Λάμψη, πολύχρωμα στολίδια, γιρλάντες και εορταστικό πνεύμα “φωτίζουν” την περίοδο των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς και τις καρδιές όσων ανυπομονούν να χαρούν αυτή τη γιορτή της ζωής και οι μέρες αυτές “επιβάλλουν” ορισμένες φορές και αναδρομή στο παρελθόν, ιδίως, δε, στα κομμάτια εκείνα που αφορούν εορταστικές αναμνήσεις.
Μία τέτοια “αναδρομή” υλοποιείται στη Βουλγαρία, στο πλαίσιο έκθεσης που φιλοξενείται στη βουλγαρική πρωτεύουσα και, όπως μετέδωσε η βουλγαρική δημόσια ραδιοφωνία, το 1878 ήταν η χρονιά “εξευρωπαϊσμού” των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς, αφού η αστική τάξη ήθελε να φέρει έναν ευρωπαϊκό “αέρα” σε αυτές τις γιορτές με τον στολισμό του χριστουγεννιάτικου δέντρου να “πρωταγωνιστεί” σε αυτή τη διαδικασία.
Σύμφωνα με την Τεοντόρα Νέντεβα, από το περιφερειακό μουσείο ιστορίας στο Βέλικο Τάρνοβο, “το 1879 το πρώτο χριστουγενιάτικο δέντρο στολισμένο με λαμπιόνια και πολύχρωμα στολίδια, σκόρπισε λάμψη στη Σόφια και οι άνθρωποι ήταν εκστασιασμένοι από ό,τι αντίκριζαν”.
“Το χριστουγεννιάτικο δέντρο δημιουργήθηκε ως βασικό στοιχείο της ατμόσφαιρας των διακοπών στη χώρα χάρη στην πριγκίπισσα Κλημεντίνη (μητέρα του πρίγκιπα Φερδινάνδου Α΄ της Βουλγαρίας). Ένα τεράστιο χριστουγεννιάτικο δέντρο ήταν διακοσμημένο και “μάγεψε” μαθητές από σχολεία της Σόφιας”.
Σύμφωνα με την κ. Νέντεβα, ένα γεγονός που δεν είναι ευρέως γνωστό είναι ότι “το πρώτο μεγάλο χριστουγεννιάτικο δέντρο στη Σόφια που ανήκε σε ιδιώτη, ήταν αυτό του πολιτικού και πρωθυπουργού Στέφαν Σταμπόλοφ. Ήταν διακοσμημένο με γιρλάντες, γυάλινες μπάλες και λαμπερά παιχνίδια. Μετά την υποδοχή του, οι επισκέπτες ήταν σε θέση να πάρουν ένα παιχνίδι ως αναμνηστικό. Και ενώ στη Σόφια, ο Σταμπόλοφ έθεσε τον τόνο ενός ευρωπαϊκού οικογενειακού Χριστουγέννου στα τέλη του 19ου αιώνα, το χριστουγεννιάτικο δέντρο έγινε μια παγιωμένη πρακτική στις βουλγαρικές πόλεις πολύ αργότερα – γύρω στη δεκαετία του 1920”, είπε η κ. Νέντεβα.
Αρχικά – προσέθεσε – οι Βούλγαροι διακοσμούσαν τα δέντρα με μήλα, καρύδια και γιρλάντες σε διαφορετικά χρώματα φτιαγμένες από χαρτί. Αργότερα, τα εισαγόμενα γυάλινα παιχνίδια έφτασαν στη Βουλγαρία και κόστιζαν από 10 έως 100 λέβα”.
Ευχετήριες κάρτες από μετάξι, πασπαλισμένες με σκόνη χρυσού
Ένα άλλο “εισαγόμενο” στοιχείο από την Ευρώπη ήταν η αποστολή ευχετήριων καρτών για υγεία και ευτυχία, την περίοδο των Χριστουγέννων. Για την υψηλή κοινωνία της εποχής, αλλά και για όλο τον πληθυσμό, ήταν θέμα τιμής, κύρους και τύχης το να διακοσμούν το σπίτι τους, στη διάρκεια των Χριστουγέννων, με τις ευχετήριες κάρτες που λάμβαναν, είπε η κ. Νέντεβα.
“Η ποικιλία των καρτών στις αρχές του περασμένου αιώνα ήταν εκπληκτική. Το σύνολό τους εκτυπώθηκε στο εξωτερικό, ορισμένες ήταν ζωγραφισμένες στο χέρι, είναι από μετάξι, ή άλλου είδους λεπτό ύφασμα και έχουν σκόνη χρυσού”, τόνισε η κ. Νέντεβα, συμπληρώνοντας ότι όλη αυτή η “μαγεία” άρχισε να φθίνει μετά τη δεκαετία του 1940, όταν επαγγελματικές κάρτες έγιναν της “μόδας” και τις αντικατέστησαν.
Ξεχωριστή “χροιά” στον εορτασμό των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς έδιναν και τα πυροτεχνήματα, αλλά και τα δώρα στα παιδιά. Πέρα από τις κούκλες και τα ξύλινα αλογάκια, ένα άλλο δώρο που ήταν ευρέως διαδεδομένο ήταν τα βιβλία, και όπως επισήμανε η κ. Νέντεβα, τα βιβλία ήταν μια “γέφυρα” που ένωνε τα Χριστούγεννα με τον κόσμο.