Σοσιαλ-φεντερισμός εναντίον εθνο-φεντερισμού

Σοσιαλ-φεντερισμός εναντίον εθνο-φεντερισμού

Το Ηνωμένο Βασίλειο εγκατέλειψε λοιπόν επισήμως πριν από λίγες ημέρες την Ευρωπαϊκή Ενωση. Ας μη γελιόμαστε: μαζί με την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των Ηνωμένων Πολιτειών, είναι ένα μείζον γεγονός στην ιστορία της παγκοσμιοποίησης. Οι δύο χώρες που είχαν κάνει την επιλογή του υπερφιλελευθερισμού με τον Ρίγκαν και τη Θάτσερ τη δεκαετία του 1980, και στη συνέχεια γνώρισαν μια ισχυρή όξυνση των ανισοτήτων, αποφασίζουν τρεις δεκαετίες αργότερα να καταφύγουν στον εθνικισμό και σε μια μορφή επιστροφής στα σύνορα και την εθνική ταυτότητα.

Μπορεί κανείς να δει αυτή τη στροφή με διάφορους τρόπους. Εκφράζει με τον τρόπο της την αποτυχία του ριγκανισμού και του θατσερισμού. Τα μεσαία και λαϊκά στρώματα των ΗΠΑ και της Βρετανίας δεν γνώρισαν την ευημερία που είχε υποσχεθεί ο φιλελευθερισμός. Με τον καιρό, αισθάνθηκαν να πλήττονται όλο και περισσότερο από τον διεθνή ανταγωνισμό και το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Επρεπε λοιπόν να βρεθούν ένοχοι. Για τον Τραμπ, οι ένοχοι αυτοί ήταν οι μεξικανοί εργαζόμενοι, η Κίνα και οι ύπουλοι πολίτες του υπόλοιπου κόσμου που κλέβουν τον τίμιο ιδρώτα της λευκής Αμερικής. Για τους Βρετανούς, ήταν οι Πολωνοί, η Ευρωπαϊκή Ενωση και όλοι εκείνοι που αμφισβητούν το βρετανικό μεγαλείο.

Η πολιτική της εθνικιστικής και ταυτοτικής οχύρωσης δεν θα λύσει βέβαια καμιά από τις μεγάλες προκλήσεις της εποχής μας, είτε έχει σχέση με τις ανισότητες είτε με το κλίμα. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, που οι οπαδοί του Τραμπ και του Brexit προσθέτουν ένα νέο στρώμα φορολογικού και κοινωνικού damping προς όφελος εκείνων που κερδίζουν περισσότερα και κινούνται περισσότερο, κάτι που θα οξύνει ακόμη περισσότερο τις ανισότητες και τη δυσαρέσκεια. Βραχυπρόθεσμα, όμως, ο εθνικιστικο-φιλελεύθερος λόγος μοιάζει στους πολίτες που ψηφίζουν ακόμη η μόνη νέα και αξιόπιστη απάντηση στα προβλήματά τους. Λείπουν άλλωστε πιο πειστικές εναλλακτικές προτάσεις.

Στην πραγματικότητα, αυτός ο κίνδυνος ιδεολογικής παρέκκλισης ξεπερνάει κατά πολύ το αγγλοσαξονικό πλαίσιο. Ο ταυτοτικός και ξενόφοβος πειρασμός υπάρχει λίγο-πολύ παντού, στην Ιταλία και στην ανατολική Ευρώπη, στη Βραζιλία και στην Ινδία. Στη Γερμανία, η «κεντροδεξιά» εξέλεξε στη Θουριγγία μια περιφερειακή κυβέρνηση με τις ψήφους της ακροδεξιάς, προτού αναγκαστεί να ανακρούσει πρύμναν. Στη Γαλλία, η αραβοφοβική υστερία έχει κορυφωθεί. Ένα μέρος του Τύπου θεωρεί ότι η «Αριστερά» είναι υπεύθυνη για την άνοδο του παγκόσμιου ισλαμισμού, λόγω της παθητικότητάς της και του τριτοκοσμισμού της. Ο πραγματικός λόγος, βέβαια, που οι πολίτες από τη Βόρεια Αφρική ή τη νότια Σαχάρα ψηφίζουν τα κόμματα της Αριστεράς είναι η εχθρότητα που τους δείχνει η Δεξιά και η ακροδεξιά. Το ίδιο συμβαίνει με τους μαύρους ψηφοφόρους στην Αμερική και τους μουσουλμάνους ψηφοφόρους στην Ινδία.

