Λόγω του ραγδαία αυξανόμενου αριθμού νέων λοιμώξεων, αυστηρότερους περιορισμούς, που οδηγούν από το “μερικό lockdown” -το οποίο ισχύει ήδη στην Αυστρία από την 3η Νοεμβρίου- σε ένα “ολικό lockdown”, το οποίο θα ισχύσει από τα μεσάνυκτα της ερχόμενης Δευτέρας προς Τρίτη, 17 Νοεμβρίου και μέχρι την Κυριακή 6 Δεκεμβρίου, ανακοίνωσε αργά το απόγευμα στη Βιέννη, ο Αυστριακός ομοσπονδιακός καγκελάριος και αρχηγός του Λαϊκού Κόμματος Σεμπάστιαν Κουρτς.
Το νέο lockdown, που θυμίζει εκείνο της περασμένης άνοιξης, προβλέπει σε γενικές γραμμές, επέκταση σε όλο το εικοσιτετράωρο των περιορισμών εξόδου -που έως τώρα ίσχυαν από τις 20.00 μέχρι τις 6.00- και το κλείσιμο των καταστημάτων, από το οποίο εξαιρούνται τα καταστήματα τροφίμων, φαρμακεία, καταστήματα καλλυντικών, περίπτερα, τράπεζες και ταχυδρομεία, ενώ κλείνουν επίσης τα σχολεία.
Επειδή οι αριθμοί δεν υποχωρούν με το ισχύον “μερικό lockdown” , καθίσταται αναγκαία μία σκλήρυνση των μέτρων, ανέφερε ο καγκελάριος, σημειώνοντας ότι οι αρχές δεν μπορούσαν να εντοπίσουν την προέλευση του 77% των νέων λοιμώξεων, και για τον λόγο αυτό το δεύτερο lockdown είναι “το αξιόπιστο μέσο που θα λειτουργήσει”.
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι κοινωνικές επαφές είναι πλέον σαφώς ρυθμισμένες, που σημαίνει ότι, πέραν των μελών του ίδιου νοικοκυριού, μπορεί κανείς να συναντήσει μόνο τον σύντροφο του, “μεμονωμένους στενούς” συγγενείς ή “μεμονωμένα σημαντικά πρόσωπα αναφοράς”, ενώ κατά τη διάρκεια του lockdown, άνθρωποι που ζουν μόνοι τους θα πρέπει να ορίσουν ένα πρόσωπο με το οποίο θα παραμένουν σε επαφή.
Απευθύνοντας έκκληση, να γίνονται συναντήσεις κατά το δυνατόν μόνο με ένα πρόσωπο, τόνισε ότι “κάθε κοινωνική επαφή είναι και κατά μία πολύ, και μόνον έτσι μπορούν να σωθούν τα Χριστούγεννα και ο χρόνος πριν από αυτά”.
Τα σχολεία θα μεταβούν, όπως είπε, σε εξ αποστάσεως εκπαίδευση έως τις 6 Δεκεμβρίου και θα υπάρχει μόνο φροντίδα (και κανένα μάθημα) στα σχολεία σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης.
“Τα νηπιαγωγεία και τα σχολεία παραμένουν ανοιχτά σε όσους τα χρειάζονται”, δήλωσε από την πλευρά του και ο αντικαγκελάριος και αρχηγός των συγκυβερνώντων Πράσινων Βέρνερ Κόγκλερ, αναφέροντας πως πολλοί θα κάνουν χρήση, και αυτό είναι απαραίτητο για εκείνους, οι οποίοι εργάζονται σε ζωτικούς τομείς, ενώ τα παιδιά θα στηριχθούν στη μάθηση.
Η στενότητα ενός lockdown μπορεί επίσης να οδηγήσει σε υπερβολικές επιβαρύνσεις και ένταση εντός των οικογενειών, ανέφερε ο αντικαγκελάριος και απεύθυνε έκκληση να γίνει χρήση των προσφορών για την αποφυγή αντιπαραθέσεων.
Επίσης, ο καγκελάριος Σεμπάστιαν Κουρτς διαβεβαίωσε ότι θα συνεχίσει να υπάρχει η δυνατότητα παιδικής μέριμνας τόσο στα σχολεία όσο και στα νηπιαγωγεία, τονίζοντας πως στις 7 Δεκεμβρίου, τα σχολεία υποχρεωτικής εκπαίδευσης και το εμπόριο θα ανοίξουν εκ νέου.
Το νέο, “πλήρες” πλέον lockdown προβλέπει επίσης το κλείσιμο όλων των επιχειρήσεων παροχών προσωπικών υπηρεσιών, όπως, για παράδειγμα, κομμωτές, αισθητικοί και μασέρ, ενώ, όπου αυτό είναι δυνατόν, θα υπάρχει τηλεργασία, όπως σημείωσε ο καγκελάριος.
Αντιθέτως, ανοικτά θα παραμένουν, πέραν του συνόλου του εμπορίου τροφίμων, ταχυδρομεία, περίπτερα, φαρμακεία, καταστήματα καλλυντικών, το εμπόριο γεωργικών προϊόντων και ζωοτροφών, πρατήρια καυσίμων, καταστήματα κινητής τηλεφωνίας, εταιρείες διάθεσης απορριμμάτων και συνεργεία ποδηλάτων και αυτοκινήτων, με τις ώρες λειτουργίας όλων αυτών να περιορίζονται μεταξύ 6.00 και 19.00.
Όπως ανακοίνωσε στη διάρκεια της κοινής Συνέντευξης Τύπου, αργά το απόγευμα, ο αντικαγκελάριος Βέρνερ Κόγκλερ, θα υπάρξει αποζημίωση ενός μέρους των απωλειών που θα έχουν εκείνα τα καταστήματα που πρέπει να κλείσουν στο πλαίσιο του lockdown.
Ωστόσο, όπως διευκρίνισε, δεν θα καλυφθούν τόσες πολλές απώλειες, όπως στον χώρο της εστίασης, όπου τελευταία το ύψος αποζημίωσης είχε καθοριστεί στο 80%, αλλά, στο εμπόριο, το ποσοστό αυτό, ανάλογα με τον κλάδο, θα κυμαίνεται μεταξύ 20 και 60%.
Από την πλευρά του, ο υπουργός Εσωτερικών Καρλ Νέχαμερ ευχαρίστησε τους αστυνομικούς οι οποίοι επιβλέπουν και ελέγχουν την εφαρμογή των κανονισμών και οι οποίοι, όπως τόνισε, βρίσκονται και πάλι σε δράση για να επέλθει μία μείωση του αριθμού των μολύνσεων.
Κατά την άποψή του, πρέπει να υπάρξει εκ νέου μία κοινή συνεργασία όλων, όπως τον περασμένο Μάρτιο και Απρίλιο, “το ζητούμενο είναι οι λιγότερες επαφές”, ανέφερε χαρακτηριστικα.
(Δ.Δ.)