονταν μόνο στο εξωτερικό, είτε μυστικά, υπό μορφή σαμιζντάτ.
Το 1974, σε συνέντευξή του στην Die Zeit, ο Κόνραντ θα δήλωνε «εγώ γράφω αυτά που γράφω· οι κρατικοί εκδοτικοί οίκοι δημοσιεύουν από το έργο μου ό,τι θέλουν· κι εγώ προσπαθώ να δημοσιεύω όσο περισσότερο μπορώ όπως μπορώ».
Ο Κόνραντ εξελέγη πρόεδρος της διεθνούς ένωσης υπεράσπισης της ελευθερίας της έκφρασης και των δικαιωμάτων των συγγραφέων PEN International στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Τιμημένος με διάφορα λογοτεχνικά βραβεία στην Ουγγαρία και στο εξωτερικό, έγινε ο πρώτος ξένος που ορίστηκε επικεφαλής της Ακαδημίας των Τεχνών (Akademie der Künste) του Βερολίνου.
Παρέμεινε μια από τις κεντρικές μορφές μεταξύ των αντιφρονούντων ως το τέλος του κομμουνισμού στην Ουγγαρία, το 1989.
Συνιδρυτής του φιλελεύθερου κόμματος SZDSZ το 1988, έγινε χρόνια αργότερα σφοδρός πολέμιος του σημερινού ούγγρου πρωθυπουργού Βίκτορ Όρμπαν.
Ο Όρμπαν είναι «ο πιο τοξικός πολιτικός που γνώρισε η Ουγγαρία μετά την πτώση του κομμουνισμού», θα στηλίτευε μετά την μανιασμένη κυβερνητική εκστρατεία εναντίον του αμερικανού επιχειρηματία ουγγρικής καταγωγής Τζορτζ Σόρος το 2017.
Η Ουγγαρία αποκαλείται πλέον από κάποιους «Ορμπανιστάν», θα έγραφε ήδη το 2012, δύο χρόνια μετά την έναρξη της περιόδου της μονοκρατορίας του νυν πρωθυπουργού στα ουγγρικά πολιτικά πράγματα, σε άρθρο του στην εφημερίδα The New York Times, συγκρίνοντάς τον δεξιό εθνικιστή ηγέτη με τις «μετασοβιετικές δικτατορίες της κεντρικής Ασίας» και προσθέτοντας πως «πολλοί νεαροί Ούγγροι θέλουν να φύγουν».