Πέρα από τις εθνικές του ιδιαιτερότητες, πρέπει καταρχάς να αναλύσουμε το Brexit ως αυτό που είναι: η συνέπεια της συλλογικής αποτυχίας στην οργάνωση της οικονομικής παγκοσμιοποίησης από τη δεκαετία του 1980 μέχρι σήμερα, ιδιαίτερα στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Ολοι οι ευρωπαίοι ηγέτες, και κυρίως οι Γάλλοι και οι Γερμανοί, έχουν ευθύνη. Η ελεύθερη κυκλοφορία κεφαλαίων, αγαθών και υπηρεσιών, χωρίς συλλογικό έλεγχο, χωρίς κοινή φορολογική ή κοινωνική πολιτική, ευνοεί τους πιο πλούσιους και πλήττει τους πιο εύθραυστους.

Δεν μπορούμε να ορίζουμε ένα πολιτικό σχέδιο και ένα μοντέλο ανάπτυξης στηριζόμενοι απλώς στις ελεύθερες συναλλαγές, τον ανταγωνισμό όλων εναντίον όλων και την πειθαρχία της αγοράς. Η ΕΕ πρόσθεσε έτσι δύο στοιχεία σε αυτό το γενικό σχήμα οργάνωσης της παγκόσμιας οικονομίας: την ελεύθερη κυκλοφορία των ανθρώπων και έναν μικρό κοινό προϋπολογισμό (1% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ) που τροφοδοτείται από τη συνεισφορά των κρατών και χρηματοδοτεί μικρές μεταβιβάσεις κεφαλαίων (κάπου 0,5% του ΑΕΠ) από τις πλούσιες χώρες προς τις φτωχές.

Μαζί με το κοινό νόμισμα (που συναντάται και στη δυτική Αφρική), αυτά είναι που ξεχωρίζουν την ΕΕ από άλλες ζώνες ελευθέρων συναλλαγών στον κόσμο, όπως εκείνη στη Βόρεια Αμερική (Μεξικό, ΗΠΑ, Καναδάς).

Το πρόβλημα είναι ότι αυτά τα δύο στοιχεία είναι ανεπαρκή για να κρατήσουν τις χώρες μαζί. Το στοίχημα των Brexiteers είναι λοιπόν απλό: η παγκοσμιοποίηση επιτρέπει την πρόσβαση στην ελεύθερη κυκλοφορία αγαθών, υπηρεσιών και κεφαλαίων, με παράλληλη διατήρηση του ελέγχου των ανθρώπινων ροών και χωρίς συμβολή στον κοινό προϋπολογισμό.

Αυτή η θανάσιμη παγίδα για την ΕΕ δεν μπορεί να αποφευχθεί παρά με τον ριζικό επανακαθορισμό των κανόνων της παγκοσμιοποίησης, με μια προσέγγιση «σοσιαλ-φεντεραλιστικού» τύπου. Με άλλα λόγια, οι ελεύθερες συναλλαγές πρέπει να συνοδευτούν από την υιοθέτηση κοινωνικών στόχων που θα θέτουν τους πιο πλούσιους στις υπηρεσίες ενός βιώσιμου μοντέλου ανάπτυξης.

Οι εθνικιστές επιτίθενται στην κυκλοφορία των ανθρώπων. Ο σοσιαλ-φεντεραλισμός πρέπει λοιπόν να καταπιαστεί με την κυκλοφορία των κεφαλαίων και τη φορολογική ατιμωρησία των πλουσίων.

 

(*) Ο Τομά Πικετί είναι διευθυντής σπουδών στην Ecole des hautes études en sciences sociales

 

(Πηγή: Le Monde)

 

MMH

©Πηγή: amna.gr

Loading

Play